Η έφοδος του FBI στην έπαυλη του Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα τη Δευτέρα (περισσότερα εδώ) σηματοδότησε μια ξαφνική κλιμάκωση των ερευνών σε βάρος του πρώην προέδρου των ΗΠΑ ενώ έφερε στο προσκήνιο ερωτήματα τα οποία θεωρητικά θα μπορούσαν να αλλάξουν την πορεία επόμενων προεδρικών εκλογών στη χώρα, το 2024.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εάν η έρευνα –η οποία φέρεται να συνδέεται με τον χειρισμό απόρρητων κυβερνητικών εγγράφων από τον Τραμπ– καταλήξει στην καταδίκη του, τότε ο 76χρονος πολιτικός θα μπορούσε να αποκλειστεί από το να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για πρόεδρος, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι.
Μεσούσης της νέας πολιτικής θύελλας που έχει ξεσπάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, το BBC επιχείρησε να απαντήσει στο ερώτημα αν οι συγκεκριμένες έρευνες των αμερικανικών Αρχών, καθότι σε βάρος του Τραμπ εκκρεμούν και άλλες υποθέσεις, θα μπορούσαν πραγματικά να οδηγήσουν στον αποκλεισμό του επιχειρηματία από τη δυνατότητα να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο.
Μιλώντας στο βρετανικό δίκτυο, ο Τζόζεφ Μορένο, πρώην εισαγγελέας του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης, ανέφερε, αρχικά, ότι η φύση της έρευνας στο θέρετρο Μαρ-α-Λάγκο του Τραμπ στο Παλμ Μπιτς υποδηλώνει ότι η έρευνα κινείται προς την κατεύθυνση απόδοσης πιθανών κατηγοριών.
«Κάποιος στο FBI και ένας ομοσπονδιακός εισαγγελέας πιστεύουν ότι υπάρχει ποινική παραβίαση του νόμου Περί Προεδρικών Αρχείων (σ.σ. που απαιτεί από τους προέδρους να μεταφέρουν όλα τα έγγραφα και τα email τους στα Εθνικά Αρχεία) ή άλλων νόμων που διέπουν τα απόρρητα έγγραφα, γι’ αυτό και προχώρησαν», εξήγησε.
Μεγάλο μέρος της συζήτησης που άνοιξε στον απόηχο της έρευνας έχει πράγματι επικεντρωθεί σε ένα συγκεκριμένο χωρίο του αμερικανικού ποινικού δικαίου –πρόκειται για την παράγραφο 2071 του 18ου Αρθρου του Κώδικα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η εν λόγω διάταξη προβλέπει ότι αν οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η φύλαξη κυβερνητικών εγγράφων «σκόπιμα και παράνομα αποκρύψει, αφαιρέσει, παραποιήσει, εξαφανίσει ή καταστρέψει (…) οποιοδήποτε αρχείο, διαδικασία, χάρτη, βιβλίο, χαρτί, έγγραφο ή άλλο αντικείμενο που έχει αρχειοθετηθεί ή κατατεθεί (…) σε οποιοδήποτε δημόσια υπηρεσία» μπορεί να του επιβληθεί πρόστιμο ή φυλάκιση έως και τριών ετών. Το κρίσιμο είναι ότι οποιοσδήποτε καταδικαστεί βάσει αυτού του νόμου θα «αποκλείεται από την κατοχή» ομοσπονδιακών αξιωμάτων, όπως αναφέρεται στη συνέχεια.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ορισμένοι υποστηρίζουν ότι μια καταδίκη θα μπορούσε να τερματίσει τις φημολογούμενες ελπίδες του Τραμπ να επανεκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ.
Οπως δήλωσε στο MSNBC ο ιστορικός με ειδίκευση στο θεσμό της προεδρίας των ΗΠΑ Μάικλ Μπέσλος, «αυτός είναι ένας πραγματικός νόμος και αν ο Ντόναλντ Τραμπ παραβίασε αυτόν τον νόμο, αυτό έχει πραγματικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένου του ότι ενδέχεται να μην μπορέσει να υπηρετήσει σε ομοσπονδιακό αξίωμα ποτέ ξανά».
Νομικοί εμπειρογνώμονες επέμειναν, ωστόσο, ότι η συγκεκριμένη διάταξη είναι απίθανο να έχει εφαρμογή στην περίπτωση Τραμπ (εφόσον καταδικαστεί για το συγκεκριμένο αδίκημα) ή να σταθεί έναντι οποιασδήποτε προσφυγής από την πλευρά του πρώην αμερικανού προέδρου, καθώς τα κριτήρια για την προεδρική υποψηφιότητα αφορούν μόνον στην υπηκοότητα, τον τόπο κατοικίας και την ηλικία.
Ο αποκλεισμός Τραμπ βάσει μιας καταδίκης για παραβίαση του Αρθρου 18 δεν θα άντεχε σε κανένα είδος συνταγματικού ελέγχου, υποστήριξε χαρακτηριστικά ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, Μπράιαν Καλτ.
Νομικοί και συνταγματολόγοι οι οποίοι μίλησαν στο BBC προσέθεσαν ότι στις ΗΠΑ δεν προβλέπεται γενικός αποκλεισμός υποψηφίων για την προεδρία βάσει του ποινικού μητρώου τους. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι αυτό του Τζορτζ Μπους, ο οποίος είχε καταδικαστεί για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, αλλά υπηρέτησε ως πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών από το 2001 έως το 2009.
Τα κριτήρια επιλεξιμότητας για το ποιος μπορεί να είναι υποψήφιος για πρόεδρος καθορίζονται από το Σύνταγμα των ΗΠΑ και είναι τα εξής: ο υποψήφιος πρέπει να είναι τουλάχιστον 35 ετών και να είναι κάτοικος ΗΠΑ για τουλάχιστον 14 χρόνια.
Υπάρχει λοιπόν μια σαφής διάσταση –μεταξύ ενός ομοσπονδιακού νόμου που λέει ότι οι καταδικασθέντες βάσει του παραπάνω νόμου θα πρέπει να αποκλείονται από την κατοχή δημόσιου αξιώματος και του Συντάγματος, το οποίο ορίζει σαφείς απαιτήσεις για το ποιος είναι κατάλληλος να θέσει υποψηφιότητα για πρόεδρος και δεν κάνει καμία αναφορά σε ποινικές καταδίκες.
Κατά τον Καλτ, «η θεμελιώδης αρχή του συνταγματικού δικαίου είναι ότι το Σύνταγμα είναι υπέρτατο και κάθε νόμος που έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα είναι άκυρος».
Νομικοί έχουν επίσης αναφέρει ότι το Κογκρέσο μπορεί να αποκλείσει έναν υποψήφιο μέσω πρότασης μομφής (impeachment), ωστόσο το Σύνταγμα των ΗΠΑ δεν παρέχει στο νομοθετικό σώμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης τέτοια εξουσία για καταδίκες βάσει του κοινού ποινικού δικαίου.
«Ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να αποκλειστεί από τη διεκδίκηση της προεδρίας είναι από το Κογκρέσο (σ.σ. μέσω της διαδικασίας της πρότασης μομφής), αλλά αυτό θα ήταν πολύ ασυνήθιστο», σημείωσε ο Μορένο, πρώην εισαγγελέας του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Αλλοι νομικοί εκτίμησαν ότι οι εισαγγελείς θα μπορούσαν να ζητήσουν από το Ανώτατο Δικαστήριο –στο οποίο την πλειοψηφία έχουν οι συντηρητικοί– να εξετάσει το ζήτημα της επιλεξιμότητας του Τραμπ για την προεδρική υποψηφιότητα, εφόσον κατηγορηθεί και καταδικαστεί για αδίκημα του Αρθρου 18.
Ο καθηγητής Καλτ, πάντως, υποστήριξε ότι είναι απίθανο ο πρώην Ρεπουμπλικανός πρόεδρος να αποκλειστεί από την εκλογική κούρσα για την προεδρία σε μία τέτοια περίπτωση. «Αν συμβούλευα τον Τραμπ, θα του έλεγα ότι δεν πρέπει να ανησυχεί για αυτό», είπε.
Συνεπώς, οι εμπειρογνώμονες πιστεύουν ότι ο αποκλεισμός Τραμπ μέσω του Αρθρου 18 έχει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας, σύμφωνα με το BBC.
Από την άλλη, οποιαδήποτε απόπειρα αποτροπής της συμμετοχής του στις επόμενες προεδρικές εκλογές θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά τις επιδόσεις του στις κάλπες καθώς και τη συμπεριφορά των εκλογέων.
Ο Μαρκ Ι. Ιλίας, κορυφαίος δικηγόρος των Δημοκρατικών με ειδίκευση στο εκλογικό δίκαιο, έκανε ένα ανάλογο σχόλιο. «Αναγνωρίζω τη νομική πρόκληση που θα είχε η εφαρμογή αυτού του νόμου σε έναν πρόεδρο. Αλλά η ιδέα ότι ένας υποψήφιος θα πρέπει να αντιμετωπίσει την κατηγορία στο δικαστήριο, κατά τη διάρκεια μιας εκλογικής εκστρατείας, έχει μεγάλη ισχύ στην αμερικανική πολιτική».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News