Ο Ανδρέας Αλικανιώτης είναι ένας «ήρωας σε καιρό ειρήνης», ή όπως συνηθίζουν να λένε οι Αγγλοσάξωνες, ένας «ήρωας κατά λάθος»: ήταν ένας από τους ταξιδιώτες του μοιραίου τρένου της Hellenic Train που διαλύθηκε τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου στα Τέμπη· όχι μόνο επέζησε της σύγκρουσης, αλλά βοήθησε πολλούς από τους συνεπιβάτες του να απεγκλωβιστούν και να γλιτώσουν.
Ενας 20χρονος ήρωας που έγινε ένα πρόσωπο των media, μια φωτεινή εικόνα στους ζοφερούς καιρούς που ζούμε. Το Σάββατο έδωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη στα «Νέα Σαββατοκύριακο» και στη Μαρία Μουρελάτου, μια συνέντευξη μακριά από τα κλισέ και την ατσαλοσύνη των τηλεοπτικών πάνελ.
Τα όσα μαθαίνει κανείς από αυτή τη συνέντευξη στα «Νέα», για αυτόν τον κ. Αλικανιώτη, είναι από μόνα τους για ταινία – από τα υλικά που φτιάχνονται όντως οι ήρωες, ή οι ιστορίες ηρωισμού.
♦ «Από εκείνη την ημέρα μέχρι και σήμερα, δάκρυ από τα μάτια μου δεν έχει στάξει», είπε στη συνομιλήτριά του, για να παραδεχτεί ότι έχει σκοπό να επισκεφθεί ειδικό προσθέτοντας πως «μόνο καλό θα μου κάνει, δεν είναι κάτι μικρό αυτό που έγινε, είμαι κι εγώ ένα από τα θύματα».
♦ «Δεν μπορώ να κοιμηθώ και δεν μπορώ να φάω αυτές τις μέρες γιατί νιώθω ότι δεν το έχω ανάγκη, ίσως να νιώθω τύψεις που επέζησα», θα προσθέσει.
♦ «Πρόλαβαν και πέρασαν πολλά από το μυαλό μου. Τα πρώτα δευτερόλεπτα σκεφτόμουν “τι έγινε τώρα, τι ζω, πώς γίνεται ξαφνικά να είμαστε αναποδογυρισμένοι”. Σε δεύτερο χρόνο, σκέφτηκα ότι “εφόσον έγινε αυτό, πρόκειται να πεθάνω, κρίμα, δεν πρόλαβα να αποχαιρετήσω τους δικούς μου”. Χωρίς πανικό, απλά είχα αποδεχθεί τον θάνατό μου. Και σκέφτηκα, τουλάχιστον, να πεθάνω ακαριαία, όχι να καώ ζωντανός. Γιατί πάνω στη σύγκρουση ένιωσα όλη τη θερμότητα που διαπέρασε το βαγόνι».
♦ Μικρός ήθελε να γίνει καρδιολόγος και αργότερα, όταν ήρθε στη ζωή του ο αθλητισμός – έχει επτά πανελλήνια πρωταθλήματα στην κολύμβηση -, άρχισε να σκέφτεται τον κλάδο της αθλητικής ψυχολογίας. Τελικά τον κέρδισαν τα καράβια αφού το 2020 πέρασε, ως μηχανικός, στην Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού της Θεσσαλονίκης κι έκτοτε ανεβοκατέβαινε με το τρένο. Αυτή τη φορά, αν δεν ήταν το αμάξι του στο συνεργείο, θα το είχε αποφύγει
♦ Το απόγευμα της Τρίτης 28ης Φεβρουαρίου, έπειτα από το τριήμερο του καρναβαλιού και της Καθαράς Δευτέρας στην Πάτρα, επιβιβάστηκε και ο ίδιος στο μοιραίο τρένο, την αμαξοστοιχία Intercity 62, στο δεύτερο βαγόνι – αμέσως μετά το κυλικείο – στη θέση με τον αριθμό 72.
♦ «Στο τρένο ήμουν με τρεις συμφοιτητές μου, τον Δημήτρη που ταξιδεύαμε μαζί και δύο που βρήκα τυχαία. Μιλούσα στο τηλέφωνο για να ενημερώσω ότι λόγω καθυστερήσεων δεν θα προλάβω το λεωφορείο στη Θεσσαλονίκη. Τη στιγμή εκείνη έγινε το μπαμ. Για καλή μου τύχη, ήμουν καθιστός γιατί νωρίτερα στεκόμασταν στις πόρτες του διαδρόμου που χώριζε τα βαγόνια 2 και 3. Την ώρα της συντριβής, ο διάδρομος έγινε χαλκομανία. Αν ήμασταν εκεί, θα είχαμε πολτοποιηθεί. Αμέσως μου έπεσε το κινητό από το χέρι και δεν το ξαναβρήκα ποτέ, έκλεισε το φως κι υπήρχαν παντού σπινθήρες».
♦ «Μόλις άνοιξαν τα παιδιά τον φακό από τα κινητά τους, θυμάμαι να είμαι σε ένα ερείπιο, το βαγόνι να έχει πλαγιάσει προς τα δεξιά και από κάτω να έχει φωτιά, η οποία ήταν επικίνδυνο να σπάσει το τζάμι και να μπει μέσα. Είχα αίματα στο κεφάλι, στα χέρια. Στο αριστερό μου πόδι είχα αίματα δικά μου και αίματα άλλων στο δεξί. Τα άσπρα μου παπούτσια έγιναν κόκκινα. Αποφασίσαμε με ένα παλικάρι να σπάσουμε το τζάμι από τα αριστερά με μια βαλίτσα. Βγάζοντας το κεφάλι μου από το παράθυρο, έπαθα πλάκα. Ηταν τουλάχιστον τριάμισι μέτρα το ύψος. Σκεφτόμουν “ακόμα και αν πηδήξω εγώ, πώς θα το αποφασίσουν οι άλλοι;”. Τελικά, κρεμαστήκαμε από το παράθυρο αφήνοντας το σώμα μας να πέσει για να φτάσουμε στο έδαφος από μικρότερη απόσταση. Θυμάμαι να έχουμε μείνει στο βαγόνι με τον Δημήτρη που ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα και τραυματισμένος στα πλευρά, εγώ να του λέω “σήκω, θα καούμε ζωντανοί” κι εκείνος να λέει “δεν μπορώ”. Εν τέλει, τον έπεισα κι εκείνον και πήδηξε από το βαγόνι και τελευταίος βγήκα εγώ. Το σκέφτηκα να φύγω να σωθώ. Αλλά αν δεν είχα βοηθήσει τους άλλους, μπορεί να μην πέθαινα εκείνη την ώρα, ψυχικά όμως θα ήμουν νεκρός για μια ζωή. Κι αν τώρα δεν μπορώ να κοιμηθώ μία, πιστεύω πως ίσως να μην μπορούσα να κοιμηθώ φυσιολογικά ποτέ.
♦ Στις 23.55 έκανα την πρώτη κλήση στο σπίτι: “Μαμά, εκτροχιάστηκε το τρένο, να ξέρεις είμαι όρθιος και περπατάω…”».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News