Εμφανίστηκε στην αίθουσα Τύπου του γηπέδου με καθυστέρηση μιας ώρας. Η Μπαρτσελόνα είχε ηττηθεί από τη Βιγιαρεάλ με 5-3 (η προηγούμενη φορά που δέχτηκε πέντε γκολ ως γηπεδούχος στο ισπανικό πρωτάθλημα ήταν πριν από ακριβώς 61 χρόνια, από τη Ρεάλ Μαδρίτης με χατ-τρικ του Φέρεντς Πούσκας) και οι εκπρόσωποι των καταλανικών media περίμεναν τον Τσάβι για να τον «σταυρώσουν».
Δεν χρειάστηκε. «Πριν αρχίσετε τις ερωτήσεις θέλω να σας ανακοινώσω ότι από τις 30 Ιουνίου δεν θα είμαι προπονητής της Μπαρτσελόνα. Ως οπαδός αυτής της ομάδας θεωρώ ότι είναι το καλύτερο να αποχωρήσω στο τέλος της σεζόν. Χρειάζεται μια δυναμική αλλαγή και πιστεύω ότι αυτή η απόφαση θα απελευθερώσει τους παίκτες, θα είναι πιο ήρεμοι. Βάζω τον σύλλογο πάνω από τον εαυτό μου. Δεν θέλω να είμαι το πρόβλημα. Πριν από δύο χρόνια ήμουν η λύση, αλλά τώρα είναι η στιγμή που πρέπει να φύγω και εγώ». Η σύζυγος και ο αδελφός του (είναι μέλος του τεχνικού επιτελείου), που βρίσκονταν στην αίθουσα, τον άκουγαν βουρκωμένοι.
Είχε προηγηθεί μια ημίωρη συζήτηση του Τσάβι με τον πρόεδρο, Τζουάν Λαπόρτα, τον αντιπρόεδρο, Ράφα Γιούστε, και τον αθλητικό διευθυντή του συλλόγου, Ντέκο. Οπως αποκάλυψε ο ίδιος ο 44χρονος τεχνικός, η παραίτηση στριφογύριζε στο μυαλό του εδώ και αρκετό καιρό. Το ταπεινωτικό αποτέλεσμα του Σαββάτου ήταν, απλώς, η «κατάλληλη στιγμή» που περίμενε για να την ανακοινώσει. «Απελευθερώθηκα», τόνισε. Οι παίκτες του έμαθαν τα νέα μαζί με όλο τον υπόλοιπο κόσμο – και καθόλου δεν τους άρεσαν. «Εμείς φταίμε», δήλωσε ο Φρένκι ντε Γιονγκ. «Τι φταίει ο προπονητής, αν εμείς δεν παίζουμε καλά;» συμφώνησε ο Ρόναλντ Αραούχο.
Ηταν έκπληξη; Μάλλον όχι, παρότι είχε ανανεώσει το συμβόλαιό του (μέχρι το καλοκαίρι του 2025) μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο. Οι Καταλανοί έχουν μείνει πολύ πίσω στην κούρσα για τον τίτλο του πρωταθλήματος, έχουν αποκλειστεί από το Κύπελλο Ισπανίας, και έχασαν το Σούπερ Καπ με «τεσσάρα» από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Μόνο το Τσάμπιονς Λιγκ τους έχει απομείνει, όπου θα αντιμετωπίσουν τη Νάπολι στους «16». Λίγοι, όμως, πιστεύουν ότι η ομάδα μπορεί να φτάσει μακριά στη διασυλλογική διοργάνωση. Ο Τσάβι ξεκαθάρισε ότι η απόφασή του δεν πρόκειται να αλλάξει, ακόμη κι αν γίνει ένα θαύμα και η Μπαρτσελόνα κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ.
Ολες τις αποφάσεις που αφορούσαν την Μπαρτσελόνα, τις πήρε με την καρδιά του. Το 2015, όταν ένιωσε τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, παράτησε τον θρόνο του στη Βαρκελώνη και πήγε να κλείσει την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής στην Ντόχα. Τον Νοέμβριο του 2021, που η αθλητική του οικογένεια βίωνε τη μεγαλύτερη αγωνιστική κρίση των τελευταίων ετών, μόλις λίγους μήνες μετά την αποχώρηση του Λιονέλ Μέσι, και τα οικονομικά της προβλήματα ήταν τεράστια, δέχθηκε να αναλάβει την τεχνική ηγεσία της χωρίς δεύτερη σκέψη. Και τώρα, αδυνατώντας να βρει το φάρμακο που χρειάζεται η «Μπάρτσα», παραιτείται. Πάλι για το καλό της. «Είμαι εδώ για να προσφέρω στην αγαπημένη μου ομάδα. Αν δεν τα καταφέρω, θα πάω σπίτι μου», είχε δηλώσει μετά τη βαριά ήττα (4-1) από τη Ρεάλ στον τελικό του ισπανικού Σούπερ Καπ.
Οσοι ευελπιστούσαν ότι ο μεσοεπιθετικός-θρύλος της Μπαρτσελόνα, που από το 1998 έως το 2015 κατέκτησε 25 τρόπαια φορώντας τη φανέλα της, θα γινόταν ο νέος Γκουαρντιόλα, διαψεύστηκαν. Οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές. Ο Τσάβι δεν είχε στην ομάδα του έναν Τσάβι. Εναν Μέσι. Εναν Ινιέστα. Την παρέλαβε από τον Ρόναλντ Κούμαν σχεδόν διαλυμένη, στην 9η θέση της βαθμολογικής κατάταξης. «Σοκαρισμένη» από τη φυγή του «Λέο» στο Παρίσι, γερασμένη, χωρίς ηθικό.
Στην αρχή φάνηκε ότι θα μπορούσε να πετύχει αυτό που έμοιαζε ακατόρθωτο. Η Μπαρτσελόνα συνήλθε, τερμάτισε δεύτερη και εξασφάλισε τη συμμετοχή της στο Τσάμπιονς Λιγκ. Κόντρα σε όλα τα προγνωστικά νίκησε τη Ρεάλ Μαδρίτης στο «Μπερναμπέου» με 4-0. Αν και στην Ευρώπη δεν τα πήγε καλά, ένας άνεμος αισιοδοξίας άρχισε να πνέει. Το καλοκαίρι (του 2022) οι εμπορικές συμφωνίες που έκλεισε ο Λαπόρτα, έφεραν στη Βαρκελώνη τον Λεβαντόφσκι, τον Κουντέ, τον Ραφίνια και τον Κρίστενσεν. Και την επόμενη σεζόν (2022-2023) η Μπαρτσελόνα επέστρεψε στην κορυφή του ισπανικού πρωταθλήματος.
Οι προσδοκίες μεγάλωσαν. Το ίδιο και η πίεση που ένιωθε ο προπονητής. Η αφόρητη πίεση που άσπρισε τα μαλλιά του Ερνέστο Βαλβέρδε την εποχή που καθοδηγούσε την Μπαρτσελόνα. Δεν είναι εύκολος σύλλογος. Διψάει για τίτλους και τους θέλει σε συνδυασμό με θεαματικό ποδόσφαιρο. Ο Τσάβι, όμως, είχε ακόμη ένα μεγάλο πρόβλημα να αντιμετωπίσει. Ο πρόεδρος Λαπόρτα, ποτέ δεν τον εμπιστεύθηκε πραγματικά. Και ποτέ δεν ξέχασε, όπως υπογράμμισε το BBC Sport, ότι στις εκλογές του συλλόγου ήταν το «γερό χαρτί» στην καμπάνια ενός άλλου υποψήφιου: του Βίκτορ Φοντ.
Ο Λαπόρτα νίκησε, αλλά δεν τόλμησε να δυσαρεστήσει τους οπαδούς, που είχαν ενθουσιαστεί με την πρόταση του Φοντ. Προσέλαβε τον Τσάβι και αναγκάστηκε να ανανεώσει το συμβόλαιό του μετά την κατάκτηση του τίτλου. Παράλληλα, όμως, του αφαιρούσε εξουσίες. Οταν απομάκρυνε τους συμμάχους του –τον αθλητικό διευθυντή, Τζόρντι Κρόιφ, και τον διευθυντή ποδοσφαίρου, Ματέου Αλεμάνι– και ανέθεσε τις αρμοδιότητές τους στον Ντέκο και τον ατζέντη, Ζόρζε Μέντες, ο Τσάβι έμεινε μόνος. Η φωνή του στον σύλλογο αποδυναμώθηκε. Ετσι εξηγείται και το παράπονο του προπονητή, που παραξένεψε πολλούς: «Στην Μπαρτσελόνα συχνά νιώθεις ότι δεν σε σέβονται, ότι δεν εκτιμούν τη δουλειά σου».
Ηταν και εξαιρετικά άτυχος. Είδε μερικούς από τους καλύτερους παίκτες του να τραυματίζονται, ο ένας μετά τον άλλον: τον Τερ Στέγκεν, τον Πέδρι, τον Φρένκι ντε Γιόνγκ και τον Γκάβι, τον οποίο ο προπονητής χαρακτήρισε «καρδιά και ψυχή της Μπαρτσελόνα». Ο Ινιάκι Πένια, ο γκολκίπερ που αντικαθιστά τον Μαρκ Αντρέ Τερ Στέγκεν, έχει δεχθεί 31 γκολ σε 15 ματς. Τα άσχημα αποτελέσματα διαδέχονταν, το ένα το άλλο. Ακόμη και όταν νικούσε, η Μπαρτσελόνα δεν «έπειθε». Ο Τσάβι δεν είχε κάποια εξήγηση για αυτό.
Για να βρει κανείς την άκρη του νήματος πρέπει να γυρίσει αρκετά πίσω στον χρόνο, σε επιλογές που έγιναν πολύ πριν αναλάβει εκείνος. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το ποδοσφαιρικό παρατηρητήριο CIES και παρουσίασε τον περασμένο Ιανουάριο το BBC, η Μπαρτσελόνα είναι ο σύλλογος με τη μεγαλύτερη οικονομική ζημιά στις αγοραπωλησίες παικτών την τελευταία δεκαετία (2014-2023). Ανέρχεται σε 631 εκατ. ευρώ και οφείλεται, κυρίως, στο ότι ποδοσφαιριστές που χρυσοπλήρωσε, έφυγαν με πολύ λιγότερα χρήματα. Ενα παράδειγμα είναι ο Κουτίνιο. Τον αγόρασε (από τη Λίβερπουλ) έναντι 166 εκατ. ευρώ και τον πούλησε (στην Αστον Βίλα) για 20 εκατ. ευρώ. Ενα άλλο, ο Ντεμπλελέ. Κόστισε 158 εκατ. ευρώ και έφερε πίσω 51 εκατ. ευρώ.
Τον Απρίλιο του 2020 ο Τσάβι είχε εκμυστηρευθεί: «Το μεγάλο μου όνειρο είναι να δουλέψω στην Μπαρτσελόνα. Εκεί είναι το σπίτι μου, η ζωή μου. Ελπίζω κάποτε να έρθει αυτή η στιγμή». Η στιγμή ήρθε, αλλά στη δυσκολότερη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας του συλλόγου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News