Το σοκ ήταν τεράστιο. Η χώρα που είναι παγκοσμίως γνωστή για το έμπιστο τραπεζικό της σύστημα δεν μπόρεσε να προβλέψει, ή να σταματήσει, την κατάρρευση μιας από τις μεγαλύτερες τράπεζές της. Προς το παρόν, η σιωπή όσον αφορά στις αιτίες της κατάρρευσης είναι εκκωφαντική.
Είναι εύκολο να εντοπίσεις τους τραπεζίτες στην ελβετική οικονομική πρωτεύουσα: άψογα προσαρμοσμένο μπλε κοστούμι, μονόπλευρη καμπαρντίνα, χαρτοφύλακας χειρός (δερμάτινος, κατά προτίμηση). Το Politico επιχειρεί να τους προσεγγίσει στα διαλείμματά τους, για να πάρει τη γνώμη τους σχετικά με την Credit Suisse. «Δεν μπορούμε να πούμε» λέει ένας από αυτούς. «Η εσωτερική έρευνα είναι σε εξέλιξη» λέει ένας άλλος.
Υπάρχει λόγος για όλη αυτή τη σιωπή. Το έθνος των Αλπεων, γνωστό για τη μέγιστη διακριτικότητά του στον ρόλο του ως τραπεζίτη των πλουσίων της Γης, εξακολουθεί να προσπαθεί να επεξεργαστεί ακριβώς τι πήγε στραβά – και τι να κάνει με τους ανθρώπους που οδήγησαν την Credit Suisse στο χείλος του γκρεμού.
Το κοινό είναι «πολύ θυμωμένο», καθώς μάλιστα έχουν περάσει μόλις 15 χρόνια από τη δημόσια διάσωση της UBS, σύμφωνα με τον Τομπάιας Στράουμαν, καθηγητή Σύγχρονης και Οικονομικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης. «Ο φορολογούμενος πρέπει να σώσει μια τράπεζα, οι άνθρωποι της οποίας κέρδισαν πολλά χρήματα, και δεν έχει βρεθεί ακόμα ο υπεύθυνος» λέει. «Αυτή είναι η αίσθηση».
Με τις εθνικές εκλογές του προσεχούς Οκτωβρίου να πλησιάζουν, το ερώτημα στρέφεται στο ποιος θα είναι εκείνος που θα πληρώσει αυτή την αίσθηση του κόσμου. Μόνο οι ίδιοι οι τραπεζίτες; Οι ρυθμιστικές αρχές που την παρακολουθούσαν να φλέγεται; Οι πολιτικοί που έθεσαν τους κανόνες εξ αρχής; Ολοι οι προαναφερθέντες;
Το ελβετικό κοινοβούλιο άρχισε να ασκεί την εξουσία του, απορρίπτοντας το αίτημα της κυβέρνησης να εγκρίνει μια έκτακτη πιστωτική γραμμή που θα στηρίζει την εξαγορά από την UBS. Αλλά αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό συμβολικό. Θα αποφασίσει τον Ιούνιο αν θα ξεκινήσει μια κοινοβουλευτική επιτροπή – η οποία στη συνέχεια θα καλέσει τους εμπλεκομένους για ανάκριση.
«Η πρόβλεψή μου είναι ότι βραχυπρόθεσμα δεν πρόκειται να συμβούν πολλά» λέει ο Στράουμαν. «Αλλά πιθανότατα μετά τις εκλογές θα δούμε έναν μεγαλύτερο συνασπισμό, που θα κάνει πραγματικά κάτι».
Αυτό που σίγουρα δεν θα βοηθήσει τη διάθεση του κοινού είναι ότι ορισμένοι τραπεζίτες της Credit Suisse σχεδιάζουν να κάνουν μήνυση για τα χαμένα μπόνους τους. Η Σελίν Βίντμερ, ελβετή βουλευτής των Σοσιαλδημοκρατών, ζήτησε την απαγόρευση των μπόνους σε τραπεζίτες, καθώς και των υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις τράπεζες, ώστε να γίνουν ασφαλέστερες.
Κατά την άποψή της, ο οικονομικός επόπτης της Ελβετίας θα πρέπει επίσης να αποκτήσει ισχυρότερες εξουσίες επιβολής κυρώσεων. «Ηταν η συμπεριφορά των τραπεζών αυτή που μας επέδειξε ότι δεν είναι υπόλογες» λέει σχετικά με το τι πήγε στραβά στην Credit Suisse.
Οι ελβετικές αρχές βρίσκονται υπό εξονυχιστικό έλεγχο. Παρότι εμπόδισαν την πιθανότητα η κατάρρευση της τράπεζας να προκαλέσει μια ευρύτερη οικονομική κρίση, η κυβέρνηση και οι ρυθμιστικές αρχές αντιμετωπίζουν ερωτήματα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν παρενέβησαν νωρίτερα.
Οπως φαίνεται, η Credit Suisse αντιμετώπιζε προβλήματα επί χρόνια, αλλά μέσα σε λίγες ημέρες, τον Μάρτιο, έχασε την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών, εν μέσω ευρύτερου πανικού για τις χρεοκοπίες τραπεζών στις ΗΠΑ, που είχαν προηγηθεί χρονικά.
Σύμφωνα με την υπουργό Οικονομικών, Καρίν Κέλερ-Σούτερ, η τράπεζα θα είχε ξεμείνει από χρήματα χωρίς τη βιαστική εξαγορά από την UBS, καθώς οι πελάτες απέσυραν τις καταθέσεις τους και οι τιμές των μετοχών και των ομολόγων της πάτωσαν. Η κυβέρνηση υποσχέθηκε να «καταπιεί» έως και 9,3 δισ. ευρώ ζημιών εάν χρειαζόταν, και η ελβετική Κεντρική Τράπεζα προσέφερε 103 δισ. ευρώ ρευστότητας.
Νομικές αγωγές κατά των αποφάσεων που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια εκείνου του κομβικού Σαββατοκύριακου της συγχώνευσης είναι καθ’ οδόν – συμπεριλαμβανομένης εκείνης για την εξάλειψη ομολόγων της Credit Suisse αξίας 16,5 δισ. ευρώ από τον ελβετικό χρηματοπιστωτικό επόπτη, που αντέστρεψε τη συνήθη ιεραρχία των ζημιών μιας κατάρρευσης.
Οι επενδυτές, των οποίων τα ομόλογα δεν αξίζουν πλέον τίποτα, κέρδισαν ήδη μια πρώτη νίκη επιβάλλοντας την έκδοση ενός αμφισβητούμενου έκτακτου διατάγματος. Παράλληλα, η ζωή μπορεί να γίνει πιο δύσκολη για την αντίπαλη τράπεζα, που τώρα έχει καταβροχθίσει την αντίπαλό της.
«Δημιουργήσαμε ένα τέρας με την UBS» λέει ο Τόμας Μπόρερ, πρώην πρεσβευτής της Ελβετίας στη Γερμανία, ο οποίος εμπλέκεται στην εκπροσώπηση των συμφερόντων των κατόχων ομολόγων της Credit Suisse που εξαφανίστηκαν κατά την εξαγορά. «Είναι τώρα μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες στον κόσμο όσον αφορά στη διαχείριση περιουσίας. Δεν είμαστε από τις μεγαλύτερες χώρες στον κόσμο. Πώς πρέπει να το ρυθμίσουμε; Εκεί επικεντρώνεται τώρα η συζήτηση».
Η κοινοβουλευτική έρευνα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυτή τη συζήτηση – ακόμα και οι ολιγόλογοι τραπεζίτες της Ελβετίας είναι πρόθυμοι. «Υποστηρίζουμε τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης, πλήρους και ανοιχτόμυαλης αναθεώρησης αυτών των γεγονότων» δηλώνει ο Ογκούστ Μπενζ, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Ενωσης Ελβετικών Τραπεζών.
Η αποτυχία της Credit Suisse είχε προκαλέσει «ορισμένα συναισθήματα» λέει ο Μπενζ, αλλά ελπίζει ότι μια έρευνα θα βοηθούσε την Ελβετία να επιλέξει «τα σωστά μέτρα» ως απάντηση στην αποτυχία της τράπεζας. Αντιτάσσεται στην ιδέα ότι μια παγκόσμια τράπεζα, όπως η UBS, θα μπορούσε να είναι υπερβολικά μεγάλη για τη χώρα.
«Η Γερμανία έχει μία παγκόσμια συστημική τράπεζα, η Ιταλία μία, η Ισπανία μία, η Ολλανδία επίσης, και η Ελβετία φαίνεται ότι θα έχει μία» ισχυρίζεται.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News