Ηταν η πιο ταπεινωτική βραδιά στην ευρωπαϊκή ιστορία του Ολυμπιακού. Με τόσο ευρύ σκορ (4-0) μόνο μια φορά είχε ηττηθεί, εντός έδρας, στο παρελθόν: τον Νοέμβριο του 1982. Αλλά, τότε, τον είχε νικήσει το Αμβούργο. Η «ομαδάρα» του Φέλιξ Μάγκατ και της παρέας του, που μερικούς μήνες αργότερα επέστρεψε στην Αθήνα για να σηκώσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών εκείνης της σεζόν (1982-1983), νικώντας τη Γιουβέντους στον τελικό. Και το αλήστου μνήμης ματς δεν είχε γίνει στο «Καραϊσκάκη», αλλά στο νεότευκτο Ολυμπιακό Στάδιο, παρουσία 75.263 θεατών.
Μετά τον περσινό, αναπάντεχο αποκλεισμό από τη Λουντογκόρετς, ο πρωταθλητής Ελλάδας δεν θα φτάσει στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ για δεύτερη διαδοχική χρονιά, κάτι που του συμβαίνει για πρώτη φορά μετά το 1997. Για πρώτη φορά στα χρόνια του Βαγγέλη Μαρινάκη. Τα 40 εκατ. ευρώ, που θα ήταν τα (μίνιμουμ) έσοδά του, έγιναν… καπνός. Πλέον, μπορεί να ελπίζει σε λιγότερα από 20 εκατομμύρια – και αν. Αν προκριθεί στους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ, και αν πλησιάσει στον τελικό της διοργάνωσης.
Είχε τον τρόπο του, ο Ολυμπιακός, να τα καταφέρνει στους ευρωπαϊκούς προκριματικούς του καλοκαιριού. Είτε έπαιζε καλά, είτε όχι και τόσο. Στους 9 πιο πρόσφατους γύρους μετρούσε μόνον έναν αποκλεισμό – αυτόν από τη Λουντογκόρετς. Σε 25 τέτοια ματς δεν είχε ηττηθεί ούτε μια φορά (από τη βουλγαρική ομάδα αποκλείστηκε με δυο ισοπαλίες, στα πέναλτι). Το εντυπωσιακό του σερί είχε την αφετηρία του στον Αύγουστο του 2016, μετά το άτυχο παιχνίδι του με τη Χάποελ Μπέερ Σεβά στο Ισραήλ. Αλλά διακόπηκε χθες (Τετάρτη) από μια άλλη ισραηλινή ομάδα, τη Μακάμπι Χάιφα. Ακούγεται απίθανο, όμως οι αναμετρήσεις του Ολυμπιακού με συλλόγους από το Ισραήλ έχουν κοστίσει σε τρεις προπονητές του (Λεμονής, Λίνεν, Βίκτορ) τη δουλειά τους. Στην πραγματικότητα, σε πέντε. Επειδή σε δυο περιπτώσεις, πολύ σύντομα απολύθηκαν και οι αντικαταστάτες τους.
Τώρα ήρθε η σειρά του Πέδρο Μαρτίνς να… βγει στη σέντρα. Από τον περασμένο Αύγουστο είναι ο μακροβιότερος τεχνικός στην ιστορία του club, ένας από τους πιο επιτυχημένους, ο «προπονητής των προκρίσεων στους θερινούς προκριματικούς». Αλλά μερικές μέρες πριν συμπληρώσει 52 μήνες στον «ηλεκτρικό» πάγκο του Ολυμπιακού (9 Αυγούστου), ο σοκαριστικός αποκλεισμός από τη Μακάμπι Χάιφα έκανε τις επιτυχίες του να φαίνονται τόσο μακρινές… Γιατί, όπως λένε, ένας προπονητής είναι τόσο καλός, όσο τα τελευταία του αποτελέσματα.
Η αλήθεια είναι ότι τα πρώτα «μαύρα σύννεφα» στον ορίζοντα της συνεργασίας του Πορτογάλου με τον Ολυμπιακό είχαν φανεί εδώ και πολύ καιρό. Πύκνωναν όλο και περισσότερο, μετά την ήττα από τον ΠΑΟΚ στον προπέρσινο τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, τον αποκλεισμό από τη Λουντογκόρετς, την Αταλάντα (στο Γιουρόπα Λιγκ τον περασμένο Φεβρουάριο) και τον ΠΑΟΚ στο Κύπελλο, την αποκαρδιωτική εικόνα της ομάδας στα πλέι-οφ της σεζόν 2021-2022, αλλά και τον παροπλισμό του αγαπημένου της ερυθρόλευκης εξέδρας, Κώστα Φορτούνη. Ωσπου χθες, στο «Γ. Καραϊσκάκης», άρχισε να… βρέχει αμφισβήτηση για την αυθεντία του Μαρτίνς.
Αν και η ομάδα δεν είχε «πείσει» με την απόδοσή της στα φιλικά προετοιμασίας, ο προπονητής είχε εγγυηθεί ότι στο πρώτο επίσημο παιχνίδι της εφετινής σεζόν θα ήταν πανέτοιμη. Μετά το «στραπάτσο» στη Χάιφα, διαβεβαίωνε πως έφταιγε… η υγρασία. Υποσχέθηκε ότι στη ρεβάνς τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά. Ηταν, πράγματι, αλλά προς το (αφάνταστα) χειρότερο. Με ποδοσφαιριστές από τη Β’ Κατηγορία της Γαλλίας και της Ισπανίας, έναν σέντερ-φορ από την Αϊτή, δεξιό μπακ τον Σούντγκρεν (που ήταν «λίγος» για τον Αρη), και κορυφαίο παίκτη της έναν 35άρη, η Μακάμπι έμοιαζε με Μπαρτσελόνα στα καλύτερά της. Πέρασε σαν σε προπόνηση από το γήπεδο στο οποίο, στο παρελθόν, «τα βρήκαν σκούρα» μεγάλα club της Ευρώπης. Με εξαίρεση το πρώτο εικοσάλεπτο του αγώνα στο Ισραήλ, ο Ολυμπιακός δεν άξιζε κάτι καλύτερο από αυτό που πήρε στον 2ο προκριματικό γύρο του Τσάμπιονς Λιγκ.
Στους πρώτους «τελικούς» της σεζόν, αυτούς που θα έκριναν τον έναν από τους δυο βασικούς στόχους της χρονιάς, εμφανίστηκε εντελώς ανέτοιμος, αγωνιστικά και πνευματικά. Οσο κι αν λείπουν οι μεταγραφές που έχουν καθυστερήσει, είναι αδικαιολόγητο για τον Ολυμπιακό να μην μπορεί να δημιουργήσει μια ευκαιρία της προκοπής σε 180’+ λεπτά, και να δέχεται πέντε γκολ και μισή ντουζίνα φάσεις από μια ομάδα του επιπέδου της Μακάμπι.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Μαρτίνς διαχειρίστηκε αυτά τα δυο κρίσιμα ματς, δεν τον δικαίωσε. Ούτε στις επιλογές των αρχικών ενδεκάδων, ούτε στις αλλαγές – ας μην αναλωνόμαστε σε αναλύσεις τακτικής. Συμβαίνουν αυτά, και σε τεχνικούς πολύ πιο αναγνωρισμένους. Το μεγάλο του λάθος είναι άλλο: κατακτώντας τον τίτλο στο ελληνικό πρωτάθλημα για ακόμη μια φορά, και έχοντας προχωρήσει αρκετά στο Γιουρόπα Λιγκ της περασμένης αγωνιστικής περιόδου, δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία στα σημάδια παρακμής της ομάδας του. Το παιχνίδι της, εδώ και μήνες, σε τίποτα δεν θύμιζε τον κυριαρχικό, ορμητικό Ολυμπιακό της πρώτης, της δεύτερης, ή της τρίτης σεζόν του Πορτογάλου στην Ελλάδα. Αυτόν που ο ίδιος είχε κατασκευάσει, κερδίζοντας τον θαυμασμό φίλων και εχθρών. Ούτε η εικόνα της στα δυο ματς με την Αταλάντα, τον θορύβησε. Πίστεψε πως θα έλυνε τα προβλήματα με διάφορα «τρικ». Της άμυνας, για παράδειγμα, επιλέγοντας μέσους με ανασταλτικές ικανότητες. Οχι μόνο δεν διορθώθηκε η άμυνα, αλλά χάλασε και η δημιουργία, η παραγωγή φάσεων.
Τον κατηγορούν ότι παραγκώνισε παίκτες που πρωταγωνιστούσαν στον παλιό, καλό Ολυμπιακό. Το σωστό είναι ότι, για κάποιο λόγο, έπαψε να τους εμπνέει. Ο Μαντί Καμαρά, ο Ανδρέας Μπουχαλάκης, ο Γιώργος Μασούρας, τα «παιδιά του», που… έπεφταν στη φωτιά για ‘κείνον, ήταν παρόντες από την αρχή στη χθεσινή ρεβάνς με τη Μακάμπι. Αλλά ήταν απογοητευτικοί -όσο έπαιξαν-, όπως και στη Χάιφα. Πάει καιρός που είναι «αγνώριστοι». Κι αυτό χρεώνεται, μοιραία, στον προπονητή.
Τον Απρίλιο του 2018 ο Μαρτίνς παρέλαβε έναν ναυαγισμένο Ολυμπιακό, και πολύ σύντομα παρουσίασε μια ολοκαίνουργια, ανταγωνιστική και θεαματική ομάδα που κέρδισε τίτλους και προκρίσεις. Ο Μαρινάκης τον αντάμειψε με νέα, πιο γενναιόδωρα συμβόλαια. Οι οπαδοί στις εξέδρες τον αποθέωναν. Ολα έδειχναν ότι ο Πορτογάλος θα έμενε για αρκετά χρόνια, ακόμη, στον Πειραιά. Στο ποδόσφαιρο, όμως, το κλίμα μπορεί να αλλάξει σε μια στιγμή.
Για τον Μαρτίνς, αυτή η στιγμή ήρθε χθες λίγο πριν από τα μεσάνυχτα. Η διοίκηση της ΠΑΕ Ολυμπιακός αναζητεί τον διάδοχό του, επειδή δεν πιστεύει ότι μπορεί, πια, να αναστρέψει την κατάσταση. Αλλά και γιατί, όπως θα πουν οι πιο κυνικοί, αν ένα τέτοιο «κάζο» μείνει ατιμώρητο, σύντομα θα επαναληφθεί.
Στην αβεβαιότητα του ποδοσφαίρου, ένα είναι βέβαιο: ότι στη συνεργασία συλλόγου – προπονητή, ακόμη και του πιο επιτυχημένου, υπάρχει μια αόρατη ημερομηνία λήξης. Κανείς δεν έχει καταφέρει να εξηγήσει πειστικά το γιατί. Μπορεί να ισχύει αυτό που έχει πει ο Γίργκεν Κλοπ: «Κάποια στιγμή οι παίκτες κουράζονται να ακούνε τα ίδια και τα ίδια, από τον ίδιο άνθρωπο. Αλλά και οι προπονητές κουράζονται να τα λένε στους ίδιους παίκτες».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News