Αν ζούσε ο κυρ-Θόδωρος (Νικολαΐδης), στο σημερινό «Φως» θα έβαζε τίτλο «1-0 αντί 4-0». Εναν από τους αγαπημένους του. Διότι το ντέρμπι ήταν για «τεσσάρα». Ενα από τα ελάχιστα των τελευταίων ετών με τον Παναθηναϊκό τόσο ξεκάθαρα ανώτερο του Ολυμπιακού. Ο Πρωταθλητής δοκίμασε μόλις ένα σουτ σε ολόκληρο το 90λεπτο, και αυτό εκτός στόχου. Στα… πουλιά. Ο Παναθηναϊκός, από την άλλη, είχε 12 τελικές προσπάθειες και πέντε έξι πολύ καλές ευκαιρίες. Ο δείκτης του σκορ κόλλησε στο 1-0, που σε δυο τρεις εβδομάδες θα το θυμάται μόνον η Στατιστική. Γλίτωσε ένα 3-0 ή 4-0, που οι οπαδοί το διηγούνται στα παιδιά τους.
Το ότι ο καλύτερος του γηπέδου έπαιζε με τους ηττημένους και ήταν ο τερματοφύλακάς τους, τα λέει όλα για το χθεσινό (Κυριακή) ματς στη Λεωφόρο. Ο Στέφανος Καπίνο υπερασπίστηκε την τιμή του «Θρύλου», και κατέδειξε την κλάση του. Κυρίως, όμως, ότι έχει «κότσια». Η πρώτη εμφάνιση του «προδότη» μπροστά στο κοινό της παλιάς του ομάδας είναι μια ψυχική δοκιμασία που μόνον όσοι την έχουν βιώσει, μπορούν να κατανοήσουν. Ο Αντώνης Νικοπολίδης είναι ένας απ’ αυτούς. Στη δική του επιστροφή του στη Λεωφόρο, πριν από δώδεκα χρόνια (το 2005), ήταν ο καλύτερος παίκτης του Ολυμπιακού. Αλλά είχε φύγει ηττημένος κι αυτός, με το ίδιο σκορ (1-0).
Ιδίως το πρώτο ημίχρονο εξελίχθηκε σε ένα άγριο μονότερμα, στο οποίο οι νικητές έβαλαν το δύσκολο γκολ και έχασαν τα πιο εύκολα. Ο Μάρκους Μπεργκ πιστοποίησε την άνεση που τον διακρίνει στο σκοράρισμα, αλλά και την εξαιρετική του φόρμα αυτόν τον καιρό, πετυχαίνοντας το 14ο τέρμα του μέσα στο 2017. Οι υπόλοιποι έβλεπαν το αντίπαλο τέρμα σαν σπιρτόκουτο. Ο Κλωναρίδης, έπειτα από δυο πολύ άσχημα «τελειώματα», έπεσε ψυχολογικά. Ολη νύχτα να έπαιζαν, γκολ δεν θα έβαζε. Για τον Εμποκού, η υπερβολική αστοχία είναι χρόνιο πρόβλημα. Βεβαίως, εάν αυτός ο «εκρηκτικός» ποδοσφαιριστής είχε και την τελική ενέργεια, δεν θα έπαιζε στην Ελλάδα. Σωστό κι αυτό. Πάντως, ο Μαρίνος Ουζουνίδης θα πρέπει να προβληματιστεί. Σε ένα ματς με 12-1 προσπάθειες για γκολ, η ομάδα του περπατούσε σε τεντωμένο σκοινί μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο. Από μια στραβοκλωτσιά θα μπορούσε να χάσει τη νίκη.
Πολύ περισσότερο πρέπει να προβληματιστεί ο (υπηρεσιακός) Βασίλης Βούζας. Η χθεσινή εμφάνιση της ομάδας του ήταν μια από τις χειρότερες, ever, σε ντέρμπι «αιωνίων». Δέκα παίκτες με κόκκινη φανέλα δεν μπορούσαν να τρέξουν, να αλλάξουν τρίτη πάσα, να κάνουν τα βασικά. Η μια και μοναδική τελική προσπάθεια δεν είναι το χειρότερο σημάδι – θα μπορούσε να οφείλεται σε μια κακή βραδιά. Υπάρχουν, όμως, και χειρότερα: ο Ολυμπιακός συμπλήρωσε πέντε ματς στην εφετινή Σούπερ Λιγκ, στα οποία δεν κατάφερε να κάνει έστω δύο σουτ από τη μεγάλη περιοχή των αντιπάλων του. Συμπλήρωσε 325 λεπτά (δίχως τις καθυστερήσεις) χωρίς γκολ σε εκτός έδρας παιχνίδι πρωταθλήματος, και δεν σκόραρε για έκτο διαδοχικό δεύτερο ημίχρονο αγώνα – που κάτι λέει για τη φυσική κατάσταση των παικτών του.
Οπότε, η δήλωση του Βούζα μετά το τέλος του αγώνα, ότι «δυστυχώς έχουμε πολλούς ποδοσφαιριστές σε άσχημη κατάσταση αυτή την εποχή, όμως δικαιούνται κάποιες άσχημες εμφανίσεις», έχει κοντή μνήμη. Με εξαίρεση το ματς κόντρα στην Οσμάνλισπορ, στην Αγκυρα, ο Ολυμπιακός έχει πολύ καιρό να παίξει καλή μπάλα, είτε χάνει είτε κερδίζει. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον είχε ένα άλλο απόσπασμα των δηλώσεών του: «Πρέπει να δούμε ποιοί πραγματικά θέλουν και μπορούν να προσφέρουν». Με ολόκληρη την ομάδα -πλην Καπίνο- να έχει ναυαγήσει αύτανδρη στο ντέρμπι, κανείς δεν μπορεί να πει ποιούς εννοούσε ο προπονητής.
Η μόνη ρεαλιστική δικαιολογία, την οποία ο Βούζας δεν επικαλέστηκε, θα μπορούσε να είναι η κόπωση κάποιων ποδοσφαιριστών του. Στη Λεωφόρο ο Ολυμπιακός έδωσε το 21ο παιχνίδι του μέσα σε 75 ημέρες, από τις αρχές του 2017. Ενώ ο Παναθηναϊκός, εδώ και πέντε εβδομάδες παίζει μόνο Σαββατοκύριακα, χωρίς μεσοβδόμαδα παιχνίδια, με εξαίρεση τη διαδικαστική ρεβάνς για το Κύπελλο στην Τρίπολη, όπου έβαλε τα «δεύτερα».
Για όσους θέλουν να δουν τα πράγματα καθαρά, το χθεσινό ντέρμπι επιβεβαίωσε μερικές αλήθειες για το εφετινό Πρωτάθλημα, πέρα από τα περιστασιακά συναισθήματα ενθουσιασμού ή απογοήτευσης που προκαλεί ένας θρίαμβος ή μια αποτυχία σε ένα πολύ σημαντικό ματς. Ευτυχώς για τον Ολυμπιακό, η ΑΕΚ, ο ΠΑΟΚ και ο Παναθηναϊκός δεν έχουν μάθει, ακόμα, να εξαργυρώνουν την ανωτερότητά τους. Στα τρία ντέρμπι του δευτέρου γύρου θα τον είχαν διασύρει, όπως εκείνος είχε κάνει στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» όταν φόρτωσε την ΑΕΚ και τον Παναθηναϊκό με «τριάρες». Σε αυτά τα ματς -περισσότερο απ’ όλα τα υπόλοιπα- φάνηκε το πόσο προβληματικός είναι ο εφετινός Ολυμπιακός (και πόσο χειροτέρευσε μετά την πώληση του Μιλιβόγεβιτς -κυρίως- και του Ιντέγιε).
Φάνηκε, επίσης, το γιατί οι αντίπαλοί του θα τον δουν να σηκώνει την Κούπα: επειδή οι ίδιοι δεν ήταν αυτοί που έπρεπε, αυτοί που θα μπορούσαν να είναι, από την αρχή της σεζόν. Αρκετοί από τους πρωταγωνιστές τους στις νίκες τους επί του Ολυμπιακού αφίχθησαν στα μισά της διαδρομής: ο Αραούχο και ο Αϊντάρεβιτς στην ΑΕΚ, ο Πρίγιοβιτς και ο Ενρίκε στον ΠΑΟΚ, ο Κουρμπέλης και ο Κλωναρίδης στον Παναθηναϊκό. Στην περίπτωση της ΑΕΚ και του Παναθηναϊκού, αυτό ισχύει και για τους προπονητές τους.
Από τότε που την ανέλαβε ο Μανόλο Χιμένεθ (17η αγωνιστική), η ΑΕΚ μάζεψε 21 βαθμούς: με έξι νίκες και τρεις ισοπαλίες, και με 19-3 τέρματα. Σε αυτές τις εννέα αγωνιστικές, καμία άλλη ομάδα δεν είχε καλύτερη βαθμολογική συγκομιδή (ο Ολυμπιακός συγκέντρωσε έξι λιγότερους). Αν το Πρωτάθλημα άρχιζε την ημέρα που κατέφθασε ο ισπανός τεχνικός και τέλειωνε χθες, η ΑΕΚ θα ήταν Πρωταθλήτρια – και ο Ολυμπιακός θα έμενε εκτός play-offs.
Ο Παναθηναϊκός, που επί των ημερών του Στραματσόνι έκανε χαρούμενες όλες τις μικρομεσαίες ομάδες του Πρωταθλήματος, στα τρία ντέρμπι με τον Μαρίνο Ουζουνίδη στον πάγκο του δεν δέχτηκε ούτε ένα γκολ. Στη Λεωφόρο, από τότε που άλλαξε προπονητή, σε δέκα ματς πρωταθλήματος και Ευρώπης έχει παθητικό μόλις ένα γκολ. Μερικούς μήνες πριν, στο ντέρμπι του πρώτου γύρου, ο Ολυμπιακός είχε διαλύσει τον Παναθηναϊκό βάζοντάς του τρία γκολ σε 25 λεπτά. Οσο για τον ΠΑΟΚ, έχασε ένα σωρό βαθμούς, μόνο και μόνο επειδή του έλειψε το γκολ. Οταν ήρθε ο Πρίγιοβιτς, μέσα σε 40 μέρες κατάφερε να γίνει πρώτος σκόρερ της νέας του ομάδας.
Αυτό είναι το μεγαλύτερο ευτύχημα για τον Ολυμπιακό: ότι σε μια σεζόν που είχε τα χάλια του, δεν βρέθηκε απέναντί του μια ομάδα ικανή να του αρπάξει τον τίτλο. Ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ έχασαν έναν ολόκληρο γύρο πιστεύοντας τα «παραμύθια» που έλεγαν -τότε- για λαϊκή κατανάλωση: πως έχουν ομάδα για πρωταθλητισμό. Ο ΠΑΟΚ άργησε να λύσει το πρόβλημα του γκολ, περιμένοντας τον Κλάους Αθανασιάδη να συνέλθει. Και ο Πανιώνιος, που μέχρι πριν από δυο εβδομάδες έδειχνε μια αξιοθαύμαστη σταθερότητα, έχασε πέντε βαθμούς σε δυο ματς. Τώρα, πέντε αγωνιστικές προτού λήξει το Πρωτάθλημα, ο χειρότερος Ολυμπιακός της τελευταίας επταετίας μπορεί να κοιμάται ήσυχος: βρίσκεται στους +6 από τον Πανιώνιο, στους +8 από τον ΠΑΟΚ και στους +9 από τον Παναθηναϊκό. Εκμεταλλευόμενος και τη διακοπή, λόγω Εθνικής, μπορεί να ανασυνταχθεί, να ξεκουραστεί, και να χτυπήσει μέχρι νταμπλ.
Οχι πως και οι υπόλοιποι μνηστήρες δεν έχουν να λύσουν τα θεματάκια τους. Ο Παναθηναϊκός, για παράδειγμα, δεν έχει αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις στον πάγκο του – και τα Πρωταθλήματα τα κατακτούν οι καλές ομάδες, όχι οι καλές ενδεκάδες. Ο ΠΑΟΚ ξανάπαθε αφλογιστία, μόλις τραυματίστηκε ο Πρίγιοβιτς και κουράστηκαν δυο βασικοί του μέσοι. Αλλά, το επιμύθιο της εφετινής σεζόν είναι αυτό: ότι ο Ολυμπιακός «χάριζε» τον τίτλο στους αντιπάλους του, κι εκείνοι δεν άπλωναν το χέρι να τον πάρουν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News