Μπορεί να φαίνεται υπερβολικό, αλλά η Εθνική μας έχει νικήσει πέντε φορές την Εθνική Ρουμανίας επί τριάντα αγώνες, με τη διαφορά ότι οι νικηφόρες συναντήσεις ήταν φιλικές, οπότε – έχουμε και λέμε – αυτή η νίκη μέσα στο Καραϊσκάκη ήταν η πρώτη γι’ αυτό της άξιζε να χαιρετισθεί με χέρια και με πόδια. Γενικά τα ομαδικά αθλήματα καλλιεργούνταν φανατικά επί εποχής κομμουνισμού, με μια και μόνη διαφορά: το ηθικό των ομάδων πίσω από το παραπέτασμα ήταν ευάλωτο, σαθρό, ενίοτε δε και κακής ποιότητος. Μπορεί κάποτε σε αγώνα με τον Παναθηναϊκό ο περιλάλητος Οζόν να άφησε σύξυλο τον Οικονομόπουλο σουτάροντας από τη σέντρα, αλλά παρόμοιες στιγμές σπάνιζαν για να μην πούμε τίποτε χειρότερο. Τελικά ο πλήρης απολογισμός είναι 6 νίκες για τη χώρα μας, 17 για τη Ρουμανία και 8 ισοπαλίες.
Η ιθύνοντες της ρουμανικής ομάδας ήταν έξω φρενών με τον διαιτητή Πέδρο Προένσα ο οποίος (τι να λέμε τώρα…) θα ευνοούσε την ελληνική ομάδα(!). Μάλιστα όταν ο Μήτρογλου επέτυχε το πρώτο τέρμα οι υποψίες έγιναν πραγματικότητα καθότι σούταρε από θέση οφ σάιντ. Από κει και πέρα η καχυποψία έκανε επιθετικές βόλτες μέσα στο γήπεδο φορτώνοντας τους Ρουμάνους με κίτρινες κάρτες και ολοφάνερο εκνευρισμό. Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Επειδή τίποτα δεν τέλειωσε. Στον επαναληπτικό αγώνα οι Ρουμάνοι θα κατεβάσουν στο γήπεδο ακόμα και τον Δράκουλα για να πάρουν εκδίκηση οπότε (ο μη γένοιτο) το 3-1 ενδέχεται να αποδειχθεί σαθρό αποτέλεσμα.
Ο Φερνάντο Σάντος γνωρίζει σε βάθος τη νοοτροπία των Ελλήνων ποδοσφαιριστών και τον τρόπο που μπορούν να αποδώσουν. Λόγου χάριν μπορεί ο Μήτρογλου να γίνεται σε κάθε ματς σκόρερ σουτάροντας στα μούτρα του εκάστοτε τερματοφύλακα από τρία μέτρα, αλλά η απόδοσή του δικαιολογημένα υπολείπεται από κείνη του Σαλπιγγίδη ο οποίος δικαιολογημένα πήρε το παράσημο του ΜVP. Eπίσης η παρουσία του Παπασταθόπουλου μπορεί να πει κανείς ότι αποδίδει τα μέγιστα και ειδικά στις επικίνδυνες στιγμές όπου η άμυνα μοιάζει γεμάτη «τρύπες». Τοροσίδης, Σιόβας και Χολέμπας «δένουν» λαμπρά μαζί με τον Παπασταθόπουλο ώστε οι φάσεις μέσα στην ελληνική περιοχή να σπανίζουν (όπως εκείνη του γκολ…).
Ο Σάντος ανακατεύει παλιούς και νέους ώστε η πείρα να βρίσκει αγαθή συντροφικότητα με τη νεότητα: οι «γέροι» της Εθνικής είναι ο Κατσουράνης, ο Σαλπιγγίδης, ο Καραγκούνης και ο Γκέκας, ενώ οι νέοι περισσεύουν και ανήκουν κατά πλειοψηφία στον Ολυμπιακό: Χολέμπας, Σιόβας, Μήτρογλου, Μανιάτης, Τοροσίδης, Μανωλάς, Μήτρογλου.
O επαναληπτικός αγώνας των δύο ομάδων είχε διπλό πρόσωπο: από τη μια οι Ρουμάνοι εξέφρασαν το ή ταν ή επί τας (ο προπονητής τους δήλωσε ότι σε περίπτωση ήττας θα πήγαινε να κλειστεί σε μοναστήρι…), όσο για την ελληνική ομάδα θα κατέβαινε στο γήπεδο για να εξασφαλίσει τα κεκτημένα. Πράγματι το πρώτο ημίχρονο κύλησε με τη ρουμανική Εθνική να ιδρώνει τη φανέλα με πάθος (αποδεικνύοντας ότι δεν συνεχίζει την παράδοση του ρουμανικού ποδοσφαίρου ούτε για δείγμα). Ουσιαστικά, το πρώτο εικοσάλεπτο, παίχτηκε το δράμα των Ρουμάνων: «χάσαμε, άρα θα πάρουμε το αίμα μας πίσω», ενώ από ελληνικής πλευράς γινόταν κάποια επίδειξη ανωτερότητας. Έτσι επετεύχθη το τέρμα του Μήτρογλου που κρέμασε κουδούνια στον λαιμό των Ρουμάνων φιλάθλων. Ουσιαστικά τα πάντα είχαν τελειώσει, ακόμα και η εκδικητική μανία της κερκίδας είχε ξεθυμάνει.
Τότε έβαλε και το χεράκι της η τύχη. Καθώς η μπάλα βρισκόταν στα πόδια του Τοροσίδη και η ελληνική κερκίδα το είχε ρίξει στον ύπνο, το δεξί μπακ της Ρόμα έδιωξε την μπάλα επιπόλαια, αυτή χτύπησε σε ελληνικά πόδια και πέρασε σατανικά τη γραμμή του τέρματος. Το εισιτήριο για το παγκόσμιο κύπελλο έχει δοθεί, ωστόσο η συνοχή της ομάδας δεν παρουσιάζει τίποτα το εντυπωσιακό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News