Στη σκέψη φαίνεται απίθανο· πώς ένα ζώο όπως ο μελανόγλαρος του Νότου, που δεν ξεπερνά κατά μέσο όρο το ενάμισι κιλό, να αποτελεί απειλή για τις μαύρες φάλαινες του Νότου, κήτη που μπορεί να ξεπερνούν σε μήκος τα 18 μέτρα και σε βάρος τους 80 τόνους;
Σύμφωνα με όσα γράφει η Ανι Ροθ στους New York Times, για πολλά χρόνια τα δύο είδη ζούσαν αρμονικά. Αλλά κάπου στη δεκαετία του 1970 η σχέση τους πήρε μια παράξενη τροπή. Μέχρι τότε τα πουλιά έδειχναν να αρκούνται στο να τρέφονται με το δέρμα που οι φάλαινες ξεφλούδιζαν με φυσικό τρόπο.
Κάποια στιγμή όμως οι γλάροι κατάλαβαν ότι μπορούν να κόβουν μεγαλύτερες μπουκιές, μια γνώση που έκτοτε μεταδίδουν από γενιά σε γενιά.
Οι μελανόγλαροι του Νότου βλέπουν από ψηλά τα κοπάδια χιλιάδων μαύρων φαλαινών του Νότου που ταξιδεύουν στα ήρεμα νερά της Χερσονήσου Βαλντές, στις ακτές της Αργεντινής, για να αναπαραχθούν και να γεννήσουν.
Τη στιγμή όμως που μία από τις φάλαινες, ειδικά μία από τα μικρά, ανεβεί στην επιφάνεια για να πάρει ανάσα, οι γλάροι την τσιμπολογούν ανελέητα, καταβροχθίζοντας όσο περισσότερο δέρμα και λίπος καταφέρνουν να αποσπάσουν από την πλάτη της.
Τις τελευταίες δεκαετίες το πρόβλημα έχει κλιμακωθεί και είναι πλέον τόσο σοβαρό που προκαλεί τον πρόωρο θάνατο των μικρών της νότιας φάλαινας, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη στο περιοδικό Biology Letters.
Οι γλάροι και άλλα ψαροπούλια είναι γνωστό ότι συχνά τσιμπολογούν σάρκα –ακόμα και μάτια– από θηλαστικά της θάλασσας, όμως η έρευνα στις μαύρες φάλαινες του Νότου δείχνει ότι αυτό το «τσιμπούσι», που γίνεται όλο πιο συχνό και βίαιο, έχει αυξήσει τον αριθμό των μικρών φαλαινών που πεθαίνουν πριν κλείσουν έναν χρόνο ζωής.
«Είναι πραγματικά λυπηρό να το βλέπεις» λέει στους New York Times η Μακαρένα Αγκρέλο, θαλάσσια οικολόγος στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο της Σάντα Καταρίνα, στη Βραζιλία, και συγγραφέας της μελέτης.
«Οι επιθέσεις είναι πολύ επώδυνες και προκαλούν μεγάλες, βαθιές πληγές, ιδιαίτερα στις πλάτες των νεαρών θηλαστικών» δηλώνει ο Μαριάνο Σιρόνι, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διατήρησης Φαλαινών στην Αργεντινή και συν-συγγραφέας της μελέτης.
Ενώ κάποια από τα τσιμπήματα είναι μικρά, «στις πιο ακραίες περιπτώσεις, οι μεγαλύτερες πληγές μπορούν να καλύψουν ένα μεγάλο μέρος της πλάτης των θηλαστικών και μπορεί να έχουν μήκος ένα μέτρο ή και περισσότερο» προσθέτει.
Στην αρχή οι γλάροι επιτίθονταν εξίσου σε μεγάλες και μικρές φάλαινες, αλλά με τον καιρό οι ενήλικες προσαρμόστηκαν στο να αναπνέουν κάμπτωντας την πλάτη τους με τέτοιο τρόπο ώστε να ανεβαίνει στην επιφάνεια μόνο το κεφάλι τους. Οι νεαρές φάλαινες, όμως,αδυνατούν να κάνουν το ίδιο.
Εκτός από τους επίπονους τραυματισμούς που προκαλούν στις μικρές φάλαινες, οι επιθέσεις των γλάρων τις εμποδίζουν και από το να ξεκουραστούν και να θηλάσουν. Αυτό, σε συνδυασμό με άλλους στρεσογόνους παράγοντες, οδηγεί πολλά μικρά σε πρόωρο θάνατο.
Αναλύοντας χιλιάδες καταγεγραμμένες παρατηρήσεις και αεροφωτογραφίες που συλλέχθηκαν από το 1970 έως το 2017, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο αριθμός των τραυματισμών που υφίστανται οι νεαρές νότιες φάλαινες στη Χερσόνησο Βαρντές έχει περίπου δεκαπλασιαστεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Στο ίδιο χρονικό διάστημα τα μικρά φαίνεται να επιβιώνουν λιγότερο εξαιτίας αυτών των τραυματισμών.
«Το γεγονός ότι η παρενόχληση των γλάρων προκαλεί επιπτώσεις σε επίπεδο πληθυσμού σε αυτές τις φάλαινες είναι αρκετά εκπληκτικό» δηλώνει στους New York Times ο Μάθιου Λέσλι, βιολόγος διατήρησης της Γεωλογικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Οι πληθυσμοί της μαύρης φάλαινας του Νότου έχουν ανακάμψει –είχαν βρεθεί στο χείλος της εξαφάνισης– από τότε που απαγορεύτηκε το κυνήγι τους, το 1935. Ωστόσο, όπως κάθε είδος φάλαινας, η ανάκαμψη αυτή απειλείται από τη μείωση της τροφής, το μπλέξιμο στον εξοπλισμό των ψαράδων και τα χτυπήματα των πλοίων.
Οι επιθέσεις από γλάρους είναι μια ακόμη απειλή ζωτικής σημασίας. Ο λόγος που οι γλάροι συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο έχει εν μέρει να κάνει, σύμφωνα με τους επιστήμονες, με την ανθρώπινη δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, η κακή διαχείριση των χωματερών και τα απόβλητα που δημιουργούνται από τους αλιευτικούς στόλους αυξάνουν τον πληθυσμό των γλάρων, άρα και των επιθέσεων.
«Παρέχοντας επιστημονικές αποδείξεις ότι οι επιθέσεις των γλάρων έχουν αντίκτυπο στην επιβίωση των φαλαινών, ελπίζουμε ότι οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν στάση και να συμμετάσχουν περισσότερο στη βελτίωση της διαχείρισης των αποβλήτων» αναφέρει στους New York Times ο δρ Σιρόνι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News