Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που τα τροπικά αυτά ψάρια σημαίνουν συναγερμό στα Μέσα Ενημέρωσης των χωρών που βρέχονται από τις νέες υδάτινες γειτονιές τους. Φανταχτερά και με τεράστια δηλητηριώδη αγκάθια στην πλάτη, τα οποία μπορούν υπό πολύ συγκεκριμένες συνθήκες να απειλήσουν τη ζωή, είναι αναμενόμενο για τα λιονταρόψαρα να γίνονται μεγάλο θέμα σε Μέσα όπως οι Times.
Αυτή τη φορά, όμως, το βρετανικό Mέσο καταπιάνεται με το είδος για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά, μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες το λιονταρόψαρο –κοντινός συγγενής της γνωστής μας σκορπίνας– ήταν ενδημικό στον Ινδο-Ειρηνικό Ωκεανό.
Περνώντας, σύμφωνα με το ρεπορτάζ των Times, τη διώρυγα του Σουέζ, το τροπικό ψάρι έφτασε από την Ερυθρά Θάλασσα στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 1991.
Είναι δύσκολο, άλλωστε, να μην το καταλάβει κανείς στο νερό: τα πτερύγιά του απλώνονται σαν βεντάλια, η ουρά του είναι πουά και το σώμα του –πάνω στο οποίο βρίσκονται τα δηλητηριώδη αγκάθια– έχει κόκκινες και άσπρες ρίγες.
Από την πρώτη του εμφάνιση, πριν από 32 χρόνια, ο πληθυσμός του στη Μεσόγειο αυξάνεται ολοένα, ενώ ταυτόχρονα ο εντοπισμός του στην Καλαβρία φέτος, αλλά και σε άλλα σημεία της Μεσογείου, όπως στη Σικελία και στην Αλβανία, παλαιότερα, αποτελεί «σύμπτωμα» της θέρμανσης των υδάτων της θάλασσάς μας, η οποία αναμένεται να είναι κατά 3,8 βαθμούς Κελσίου πιο ζεστή μέχρι το τέλος του αιώνα.
Ο πραγματικός κίνδυνος
Συνήθως τα ρεπορτάζ για τα λιονταρόψαρα εστιάζουν στο κατά πόσον αυτά απειλούν την ανθρώπινη ζωή. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει το βρετανικό Μέσο, στην Κύπρο ψαράδες είχαν λιποθυμήσει το 2019 μετά από τσίμπημα λιονταρόψαρου.
Αν αισθανθεί απειλή το λιονταρόψαρο γίνεται επιθετικό, ενώ το δηλητηριώδες και επίπονο τσίμπημά του μπορεί να απαιτήσει ιατρική βοήθεια. Δεν πρόκειται όμως για μια περίπτωση όπως της αιγαιοπελαγίτισσας δράκαινας, που καμουφλάρεται σε ρηχά αμμώδη νερά περιμένοντας κάποιο άτυχο πόδι λουομένου.
Τα λιονταρόψαρα προτιμούν βαθύτερα νερά και βραχώδεις περιοχές, οπότε μαζί τους έρχονται συχνότερα σε επαφή όσοι κάνουν καταδύσεις, καθώς και ψαράδες.
Πραγματική απειλή, όμως, δεν αποτελούν άμεσα για τον άνθρωπο, αλλά για τα ίδια τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Ο πληθυσμός τους αυξάνεται ταχύτατα, καθώς τα λιονταρόψαρα γεννούν κάθε τέσσερις ημέρες και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, παράγοντας περίπου δύο εκατομμύρια αυγά τον χρόνο.
Ταυτόχρονα, στη Μεσόγειο δεν υπάρχουν αρκετοί θηρευτές, υπάρχουν όμως πολλά θηράματα. Το λιονταρόψαρο τρώει ό,τι ζει κοντά σε βράχια και διαθέτει την ικανότητα να φάει 30 φορές το μέγεθος του στομαχιού του, ενώ έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να μειώσει την παρουσία μικρών ψαριών σε έναν ύφαλο κατά 90% μέσα σε μόλις πέντε εβδομάδες.
Το λιονταρόψαρο στις ελληνικές θάλασσες
Γι αυτό είναι σημαντικό να βλέπουμε τι συμβαίνει στις δικές μας θάλασσες. «Στο ΒΑ Αιγαίο, όπου βρίσκομαι, νομίζω πως εμφανίστηκαν για πρώτη φορά το 2017», λέει η Αναστασία Μήλιου, από το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος». «Εκτοτε έχουν εντοπιστεί σε πάρα πολλά μέρη στην Ελλάδα».
Αυτό που εξηγεί η ίδια είναι ότι υπάρχει ένα μεγάλο κενό γνώσης στο ευρύ κοινό σχετικά με τα νέα είδη που έχουν εμφανιστεί στις θάλασσές μας. Παρ’ όλα αυτά, σχετικά με την επικινδυνότητά του για τον άνθρωπο, το λιονταρόψαρο δεν θα πρέπει να μας πανικοβάλλει.
«Τα συγκεκριμένα ψάρια, αν και δεν είναι διαδεδομένα πέρα από τη Ρόδο ή την Κρήτη, όπου σερβίρονται, είναι εξαιρετικός μεζές», εξηγεί. Ετσι, αν κάποιος θέλει να βοηθήσει στη διαχείριση του πληθυσμού του ψαριού, μπορεί, σύμφωνα με την κυρία Μήλιου, να τα ζητήσει από τον ψαρά του και να τα καταναλώσει.
Με αυτόν τον τρόπο, εφόσον κάποιος σκόπευε να φάει ψάρι ούτως ή άλλως, συμβάλλει στο εισόδημα των μικρών ψαράδων, που έχει περιοριστεί λόγω της ανεξέλεγκτης υπεραλίευσης των ελληνικών θαλασσών, αλλά και στον έλεγχο του πληθυσμού ενός είδους που βρίσκεται παντού στη θάλασσα.
Οπώς τονίζει η κυρία Μήλιου, το πρόβλημα εντείνεται με άλλα εποικιστικά είδη, που δεν τρώγονται και μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα στα θαλάσσια οικοσυστήματα.
Η μετανάστευση ψαριών μέσω Σουέζ
Το λιονταρόψαρο μπορεί να είναι ο… συνήθης ύποπτος σε μια κουβέντα για τα τροπικά ψάρια που μεταναστεύουν μέσω της Διώρυγας του Σουέζ και εποικίζουν τη Μεσόγειο, αλλά το φαινόμενο είναι πλέον τόσο διαδεδομένο που έχει αποκτήσει και δική του ονομασία: λεσσεψιανή μετανάστευση.
Οπως σημειώνει το ρεπορτάζ των Times, περισσότεροι από 100 τύποι τροπικών ψαριών έχουν φθάσει στη Μεσόγειο, όπως το «ψάρι κορνέτα», το οποίο ανήκει στην οικογένεια των χελιών και διαθέτει μπλε στίγματα στο επίμηκες σώμα του, αλλά δεν έχει καμία ιδιαίτερη εμπορική αξία.
Ενας ακόμα μετανάστης, ο λαγοκέφαλος, μπορεί με τα δόντια του να τρυπήσει κουτάκι αναψυκτικού. Είναι ένα δηλητηριώδες είδος, όπως πολλά «ψάρια-φούσκες», και άρα ακατάλληλο προς βρώση.
Στη Μεσόγειο όμως βρίσκει άφθονο φαγητό και λίγους θηρευτές. Ενδέχεται να ζυγίζει έως και δέκα κιλά, ενώ ένας λαγοκέφαλος είχε δαγκώσει το δάχτυλο ενός μικρού κοριτσιού καθώς κολυμπούσε, στην Τουρκία, το 2019.
Και τα δύο είδη έχουν εντοπιστεί μέχρι το Γιβραλτάρ, γεγονός που υποδηλώνει ότι μπορεί να κατευθυνθούν προς τον Ατλαντικό. Σε μια πρόσφατη δημοσίευση, ο Ερνέστο Ατζούρο, ανώτερος ερευνητής στο Ινστιτούτο CNR-IRBIM της Ιταλίας, υποστήριξε, σύμφωνα με τους Times, ότι στο μέλλον αυτά τα ψάρια μπορεί να μεταναστεύσουν μέχρι την Καραϊβική.
«Αυτό θα καταστήσει τη Μεσόγειο έναν διάδρομο που θα συνδέει την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού με τον Ατλαντικό… και αυτή θα είναι μια κοσμογονική αλλαγή» σημείωσε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News