Οταν ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν μίλησε στο οικονομικό επιτελείο του, την περασμένη εβδομάδα και έπειτα από έναν μήνα πτώσης του ρουβλίου έναντι του δολαρίου, προσπάθησε να τους τονώσει το ηθικό. Η ρωσική οικονομία, είπε, αναπτύσσεται και οι μισθοί αυξάνονται. Παρά την επίδειξη γενναιότητας, ο Πούτιν δεν μπόρεσε να αποφύγει την αναφορά στην αυξανόμενη αδυναμία της ρωσικής οικονομίας λόγω των Δυτικών κυρώσεων. Η πτώση του ρουβλίου επιδείνωσε την κατάσταση.
Είπε ο Πούτιν: «Τα αντικειμενικά δεδομένα δείχνουν ότι οι πληθωριστικοί κίνδυνοι αυξάνονται και το έργο της συγκράτησης της αύξησης των τιμών είναι πλέον προτεραιότητα. Ζητώ από την Κεντρική Τράπεζα να κρατήσει την κατάσταση υπό συνεχή έλεγχο». To ρεπορτάζ για τη ρωσική οικονομία που βυθίζεται στον πληθωρισμό υπέγραψε η Washington Post.
Η ραγδαία άνοδος τιμών που προκαλείται από την πτώση της αξίας του ρουβλίου κατά 20% μεταξύ Ιουνίου και Δεκαπενταύγουστου, όπως και η απορρόφηση κρατικών κονδυλίων από την πολεμική βιομηχανία, έκαναν τους Ρώσους να καταλάβουν τι εστί πόλεμος, λένε οι οικονομολόγοι.
Ο Γιάνις Κλούγκε, του γερμανικού Ινστιτούτου Υποθέσεων Ασφαλείας, είπε: «Ο ρωσικός λαός έχει απομονωθεί από τις πολιτικές εξελίξεις, αλλά όχι από τον πληθωρισμό. Αυτόν τον πληρώνει. Ετσι όμως η πολιτική παρεμβαίνει στις ζωές τους, και είναι κάτι που φοβάται η ρωσική ηγεσία διότι δεν μπορεί να το απαλείψει η προπαγάνδα». Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα φτάσει έως και το 6,5% μέχρι το τέλος του 2023.
Οι οικονομολόγοι, έγραψε η Post, πιστεύουν ότι η ταχεία υποτίμηση του ρουβλίου θα πυροδοτήσει περαιτέρω ανατιμήσεις κατά το επόμενο τρίμηνο ή εξάμηνο, με τον πληθωρισμό να φθάνει σε διψήφιο αριθμό μέχρι το τέλος του έτος. Ηδη, η Κεντρική Τράπεζα έκανε έκτακτη αύξηση του βασικού επιτοκίου της στο 12%, ώστε να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει την πληθωριστική κρίση.
Καθώς στη Ρωσία οι εισαγωγές εξακολουθούν να αποτελούν έως και το 40% του μέσου καταναλωτικού καλαθιού, δύο πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι οι Ρώσοι έχουν ήδη αρχίσει να μειώνουν τις δαπάνες τους, ακόμη και σε βασικά είδη όπως είναι τα τρόφιμα, οι σκόνες πλυσίματος ρούχων, οι οδοντόκρεμες.
Οι απώλειες του ρουβλίου (πάνω από το 1/3 της αξίας του από τον Νοέμβριο του 2022) είναι αποτέλεσμα των κυρώσεων που επέβαλε στις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας η Ευρωπαϊκή Ενωση, απαγορεύοντας στην επικράτειά της τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά και αποτέλεσμα του πλαφόν στις πωλήσεις ρωσικού αργού πετρελαίου που επέβαλαν οι G7, ορίζοντας και ότι το πετρέλαιο μπορεί να πωλείται σε τιμές κάτω των 60 δολάρια ανά βαρέλι.
Οι ρώσοι έμποροι πετρελαίου έχουν αναπτύξει πειρατικούς στόλους για να αποφύγουν τις κυρώσεις, ωστόσο τα Δυτικά μέτρα έχουν στερήσει από τον ρωσικό προϋπολογισμό τη βασική πηγή εσόδων. Οι ρωσικές εξαγωγές ενέργειας μειώθηκαν κατά 47% το πρώτο εξάμηνο του 2023, σε σύγκριση με την ίδια περυσινή περίοδο.
Τριπλοβάρδιες στα πολεμικά εργοστάσια
Η Post έγραψε για γκρίζα κανάλια εισαγωγών στα οποία στράφηκε η Ρωσία και ανέφερε ως εμπλεκόμενες χώρες την Τουρκία, την Κίνα και τα κράτη της Κεντρικής Ασίας. Και αυτές οι εισαγωγές άσκησαν περαιτέρω πίεση στο ρούβλι. «Οι ρώσοι αξιωματούχοι παλεύουν με τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου του Πούτιν κατά της Ουκρανίας, λένε οι αναλυτές. Η κυβέρνηση έχει διπλασιάσει τον στόχο αμυντικών δαπανών της για το 2023 σε περισσότερα από 100 δισ. δολάρια, αντλώντας περισσότερα από 60 δισ. δολάρια από τον Προϋπολογισμό, για να τα ρίξει στην πολεμική βιομηχανία κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023. Αυτά τα στοιχεία αποκάλυψε το Reuters.
»Το όργιο δαπανών στήριξε τη ρωσική οικονομία ενάντια στις πιο επιβλαβείς συνέπειες των Δυτικών κυρώσεων, επιτρέποντας στο Κρεμλίνο να υποστηρίξει κάποια επιστροφή στη συνολική οικονομική ανάπτυξη, την οποία προβλέπει η Ρωσική Κεντρική Τράπεζα στο 1,5%-2,5% και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο 0,7%, ύστερα από συρρίκνωση 2,1% πέρυσι. Ωστόσο, δημιουργήθηκε τεράστια ανισορροπία στη ρωσική οικονομία, επιδεινώνοντας τον πληθωρισμό, καθώς οι πολεμικές βιομηχανίες εργάζονται τριπλοβάρδιες. Οσο για το εργατικό δυναμικό, παρατηρούνται ελλείψεις. Αυτές προκαλούνται από την επιστράτευση για τον πόλεμο στην Ουκρανία και από τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων Ρώσων στο εξωτερικό.
»Μια έρευνα που διεξήχθη από το Ινστιτούτο Gaidar της Μόσχας διαπίστωσε ότι το 42% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν σε αυτήν παραπονέθηκαν για έλλειψη εργαζομένων τον Ιούλιο. Σε ένδειξη αυξανόμενης απόγνωσης, την περασμένη εβδομάδα ο Πούτιν διέταξε άρση των περιορισμών στην απασχόληση εφήβων ηλικίας έως 14 ετών, ώστε να βρεθούν εργατικά χέρια. Ο Μαρκ Σόμπελ, του think tank της Ουάσινγκτον Strategic and International Studies, θεωρεί ότι ο αντίκτυπος των Δυτικών ενεργειών κατά της Ρωσίας είναι καίριος, αλλά σε βάθος χρόνου, θα είναι δηλαδή μακροχρόνιος».
Ουκρανοί: «Κόψτε τους το χρήμα»
Το ρεπορτάζ της Post έκλεισε με τις επιθυμίες των Ουκρανών: «Ο Ολεγκ Ουστένκο, οικονομικός σύμβουλος του Ζελένσκι, είπε ότι είναι επιτακτική ανάγκη η Δύση να αναλάβει συλλογική δράση. Αυτός θέλει μεγαλύτερη πίεση στη Ρωσία όσον αφορά το ανώτατο όριο των τιμών στο πετρέλαιό της, ώστε να μην έχουν αρκετά μετρητά οι Ρώσοι για να συνεχίσουν τον πόλεμο. Η Ελίνα Ριμπάκοβα, της Σχολής Οικονομικών Επιστημών του Κιέβου, είπε και αυτή ότι χωρίς περαιτέρω πίεση στα έσοδα από το ρωσικό πετρέλαιο, οι ρωσικές αρχές πιθανότατα θα αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό».
Για τη λογική της Post (εκδήλωση λαϊκής δυσφορίας κατά του Πούτιν) κεντρικό αναδεικνύεται το ερώτημα που απηύθυνε ο Κλούγκε: «Το ζήτημα είναι πόσον πληθωρισμό μπορεί να αντέξει ο ρωσικός πληθυσμός».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News