935
Ο Οσκαρ Πιστόριους στο δικαστήριο το καλοκαίρι του 2013 | REUTERS/Siphiwe Sibeko/File Photo

Το «διαβολικό μυστικό» του Οσκαρ Πιστόριους

Sportscaster Sportscaster 4 Ιανουαρίου 2024, 16:39
Ο Οσκαρ Πιστόριους στο δικαστήριο το καλοκαίρι του 2013
|REUTERS/Siphiwe Sibeko/File Photo

Το «διαβολικό μυστικό» του Οσκαρ Πιστόριους

Sportscaster Sportscaster 4 Ιανουαρίου 2024, 16:39

Ο Οσκαρ Πιστόριους, ο οποίος την Παρασκευή (5/1) θα αποφυλακιστεί πρόωρα με περιοριστικούς όρους σχεδόν 11 χρόνια μετά τη δολοφονία της 29χρονης συντρόφου του, Ρίβα Στέενκαμπ, θα είναι αγνώριστος στα μάτια εκατομμυρίων ανθρώπων που κάποτε τον θαύμαζαν και τον συμπαθούσαν. Ο 37χρονος νοτιοαφρικανός παραολυμπιονίκης έχει αλλάξει πολύ. Απέκτησε κοιλίτσα, άφησε μούσι, έχασε τη λάμψη που ακτινοβολούσε το ωραίο του πρόσωπο, έχει γίνει και μανιώδης καπνιστής. Αλλαξε, όμως, και η ματιά του κόσμου για εκείνον.

Θα βγει από τη φυλακή έχοντας εκτίσει τη μισή από την ποινή κάθειρξης (13 ετών και 5 μηνών) που του επιβλήθηκε στη δεύτερη δίκη του, το 2017, και θα μπει σε μια άλλη: του φόβου για τη ζωή του. Στη διάρκεια του εγκλεισμού του «μπήκε στο μάτι» συγκρατουμένων του – μελών σκληρών συμμοριών, που τον έστειλαν στο νοσοκομείο τουλάχιστον δυο φορές. Μέχρι να μεταφερθεί σε άλλο σωφρονιστικό κατάστημα, όπου δεν υπήρχαν άλλοι βαρυποινίτες, έτρωγε μόνο από κονσέρβες, όπως έγραψε η Daily Mail, επειδή φοβόταν μήπως τον δηλητηριάσουν. Αλλά και από τον έξω κόσμο δεχόταν εκατοντάδες απειλητικά μηνύματα.

Μετά την πρώτη του καταδίκη, που είχε αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση, απέφευγε να στέκεται μπροστά σε παράθυρα και να βγαίνει στον κήπο. «Ο κόσμος με μισεί», είχε εκμυστηρευθεί στον δημοσιογράφο Γουίλιαμς – Τόμας, που τον επισκεπτόταν τακτικά στη φυλακή. Ακόμη χειρότερα, δεν είναι λίγοι αυτοί που θα τον ήθελαν νεκρό, σύμφωνα με αστυνομικές πηγές της Πρετόρια.

Θα αρχίσει τη νέα του ζωή σε ένα από τα πιο ακριβά προάστια της πόλης, το Γουότερκλουφ, όπου διαμένουν πλούσιοι επιχειρηματίες και πολλοί διπλωμάτες. Θα φιλοξενηθεί στην τριώροφη έπαυλη του θείου του, Αρνολντ Πιστόριους, ο οποίος υπήρξε πατρική φιγούρα για τον Οσκαρ. Εκείνος και η σύζυγός του τον μεγάλωσαν, μαζί με τα αδέλφια του, όταν η μητέρα τους πέθανε και ο πατέρας, Χένκε, τους εγκατέλειψε. Ο θείος Αρνολντ έχει μετατρέψει το σπίτι σε φρούριο: με ψηλούς τοίχους, ηλεκτρονικά συστήματα ασφαλείας και 24ωρη φύλαξη από εταιρεία σεκιούριτι.

Σύμφωνα με τους όρους της αποφυλάκισής του, ο Πιστόριους θα βρίσκεται υπό την επιτήρηση των Αρχών μέχρι τη λήξη της ποινής του, τον Δεκέμβριο του 2029. Είναι υποχρεωμένος να παραμένει στο σπίτι συγκεκριμένες ώρες κάθε μέρα, να μην καταναλώνει αλκοόλ, να προσφέρει κοινωφελή εργασία, να ακολουθεί θεραπεία για τις εκρήξεις θυμού που τον χαρακτηρίζουν και να παρακολουθεί διαλέξεις με θέμα τη βία κατά των γυναικών. Μάρτυρες στο δικαστήριο τον είχαν περιγράψει ως έναν ασταθή, εκρηκτικό και αλαζόνα άνδρα, που του άρεσαν υπερβολικά τα γρήγορα αυτοκίνητα και οι ωραίες γυναίκες, και κυκλοφορούσε πάντοτε με όπλο.

Δεν ήταν το «καλό παιδί» που προσπαθούσε να δείχνει. Αλλά το αν πυροβόλησε τη Ρίβα πίσω από την κλειστή πόρτα του μπάνιου με πρόθεση να τη σκοτώσει, ή αν επρόκειτο για δυστύχημα (ισχυρίστηκε ότι την πέρασε για εισβολέα που ήθελε να τους ληστέψει), μάλλον θα παραμείνει άλυτο μυστήριο. «Ενα διαβολικό μυστικό που θα πάρει στον τάφο του», όπως είπε τον Ιούνιο του 2022 ο πατέρας της Ρίβα, Μπάρι Στέενκαμπ, μετά τη 15λεπτη συνάντηση που είχε μαζί του στο πλαίσιο του προγράμματος διαλόγου μεταξύ θύματος και δράστη που εφαρμόζει η Νότια Αφρική.

Ο 80χρονος -τότε- Στέενκαμπ, ο οποίος δεν βρίσκεται πια στη ζωή, είχε αφηγηθεί στη MailOnline ότι του ζήτησε να ορκιστεί ότι δεν σκότωσε την κόρη του με δόλο, όμως δεν το έκανε. «Τον κοίταξα στα μάτια. Του είπα, έχεις μια αδελφή και έναν αδελφό. Ορκίζεσαι στη ζωή τους ότι μου λες την αλήθεια; Εκείνος δεν απάντησε. Απλώς, χαμήλωσε το κεφάλι του. Και έφυγα».

Ο δημοσιογράφος των Sunday Times, Τζον Καρλίν, έγραψε βιβλίο για τον Πιστόριους. Στη διάρκεια της δίκης τον είχε επισκεφθεί στο σπίτι του θείου του. Οι αντιφάσεις στη συμπεριφορά του, τον εξέπληξαν από την πρώτη στιγμή. Τον υποδέχτηκε με ένα ντροπαλό «χαίρω πολύ κύριε Καρλίν», με τα μάτια του καρφωμένα στο ξύλινο πάτωμα. Κι έπειτα από λίγο άρχισε να του μιλάει σαν να ήταν παλιόφιλοι. Τον πήγε σε ένα ιταλικό εστιατόριο εκεί κοντά και του πρότεινε να παραγγείλει ένα λιγκουίνι που η Ρίβα λάτρευε, όπως του είπε. Οταν επέστρεψαν στο σπίτι, τον οδήγησε στο δωμάτιό του. Ισως, για να δει την ασπρόμαυρη φωτογραφία της Ρίβα στον τοίχο πάνω από το τζάκι και το κερί που έκαιγε μπροστά της. Υστερα του έδειξε ένα άλμπουμ με φωτογραφίες από ευτυχισμένες τους στιγμές. Λέγοντάς του ότι δεν αγάπησε καμία άλλη, όσο εκείνη. Πως, παρότι δεν είχαν κλείσει ούτε τρεις μήνες μαζί, σχεδίαζαν να συγκατοικήσουν σε ένα καινούργιο σπίτι στο Γιοχάνεσμπουργκ.

«Δεν με έπεισε», έγραψε ο Καρλίν στους Sunday Times. «Εννέα χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου, με έχουν ρωτήσει εκατοντάδες φορές αν πιστεύω πως ήθελε να σκοτώσει τη Ρίβα. Και εκατοντάδες φορές απάντησα ότι δεν ξέρω». Αντιθέτως, εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον Κόσμο, που παρακολούθησαν τη δίκη στην TV, εκφράζουν στα social media τη βεβαιότητά τους. Οι μισοί, ότι ο Πιστόριους είναι ένας μισογύνης, ψυχρός δολοφόνος. Οι άλλοι μισοί, πως επρόκειτο για μια άτυχη στιγμή που κατέληξε σε διπλή τραγωδία.

Μέχρι εκείνο το ξημέρωμα, ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου το 2013, ο Πιστόριους ήταν ο τρίτος πιο διάσημος Νοτιοαφρικανός μετά τον Νέλσονα Μαντέλα και τον αρχιεπίσκοπο Ντέσμοντ Τούτου. Τον θαύμαζε όλος ο πλανήτης, επειδή είχε κατορθώσει να αντισταθεί στη μοίρα του. Γεννήθηκε με συγγενείς δυσπλασίες στα κάτω άκρα, οι γιατροί αναγκάστηκαν να του τα ακρωτηριάσουν όταν ήταν 11 μηνών, όμως εκείνος με τεχνητά μέλη – λεπίδες, αφού δοξάστηκε στους Παραολυμπιακούς Αγώνες, έτρεξε και στους Ολυμπιακούς: το 2012 στο Λονδίνο.

Σήμερα, όμως, ο «Blade Runner» είναι ένας έκπτωτος ήρωας, που θα προσπαθήσει να κρυφτεί από τα φώτα της δημοσιότητας. Πιθανότατα, θα δουλέψει σε κάποια από τις επιχειρήσεις του θείου του, που δραστηριοποιούνται στο real estate, τις αγροτικές καλλιέργειες και τον τουρισμό. Αν δεν υπήρχαν οι περιοριστικοί όροι, ίσως να συνέχιζε τη ζωή του στην Ιταλία. Στην Τζεμόνα ντελ Φρίουλι, όπου τα καλοκαίρια προετοιμαζόταν για τους αγώνες του. Εκεί, τον αγαπούν ακόμη.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...