863
Ο Τρέβορ Φράνσις με το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1979 | Peter Robinson/EMPICS via Getty Images

Τρέβορ Φράνσις: Ο «παίκτης του εκατομμυρίου» δεν είναι πια εδώ

Sportscaster Sportscaster 25 Ιουλίου 2023, 16:32
Ο Τρέβορ Φράνσις με το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1979
| Peter Robinson/EMPICS via Getty Images

Τρέβορ Φράνσις: Ο «παίκτης του εκατομμυρίου» δεν είναι πια εδώ

Sportscaster Sportscaster 25 Ιουλίου 2023, 16:32

Υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της γενιάς του – η Μπέρμιγχαμ του εμπιστεύθηκε μια θέση στην πρώτη της ομάδα σε ηλικία, μόλις, 16 ετών. Στα 23 χρόνια της επαγγελματικής του καριέρας, πριν γίνει προπονητής, αγωνίστηκε στην Αγγλία, την Ιταλία και τη Σκωτία. Συμπλήρωσε 52 συμμετοχές στην εθνική ομάδα της χώρας του, και έπαιξε σε Παγκόσμιο Κύπελλο (1982). Με τη Νότιγχαμ Φόρεστ κατέκτησε, μεταξύ άλλων, δυο Κύπελλα Πρωταθλητριών, σκοράροντας στον τελικό του 1979 το νικητήριο γκολ. Ωστόσο, ο Τρέβορ Φράνσις, ο οποίος «έφυγε» ξαφνικά στα 69 του χρόνια, θα μείνει στην Ιστορία του ποδοσφαίρου ως «ο παίκτης του εκατομμυρίου».

Δεν ήταν ο πρώτος, που η μεταγραφή του (από την Μπέρμιγχαμ στη Φόρεστ το 1979) κόστισε πάνω από ένα εκατομμύριο (λίρες). Τόσα είχε δώσει -σε δολάρια- η Μπαρτσελόνα στον Αγιαξ για τον Γιόχαν Κρόιφ το 1973. Ακόμη περισσότερα, η Νάπολι στην Μπολόνια για τον Τζιουζέπε Σαβόλντι το 1975. Ηταν, όμως, ο πρώτος Βρετανός για τον οποίο «κόπηκε» επιταγή με επταψήφιο ποσό. Και αυτό το ποσό ήταν διπλάσιο -και βάλε- από τις 516.000 λίρες του προηγούμενου ρεκόρ που είχε καταγραφεί στην αγορά της Αγγλίας. Ακόμη και ο Μπράιαν Κλαφ, ο θρυλικός προπονητής της Φόρεστ, ο οποίος ενέκρινε αυτή τη μεταγραφή, δεν τόλμησε να αποκαλύψει το πραγματικό της κόστος (1,18 εκατ. λίρες). Ελεγε ότι ο 24χρονος -τότε- επιθετικός αποκτήθηκε έναντι… 999.999 λιρών.

Στη συνέντευξη Τύπου της Φόρεστ για την επίσημη παρουσίαση του παίκτη, τον Φεβρουάριο του 1979, ο Φράνσις αφίχθη με μια απαστράπτουσα Τζάγκουαρ, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του, Ελεν, που φορούσε ένα γούνινο παλτό. Ο Κλάφ, που πάντα πίστευε ότι η έπαρση των ποδοσφαιριστών βλάπτει σοβαρά τις ομάδες τους, εμφανίστηκε με μια ρακέτα στο χέρι – αμέσως μετά θα πήγαινε για σκουός. Προτού αποχωρήσει, τη χρησιμοποίησε για να χτυπήσει τον Φράνσις, απαλά αλλά ταπεινωτικά, στο κεφάλι, μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες και τους φακούς των φωτορεπόρτερ. Τις επόμενες μέρες άρχισε τα.. καψόνια. Μεταξύ άλλων, τον διέταξε να φτιάξει τσάι για όλους τους συμπαίκτες του. Και στα τρία πρώτα ματς τον άφησε στον πάγκο, αν και δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα τραυματισμού.

Τρέβορ Φράνσις και Μπράιαν Κλαφ το 1979

Τίποτα από όλα αυτά δεν χρειαζόταν. Ο Φράνσις ήταν ένας σεμνός και ευγενικός νέος, πραγματικός τζέντλεμαν, που έμοιαζε περισσότερο με ντροπαλό φοιτητή του Ιτον, παρά με σταρ του ποδοσφαίρου. Παρέμεινε «προσγειωμένος» και μετά τη μεταγραφή του εκατομμυρίου, όπως τότε που ως πιτσιρικάς υπέγραψε το πρώτο του συμβόλαιο στην Μπέρμιγχαμ με αντάλλαγμα ένα πλυντήριο ρούχων.

Με τον καιρό, ο Κλαφ πείστηκε για τον άψογο χαρακτήρα του. Για τις αρετές που είχε ως παίκτης, ο προπονητής (που υπήρξε και εκείνος δεινός σκόρερ) δεν είχε, εξαρχής, καμία αμφιβολία. Του είχε βγάλει το παρατσούκλι «στιγμιαίος καφές». Επειδή είχε την ικανότητα να πετυχαίνει γκολ «από το τίποτα». Ο Φράνσις ήταν γρήγορος σαν αστραπή, εξαιρετικά ευκίνητος, εύστοχος στην τελική προσπάθεια και -όπως όλοι οι σπουδαίοι στράικερ- έβρισκε τρόπους να ξεφεύγει από το στενό μαρκάρισμα των αμυντικών.

Το πιο σπουδαίο από τα πολλά γκολ που πέτυχε, ήταν εκείνο που χάρισε στη Φόρεστ το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1979: στον τελικό εναντίον της σουηδικής Μάλμο στο Μόναχο. Ο Κλαφ το είχε φωτογραφία πάνω στο γραφείο του. Την επόμενη σεζόν δεν έπαιξε πολύ, λόγω τραυματισμών, όμως βοήθησε σημαντικά την ομάδα του να επαναλάβει τον άθλο της. Σκόραρε δυο τέρματα και κέρδισε ένα πέναλτι στο παγωμένο (-7 Κελσίου) Βερολίνο, στον προημιτελικό – ρεβάνς εναντίον της Ντινάμο, ενώ πέτυχε γκολ και στον ημιτελικό με τον Αγιαξ.

Στη συνέχεια, η Τύχη και ο Κλαφ δεν του φέρθηκαν καλά. Ενας τραυματισμός στον αχίλλειο τένοντα, του στέρησε τη συμμετοχή του στον τελικό εναντίον του Αμβούργου, ενώ ο προπονητής δεν του επέτρεψε να ακολουθήσει την αποστολή της ομάδας στη Μαδρίτη (το θεωρούσε… γρουσουζιά να έχει κοντά του τραυματισμένους παίκτες), αλλά ούτε και να λάβει μέρος στην παρέλαση των θριαμβευτών, όταν επέστρεψαν στο Νότιγχαμ με το τρόπαιο.

Το 1981 η Φόρεστ τον πούλησε (ακριβότερα από όσο τον είχε αγοράσει) στη Μάντσεστερ Σίτι, χωρίς να του δοθεί η παραμικρή εξήγηση από τον Κλαφ. Μετά τη Σίτι έπαιξε στην Ιταλία (Σαμπντόρια, Αταλάντα), κι έπειτα στη Σκωτία (Ρέιντζερς), με την κακοτυχία των τραυματισμών να τον συνοδεύει παντού. Επέστρεψε στην Αγγλία ως παίκτης – προπονητής της Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς και της Σέφιλντ Γουένσντεϊ, προτού αναλάβει καθήκοντα μάνατζερ, επί μια πενταετία, στην ομάδα «της καρδιάς του».

Εκεί, στην Μπέρμιγχαμ, δεν θα τον ξεχάσουν ποτέ. Τον λάτρεψαν από την πρώτη στιγμή που φόρεσε τη φανέλα του συλλόγου, τον Σεπτέμβριο του 1970, σε ηλικία 16 ετών και 139 ημερών. Στα πρώτα 15 παιχνίδια του πετύχαινε γκολ ασταμάτητα, αποκτώντας το παρατσούκλι «Σούπερ-μπόι». Οταν αυτό το σερί διακόπηκε, η πρώτη είδηση στις αθλητικές ειδήσεις του BBC ήταν ότι «ο Τρέβορ Φράνσις δεν σκόραρε σήμερα». Η παρουσία του γέμιζε τις εξέδρες του «Σεντ Αντριους» με 50.000 κόσμο, ακόμη και την εποχή που η Μπέρμιγχαμ αγωνιζόταν στη Β’ Κατηγορία.

Πιο πολύ από την μπάλα, ο Φράνσις αγάπησε τη σύντροφο της ζωής του, Ελεν. Παντρεύτηκαν το 1974 και απέκτησαν δυο παιδιά, τον Μάθιου και τον Τζέιμς. Ο θάνατος της Ελεν, το 2017 από καρκίνο, ήταν για εκείνον «η αρχή του τέλους». Αφησε την τελευταία του πνοή τη Δευτέρα (24/7) στη Μαρμπέγια της Ισπανίας έπειτα από καρδιακό επεισόδιο. Είναι το πρώτο μέλος εκείνης της «μαγικής» ομάδας, που «έφυγε» για να συναντήσει στην ποδοσφαιρική αθανασία τον δημιουργό της.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...