Τα ηγετικά στελέχη των Δημοκρατικών, τα οποία προσπαθούν να διατηρήσουν την ενότητα του κόμματός τους ενόψει των προεδρικών εκλογών του ερχόμενου Νοεμβρίου, ελέγχοντας συγχρόνως τον Ντόναλντ Τραμπ, είχαν πολλούς λόγους για να ανησυχούν κατά τις πρώτες εβδομάδες του 2020.
Αρχικά ολοκληρώθηκε με τον πλέον άδοξο τρόπο (και για τους Δημοκρατικούς και για την αμερικανική δημοκρατία) η δίκη του Τραμπ, στη συνέχεια επήλθε το εκλογικό «φιάσκο» στις προκριματικές της Αϊοβα ενώ αμέσως μετά έγινε αντιληπτό πως η κούρσα για το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών όχι μόνον θα ενταθεί κατά τις επόμενες εβδομάδες και μήνες αλλά θα αργήσει και να βγάλει αποτέλεσμα.
Πανικός, ωστόσο, επικράτησε στα ανώτερα κλιμάκια των Δημοκρατικών όταν ένα απόγευμα στα τέλη του προηγούμενου μήνα ένας οικονομικός συντάκτης του Fox News υποστήριξε στο Twitter πως ο Μπαράκ Ομπάμα «ανησυχεί ολοένα περισσότερο για την άνοδο του Μπέρνι Σάντερς στις πανεθνικές δημοσκοπήσεις και για το ενδεχόμενο ο δηλωμένος σοσιαλιστής να κερδίσει τα ηνία της χώρας και σκέφτεται να προβεί σε δημόσια δήλωση επί του ζητήματος».
Συνεργάτες του πρώην αμερικανού προέδρου έσπευσαν να τον διαψεύσουν, απορρίπτοντας ως σκουπίδια τους ισχυρισμούς του. Αλλά το τιτίβισμα και η υστερία που προκάλεσε στο Διαδίκτυο είχαν ως αποτέλεσμα πλήθος Δημοκρατικών – υποψήφιοι για το προεδρικό χρίσμα, εκλεγμένοι αξιωματούχοι, υπεύθυνοι χάραξης προεκλογικής στρατηγικής, ψηφοφόροι και δωρητές – να αρχίσουν να διερωτώνται τι πραγματικά σκέφτεται ο Μπαράκ Ομπάμα.
Αυτό που χαρακτηρίζει τη στάση του αμερικανού πρώην προέδρου από την ολοκλήρωση της θητείας του και μετά είναι κατά γενική ομολογία η αποστασιοποίηση του. Τα τελευταία δύο χρόνια ο Μπαράκ Ομπάμα απέχει από τα κοινά. Αλλά η σιωπή του όσον αφορά τις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών, πέρα από την ξεκάθαρη επιθυμία του να παραμείνει μακριά από τα φώτα της πολιτικής επικαιρότητας, αποκαλύπτει και μια «ενορχηστρωμένη στρατηγική».
Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει σε εκτενές άρθρο του ο Γκάμπριελ Ντεμπενεντέτι. Σύμφωνα με τον πολιτικό αναλυτή του New York Magazine ο Μπαράκ Ομπάμα και το επιτελείο του είναι σχεδόν σίγουροι πως ο πρώην πρόεδρος θα χρειαστεί να επέμβει δημόσια κατά τους επόμενους μήνες, κυρίως λόγω της επεισοδιακής εξέλιξης που αναμένεται πως θα πάρει η κούρσα των Δημοκρατικών για το προεδρικό χρίσμα. Αρκεί να σημειωθεί πως ο χαρακτηρισμένος από τους αντιπάλους του –αλλά και πολλούς υποστηρικτές του– ως «σοσιαλιστής» Μπέρνι Σάντερς, και ο άρτι αφιχθείς στην κούρσα δισεκατομμυριούχος Μάικλ Μπλούμπεργκ διασταύρωσαν ήδη τα ξίφη τους, ανταλλάσσοντας βαριές κατηγορίες.
Με λίγα λόγια ο Ομπάμα διαβλέπει ότι οι προκριματικές εκλογές για την ανάδειξη του αντίπαλου του Ντόναλντ Τραμπ κατά πάσα πιθανότητα θα διχάσουν περαιτέρω τους Δημοκρατικούς και αναμένει, τότε, να δράσει πυροσβεστικά, κατευνάζοντας τα πνεύματα και επανενώνοντας το κόμμα, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ακόμα και στο εθνικό συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος που θα διεξαχθεί στο Μιλγουόκι τον Ιούλιο, μόλις τέσσερις μήνες πριν από τις κάλπες της 3ης Νοεμβρίου.
Είναι, οπότε, αποφασισμένος να μην επιτρέψει στις προσωπικές του απόψεις να επηρεάσουν άμεσα ή μέσω διαρροών, την όλη εκλογική διαδικασία καθώς γνωρίζει πως εάν γίνει αντιληπτό ότι υποστηρίζει τον μεν ή τη δε υποψήφιο στις όποιες εσωκομματικές διαμάχες, όχι μόνο θα επιφέρει περαιτέρω αναταραχή αλλά ενδεχομένως θα υπονομεύσει και την ικανότητά του να διαδραματίσει αυτόν τον σημαντικότερο ρόλο που επιθυμεί κατά τους επόμενους μήνες. Τόσο ο ίδιος όσο και οι σύμβουλοί του «γνωρίζουν πολύ καλά την επίδραση που έχει και μία μόνον λέξη του», επισήμανε στο νεοϋορκέζικο περιοδικό προσωπικός φίλος του Ομπάμα. Και δεδομένου ότι εξακολουθεί να είναι ο πιο δημοφιλής πολιτικός μεταξύ των Δημοκρατικών, προτιμάει να παραμείνει σιωπηλός έως τη στιγμή που θα χρειαστεί πραγματικά να μιλήσει.
Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν έχει πει κουβέντα για τον Τζο Μπάιντεν με τον οποίο συνυπήρξαν επί οκτώ χρόνια στον Λευκό Οίκο αναπτύσσοντας ένα σπάνιο πολιτικό «bromance».
Οσον αφορά τον Μπέρνι Σάντερς, όσοι γνωρίζουν τον Ομπάμα δηλώνουν πως «θα τον στηρίξει πλήρως» εάν ο γερουσιαστής του Βερμόντ κερδίσει τελικά αυτός το προεδρικό χρίσμα του κόμματος. Εσπευσε, άλλωστε να το ξεκαθαρίσει ο ίδιος, ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο, ενώ από τότε έως σήμερα δεν σταματά να υπενθυμίζει στους συμβούλους και στους συνεργάτες του πως οι απόψεις του υποψήφιου των Δημοκρατικών, ακόμη και στην περίπτωση που θα είναι τελικά ο Σάντερς, «του οποίου ο δημοκρατικός σοσιαλισμός έρχεται σε ρήξη με τον τεχνοκρατικό προοδευτισμό του Ομπάμα», θα εκφράζει τις αξίες, όχι μόνον τις δικές του αλλά και των Δημοκρατικών και ολόκληρου του έθνους, πολύ καλύτερα από τον Τραμπ.
Κατά τη διάρκεια ιδιωτικών συζητήσεων, ωστόσο, ο Ομπάμα εξακολουθεί να μιλάει εκτενώς για το πόσο αναγκαία είναι για τη διακυβέρνηση της Αμερικής η εξισορρόπηση ανάμεσα στον πραγματισμό και τον ιδεαλισμό, γνωρίζοντας, βεβαίως, ποιες είναι οι θέσεις και οι απόψεις του Σάντερς και των υποστηρικτών του.
Και τον περασμένο Νοέμβριο θέλησε να δηλώσει και δημοσίως πως οι ΗΠΑ «εξακολουθούν να είναι μια χώρα που είναι λιγότερο επαναστατική από όσο ενδιαφέρεται για τη βελτίωση. Αρέσκεται να βλέπει τα πράγματα να βελτιώνονται, αλλά ο μέσος Αμερικανός δεν θεωρεί πως πρέπει να διαλύσουμε απόλυτα το σύστημα και να τo φτιάξουμε από την αρχή».
Φυσικά ο Μπαράκ Ομπάμα δεν κατονόμασε τον Μπέρνι Σάντερς. Αλλά επισήμανε πως «οι ψηφοφόροι, συμπεριλαμβανομένων και των Δημοκρατικών, δεν κινητοποιούνται από τις ίδιες απόψεις που αντικατοπτρίζονται σε αριστερόστροφα feed του Twitter ή στην ακτιβιστική πτέρυγα του κόμματός μας», διευκρινίζοντας αμέσως μετά ότι τα λεγόμενά του «δεν αποτελούν κριτική προς τους ακτιβιστές – δουλειά τους είναι να κεντρίζουν και να τσιγκλάνε, να εμπνέουν και να παρακινούν. Αλλά δουλειά του υποψήφιου, όποιος κι εάν είναι τελικά αυτός, είναι να εκλέγεται».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News