Θα γινόταν η πρώτη Αφγανή που θα συμμετείχε στους Παραολυμπιακούς Αγώνες. Θα αναχωρούσε για το Τόκιο σήμερα (Τρίτη) τα ξημερώματα, αλλά δεν πρόλαβε. Για λίγες ώρες. Με το χάος που επικρατεί στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, μετά την κατάληψη της αφγανικής πρωτεύουσας από τους Ταλιμπάν, ο κίνδυνος ζωής για οποιονδήποτε επιχειρήσει να ταξιδέψει είναι μεγάλος. Επιπλέον, τα εισιτήρια για τις λιγοστές πτήσεις εξωτερικού που δεν ματαιώθηκαν δεν ισχύουν πια. Εκδόθηκαν καινούργια και κοστίζουν «μια περιουσία».
Πριν από μερικές μέρες, η Ζάκια Χουντανταντί, πρωταθλήτρια στο τάε-κβο-ντο, είχε εξομολογηθεί στον επίσημο ιστότοπο των Αγώνων (www.paralympic.org): «Από τη στιγμή που με ενημέρωσαν ότι μου χορηγήθηκε κάρτα συμμετοχής, είμαι ενθουσιασμένη. Και ευτυχισμένη, γιατί είναι η πρώτη φορά που μια γυναίκα θα εκπροσωπήσει την Ισλαμική Δημοκρατία του Αφγανιστάν στη διοργάνωση». Η 23χρονη από τη Χεράτ έκανε τις προπονήσεις της, διακριτικά, σε πάρκα (τις νύχτες) και σε πίσω αυλές σπιτιών. Γιατί, δυστυχώς, το θέαμα μιας κοπέλας που αθλείται δεν είναι προκλητικό μόνο για τους φανατικούς ισλαμιστές. Τώρα, όμως, το όνειρό της γκρεμίστηκε. Τώρα τρέχει να κρυφτεί, να εξαφανίσει κάθε τι που θα μπορούσε να την ενοχοποιήσει για ασέβεια προς τον ισλαμικό νόμο.
Μαζί με τη Χουντανταντί θα ταξίδευε στο Τόκιο και ο δισκοβόλος Χουσεΐν Ραζούλι. Η Ολυμπιακή Επιτροπή της χώρας ενημέρωσε τους διοργανωτές για τις εξελίξεις και στη συνέχεια κλείδωσε τα γραφεία της. Τα μέλη της «τρέμουν» την οργή των Ταλιμπάν. Μήπως τους τιμωρήσουν για το «εγκλήματά» τους. Εχουν κάνει κι άλλα, στο παρελθόν. Το 2016 είχαν στείλει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο την 20χρονη –τότε– σπρίντερ Κμίμια Γιοσέφι, την οποία, μάλιστα, είχαν επιλέξει για σημαιοφόρο του Αφγανιστάν. Την έστειλαν, πριν από λίγες εβδομάδες, και στο Τόκιο. Στις 23 Ιουλίου κράτησε, πάλι, τη σημαία της πενταμελούς αποστολής της χώρας της (οι υπόλοιποι ήταν άνδρες), μαζί με τον αθλητή του τάε-κβο-ντο, Φαρζάντ Μασούρι. Ετρεξε στα 100 μέτρα γυναικών και πέτυχε εθνικό ρεκόρ (13″29), όμως δεν ήταν αρκετό. Τερμάτισε 7η στους προκριματικούς, και αποκλείστηκε.
Η Γιοσέφι είχε κατορθώσει να φύγει από το Αφγανιστάν σε μικρή ηλικία, όμως είχε επιστρέψει πριν από μερικά χρόνια, πιστεύοντας ότι οι Ταλιμπάν είχαν χάσει οριστικά την εξουσία. Είχε πραγματοποιήσει την προετοιμασία της για το Τόκιο στην Καμπούλ, παρά τις πρωτόγονες συνθήκες προπόνησης που έπρεπε να αντιμετωπίσει, και γύρισε στη γενέτειρά της όταν οι Αγώνες ολοκληρώθηκαν. Ηταν μεγάλο λάθος, όπως η ίδια παραδέχτηκε στον Guardian. Εγκλωβισμένη, πλέον, σε ένα προάστιο της αφγανικής πρωτεύουσας, φοβάται ότι το νέο, σκοταδιστικό καθεστώς θα την έχει «βάλει στο μάτι».
Ο Αριαν Σαντίκι, που θα ήταν ο αρχηγός της αφγανικής αποστολής στους Παραολυμπιακούς, μίλησε στο Reuters από το Λονδίνο, όπου κατοικεί μονίμως εδώ και πολλά χρόνια. Τόνισε τη μεγάλη πρόοδο που είχε κάνει ο αθλητισμός στη χώρα του μετά το 2001, που οι σκληροπυρηνικοί ισλαμιστές έχασαν την εξουσία, με αποκορύφωμα το πρώτο Ολυμπιακό μετάλλιο (χάλκινο) που κατέκτησε στο τάε-κβο-ντο ο Ροχουλάχ Νικπάι στους Αγώνες του 2008, επαναλαμβάνοντας τον άθλο του το 2012. Και προέβλεψε οτι τα σπορ θα υποστούν νέο διωγμό. Ιδίως σε ό,τι αφορά τις γυναίκες, που (κατά τους Ταλιμπάν) δεν πρέπει να βγαίνουν από το σπίτι, ούτε, καν, για να πάνε στον γιατρό. «Το παρελθόν μάς δείχνει το μέλλον», είπε χαρακτηριστικά.
Η ανακατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν θα βάλει τέλος και στο γυναικείο ποδόσφαιρο, που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται έντονα τα τελευταία χρόνια. Φοβούμενοι ότι θα «το πληρώσουν» με τη ζωή τους, που έδωσαν την μπάλα στις νεαρές Αφγανές, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της χώρας ζήτησαν άσυλο, για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, στην Ινδία, ζητώντας από τους συναδέλφους τους παράγοντες στο Νέο Δελχί να κινητοποιήσουν τις γνωριμίες τους στην κυβέρνηση, ώστε το αίτημά τους να γίνει δεκτό.
Τις βάσεις για την ανάπτυξη του γυναικείου ποδοσφαίρου στο Αφγανιστάν είχε βάλει, το 2007, η Χαλίντα Ποπάτ, που μαζί με κάποιες φίλες της είχαν συγκροτήσει την εθνική ομάδα της χώρας. Αμέσως μετά άρχισε να δέχεται υβριστικά μηνύματα και απειλές για τη ζωή της. Ωσπου, το 2012, κατόρθωσε να περάσει τα σύνορα και να φτάσει, πρόσφυγας, στη Δανία.
Η Ποπάτ είχε προκαλέσει διεθνή ντόρο το 2018, όταν ζήτησε από αγγλική εφημερίδα να δημοσιεύσει στοιχεία που είχε στην κατοχή της, τα οποία αποδείκνυαν οτι δύο πρόεδροι της αφγανικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου, αλλά και προπονητές, παρενοχλούσαν σεξουαλικά παίκτριες, που ήταν – δεν ήταν 16 ετών. Κάποιες τις υποχρέωναν να περάσουν από το κρεβάτι τους. Αλλες, τις χτυπούσαν κιόλας. Ενα δωμάτιο των γραφείων είχε μετατραπεί σε κανονική κρεβατοκάμαρα. Μερικούς μήνες μετά, το 2019, η FIFA καθαίρεσε τον πρόεδρο Κεραμουντίν Καρίμ, που κατείχε τη θέση επί 15 χρόνια.
Από το βράδυ της Κυριακής, διεθνείς παίκτριες του Αφγανιστάν τηλεφωνούν στην Ποπάτ, στην Κοπεγχάγη, και ζητούν τη συμβουλή της. Εχουν πανικοβληθεί, και δεν ξέρουν τι πρέπει να κάνουν. Η Ποπάτ απαντά σε όλες να φύγουν από τα σπίτια τους, να μείνουν μακριά από γείτονες που γνωρίζουν τις αθλητικές τους δραστηριότητες, να καταστρέψουν φωτογραφίες και ό,τι άλλο τις συνδέει με το ποδόσφαιρο και να κλείσουν τους λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Καίγεται η καρδιά μου», τόνισε σε τηλεφωνική της συνέντευξη στο Associated Press. «Ολα αυτά τα χρόνια τις παρότρυνα να συμβάλουν, ώστε οι γυναίκες στο Αφγανιστάν να πάψουν να είναι αόρατες. Και τώρα, εγώ η ίδια, λέω σε αυτά τα κορίτσια να εξαφανιστούν…».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News