Οι σχέσεις ανάμεσα στην Κίνα και την Ταϊβάν είναι τεταμένες από τον ντε φάκτο χωρισμό τους το 1949 και προκαλούν ένταση στις σχέσεις ανάμεσα στο Πεκίνο και την Ουάσινγκτον.
Με αφορμή την πρόσφατη κλιμάκωση μεταξύ των δύο χωρών, ενόψει της φημολογούμενης επίσκεψης της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών Νάνσι Πελόζι στην Ταϊπέι –η οποία αν γίνει, αναμένεται «να ανάψει φωτιές» στην περιοχή (περισσότερα εδώ)–, το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων σταχυολόγησε τους σημαντικότερους σταθμούς της μακράς εχθρότητας ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Ο χωρισμός
Την 1η Οκτωβρίου 1949, ο Μάο Τσετούνγκ κηρύσσει την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στο Πεκίνο.
Οι εθνικιστικές δυνάμεις του Κουομιντάν (σ.σ. Κινεζικό Εθνικιστικό Κόμμα) υπό τον Τσανγκ Κάι-σεκ (1887-1975) κατέφυγαν στην Ταϊβάν (πρώην Φορμόζα), σχημάτισαν κυβέρνηση στις 7 Δεκεμβρίου και απαγόρευσαν κάθε σχέση ανάμεσα στο νησί (επισήμως «Δημοκρατία της Κίνας») με την κομμουνιστική Κίνα.
Τον Δεκέμβριο εκδηλώθηκε η πρώτη (μίας σειράς) απόπειρα του Κινεζικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (σ.σ. οι ένοπλες δυνάμεις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας) να καταλάβει τις νησίδες Κεμόι και Ματσού.
Η Ταϊβάν γίνεται το 1950 σύμμαχος της Ουάσινγκτον που βρίσκεται σε πόλεμο με την Κίνα στην Κορέα.
Η έδρα στον ΟΗΕ δίδεται στο Πεκίνο
Στις 5 Οκτωβρίου 1971, η έδρα της Κίνας στον ΟΗΕ, την οποία έχει καταλάβει η Ταϊβάν, δόθηκε στο Πεκίνο.
Το 1979, η Ουάσινγκτον διέρρηξε στις διπλωματικές της σχέσεις με την Ταϊπέι για να αναγνωρίσει την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Ομως το αμερικανικό Κονγκρέσο επέβαλλε την χορήγηση στρατιωτικής βοήθειας στην Ταϊβάν για να εξασφαλίσει την άμυνά της.
Εκτοτε, οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθέτησαν πολιτική «στρατηγικής ασάφειας» απέναντι στην Ταϊπέι, αποφεύγοντας να δηλώσουν αν θα επέμβουν στρατιωτικά ή όχι για την άμυνα της Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής.
Πάντως, η Ουάσινγκτον παρέμεινε ο ισχυρότερος σύμμαχος της Ταϊβάν και ο πρώτος προμηθευτής στρατιωτικού υλικού.
Αντιαποσχιστικός νόμος
Στις 2 Νοεμβρίου 1987, οι Ταϊβανέζοι απέκτησαν άδεια να μεταβαίνουν στην ηπειρωτική Κίνα για οικογενειακές συναντήσεις, γεγονός που ανοίγει τον δρόμο στις εμπορικές ανταλλαγές. Το 1991, η Ταϊπέι ανακάλεσαν τις ρυθμίσεις περί εμπόλεμης κατάστασης με την Κίνα.
Το 1995, ωστόσο, το Πεκίνο διέκοψε τις διαπραγματεύσεις για την εξομάλυνση των σχέσεων σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το ταξίδι του προέδρου Λι Τενγκ-Χούι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1996, η Κίνα εκτόξευσε πυραύλους κοντά στις ακτές της Ταϊβάν λίγο πριν από τις πρώτες προεδρικές εκλογές με καθολική ψηφοφορία, στις 23 Μαρτίου.
Στις 14 Μαρτίου 2005 το Πεκίνο υιοθέτησε έναν αντιαποσχιστικό νόμο που προβλέπει την χρήση «μη ειρηνικών» μέσων σε περίπτωση που η Ταϊβάν κηρύξει την ανεξαρτησία της.
Διακυβερνητικός διάλογος για πρώτη φορά στα χρονικά
Το 2008, Πεκίνο και Ταϊπέι επανέλαβαν τον διάλογο που διακόπηκε το 1995. Το 2010, υπεγράφη συμφωνία-πλαίσιο οικονομικής συνεργασίας και ακολουθεί τετραετής διακυβερνητικός διάλογος.
Στις 7 Νοεμβρίου 2015, οι πρόεδροι της Κίνας και της Ταϊβάν συναντήθηκαν στην Σιγκαπούρη, γεγονός πρωτοφανές από το 1949.
Εντάσεις
Το 2016, η Τσάι Ινγκ-γουέν, που προέρχεται από κόμμα που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας, ανέλαβε την προεδρία στην Ταϊβάν. Το Πεκίνο διέκοψε κάθε επικοινωνία με την Ταϊπέι, αφού η νέα κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει την αρχή «της μίας Κίνας».
Το 2017, ο Ντόναλντ Τραμπ, ως πρόεδρος των ΗΠΑ, έδωσε άδεια για μεγάλη κλίμακας πώληση όπλων στην Ταϊβάν. Τον επόμενο χρόνο, οι ΗΠΑ υιοθέτησαν ένα νόμο που ενισχύει τους δεσμούς τους με την Ταϊβάν.
Πιέσεις
Το 2019, ο Σι Τζινπίνγκ δήλωσε ότι δεν θα απεμπολήσει την αρχή της προσφυγής στην στρατιωτική βία για την ανάκτηση της Ταϊβάν. Στην συνέχεια προειδοποίησε την Ουάσινγκτον «να μην παίζει με την φωτιά» μετά την νέα πώληση όπλων στην Ταϊπέι. Ακολούθησαν πολλές συμφωνίες πώλησης όπλων.
Τον Ιανουάριο 2020, η Τσάι Ινγκ-γουέν επανεξελέγη και δήλωσε ότι η Ταϊβάν αποτελεί «χώρα per se».
Στις αρχές του Οκτωβρίου, ο Σι Τζινπίνγκ ζήτησε από τον στρατό «να ετοιμασθεί για πόλεμο».
Ρεκόρ εναέριων παραβιάσεων
Στις 12 Απριλίου 2021, 25 κινεζικά πολεμικά αεροσκάφη, αριθμός ρεκόρ που έκτοτε έχει ξεπεραστεί, εισήλθε στην αναγνωριστική ζώνη αεροπορικής άμυνας της Ταϊβάν, σε απόσταση 200 χιλιομέτρων από τις ακτές του νησιού. Το 2021, συνολικά, περί τα 970 κινεζικά αεροσκάφη εντοπίστηκαν να πετούν στην ζώνη αυτή.
Σινοαμερικανή ένταση
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δήλωσε στις 22 Οκτωβρίου ότι η Ουάσινγκτον είναι έτοιμη να υπερασπισθεί στρατιωτικά την Ταϊβάν σε περίπτωση επίθεσης εκ μέρους της Κίνας. Ωστόσο, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι η πολιτική της «στρατηγικής ασάφειας» απέναντι στην Ταϊβάν παραμένει αμετάβλητη.
Στις 27 Οκτωβρίου, η Κίνα απέρριψε αμερικανική πρόταση για «σημαντική συμμετοχή» της Ταϊβάν στον ΟΗΕ.
Την επομένη, η πρόεδρος της Ταϊβάν αναγνώρισε δημόσια, για πρώτη φορά από το 1979, αμερικανική στρατιωτική παρουσία στο έδαφος της Ταϊβάν.
«Κίνδυνος»
Στις 23 Μαΐου 2022, ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε και πάλι έτοιμος να υπερασπισθεί την Ταϊβαν σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, θεωρώντας ότι το Πεκίνο «φλερτάρει με τον κίνδυνο», πριν δώσει την διαβεβαίωση ότι οι ΗΠΑ δεν προτίθενται «καθόλου» να αλλάξουν πολιτική.
Το Πεκίνο απάντησε με διείσδυση, την δεύτερη μεγαλύτερη αυτόν τον χρόνο, 30 αεροσκαφών στην αναγνωριστική ζώνη αεροπορικής άμυνας της Ταϊβάν.
Προειδοποιήσεις και απειλές
Στο τέλος του Ιουλίου, ο Σι Τζινπίνγκ προειδοποίησε και πάλι τον αμερικανό ομόλογό του «να μην παίζει με την φωτιά» σχετικά με την Ταϊβάν, την ώρα που το Πεκίνο απειλούσε με «συνέπειες» αν η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι πραγματοποιήσει το σχέδιό της να επισκεφθεί την Ταϊβάν.
Στις 2 Αυγούστου, η Κίνα προειδοποίησε ότι οι ΗΠΑ θα φέρουν την ευθύνη μιας τέτοιας επίσκεψης και ότι θα πρέπει «να πληρώσουν το τίμημα». Η επίσκεψη Πελόζι, στο πλαίσιο της περιοδείας της σε χώρες της Ασίας, δεν είχε ανακοινωθεί επισήμως, μέχρι το μεσημέρι της Τρίτης (ώρα Ελλάδος), ωστόσο ο διεθνής Τύπος αναφέρθηκε σε πιθανή συνάντησή της την Τετάρτη με την πρόεδρο της Ταϊβάν.