Στον Άρειο Πάγο επικρατεί εκκωφαντική ησυχία. Στους διαδρόμους του, μπορείς να ακούσεις τα βήματα σου, μπροστά από θεόκλειστες πόρτες ανώτατων δικαστικών και χαμηλόφωνες γραμματείες. Την Παρασκευή 9 Ιουνίου, ήταν σαν να ακουγόταν στη διαπασών το «Ρέκβιεμ» του Μότσαρτ. Η τελευταία σύνθεση του ευφυούς μουσουργού, προς τιμήν της υστεροφημίας της προέδρου του ανώτατου δικαστηρίου, της Βασιλικής Θάνου.
Η πρόεδρος βεβαίως δεν ήταν εκεί, ήταν στο Χίλτον, σε λαμπερό γκαλά, δικό της, κατάδικο της, κι είχε υψηλούς προσκεκλημένους, φίλους μόνο, όχι εχθρούς. Το μισό δικαστικό σώμα έλειπε, η μεγαλύτερη δικαστική Ένωση της χώρας, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων απουσίαζε μετά αιχμών και πολλών διαμαρτυριών ∙ ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής αλλαξοδρόμησε στην επιστροφή από το Λουξεμβούργο όπου είχε ταξιδέψει για το Συμβούλιο Υπουργών Δικαιοσύνης, επιλέγοντας να μην είναι τελικά κεντρικός ομιλητής, κι ας τον ανέφερε η επίσημη πρόσκληση πρώτο – πρώτο.
Γιόρτασε η πρόεδρος τα 182 χρόνια της νεώτερης ιστορίας του Αρείου Πάγου. Και ταυτόχρονα, τα 67 τα δικά της ∙ τόσα αρκούν, βάσει του Συντάγματος, για να περάσει στην έξοδο του ανώτατου δικαστηρίου και να συνταξιοδοτηθεί. Σ’ αυτά τα ιδιότυπα γενέθλια, υποχρέωσε τον Άρειο Πάγο να την αποχαιρετήσει, καθυπόταξε το θεσμικό στο προσωπικό.
Δεν είναι η πρώτη φορά που της καταλογίζονται ενέργειες και τακτικές που αποβαίνουν σε βάρος του θεσμικού της ρόλου. Δεν είναι η πρώτη φορά που της προσάπτεται ότι επεχείρησε να θέσει τον θεσμό στην υπηρεσία του εαυτού της.
Η επέτειος που τόσο αμφισβητήθηκε δίνει λαμπρή ευκαιρία για να αποτιμηθεί συνολικά η θητεία Θάνου σε έναν από τους τρεις υψηλότερους δικαστικούς θώκους που διαθέτει η χώρα. Ήταν επιτυχημένη τελικά η πρόεδρος; Όχι. Και να γιατί.
Η Βασιλική Θάνου κινείται καταρχάς μακράν του προτύπου της «δικαστικής ιδιοσυγκρασίας», όπως την έχουν περιγράψει σημαντικές μορφές του χώρου. Ο δικαστής του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Jeffrey Rosen την έχει περιγράψει ως εξής: «Οι πιο επιτυχημένοι πρόεδροι ήταν (…) κοινωνοί ενός ιδιαίτερου ύφους δικαστικής ιδιοσυγκρασίας. Ήταν σεμνοί, συμπαθείς, αποτελεσματικοί, ικανοί να ανευρίσκουν κοινά σημεία». Και σε άλλο σημείο, τονίζει: «Η δικαστική ιδιοσυγκρασία εμπεριέχει εύρος αρετών (…) Μια πραγματιστική διάθεση, ένας βαθμός ταπεινότητας και κοινής λογικής, μια ικανότητα λειτουργίας μέσα σε σύνολα, έχουν αποδειχθεί στη διάρκεια του χρόνου ότι είναι σημαντικότερες αρετές από τις λαμπρές ακαδημαϊκές περγαμηνές (…)».
Η Βασιλική Θάνου δεν υπήρξε ταπεινή ως πρόεδρος. Η συμπεριφορά της διακατεχόταν από άκρατη φιλοδοξία, που θύμιζε περισσότερο πολιτικό ον παρά δικαστή, και μάλιστα ανώτατο. Το υποδήλωσε εξαρχής η επιστολή της – έκπληξη σε ομολόγους της σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ένα εθνικό ζήτημα, το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Το καταμαρτύρησε και το -σώνει και ντε- λαμπερό γκαλά στο Χίλτον, αντί του συνήθους χαμηλών τόνων δείπνο με συνδαιτυμόνες συναδέλφους της, όπως έκαναν και οι περισσότεροι από τους απερχόμενους προέδρους του Αρείου Πάγου. Και είναι εντονότατες σήμερα οι φήμες ότι θα διεκδικήσει μετά τον Ιούνιο νέο ρόλο στο σκηνικό Τσίπρα.
Η Βασιλική Θάνου δεν ήταν ευρέως συμπαθής ως πρόεδρος. Ίσως να μην ενδιέφερε ποτέ και την ίδια, ίσως οι προτεραιότητες της να είχαν, να έχουν, να κάνουν με την επικυριαρχία, την επιβολή, την εξουσία.
Εφέτες θυμούνται χαρακτηριστικά ότι στην καθιερωμένη κοπή της πίτας, στην αρχή του έτους, μια πανθομολογουμένως χαλαρή στιγμή, η παρουσία της προέδρου ντύθηκε με απειλή, φόβο και ουδόλως ευχάριστα συναισθήματα, καθώς επέλεξε σε μια κίνηση υψηλού συμβολισμού να συνοδεύεται από ανώτατο δικαστικό με θέση ισχύος στην Επιθεώρηση του Αρείου Πάγου, η οποία ελέγχει πειθαρχικά τους δικαστές!
Κι ένα ακόμη περιστατικό, που δηλώνει πολλά, κι αξίζει τον κόπο να αναφερθεί: τον Δεκέμβριο, στη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (με την οποία η Βασιλική Θάνου βρίσκεται σε πόλεμο), η πρόεδρος ανέβηκε στο βήμα και – προτού πει οτιδήποτε άλλο σχετικό με τη θεματική της εκδήλωσης – έκανε σκηνή, χωρίς υπερβολή, γιατί δεν την είχαν βάλει να καθίσει στη «σωστή» θέση, με βάση τις ιδιότητες που κατέχει _ περιλαμβανομένης αυτής της πρώην, υπηρεσιακής, Πρωθυπουργού. Το εντυπωσιακό ήταν ότι η συμπεριφορά της «θιγομένης βασίλισσας» δεν επιβραβεύθηκε από τους δικαστές που είχαν κατακλύσει την αίθουσα τελετών του Εφετείου Αθηνών. Γιατί όταν το προεδρείο μπήκε στον κόπο να της απαντήσει ότι είχε τηρηθεί πλήρως η εθιμοτυπία και το σχετικό πρωτόκολλο, το κοινό ξέσπασε σε θερμό χειροκρότημα, εμμέσως αποδοκιμάζοντας την.
Όσο για την αποτελεσματικότητα; Οι όποιες επιδόσεις της προέδρου – κανείς δεν λέει ότι δεν υπάρχουν – επισκιάσθηκαν ∙ και δεν μπορούν να μπουν ισοδύναμα στη ζυγαριά. Χάθηκαν τόσες και τόσες ώρες, έγιναν τόσες και τόσες συζητήσεις, και καμιά δεν αφορούσε το δια ταύτα, τον πυρήνα του δικαιοδοτικού της έργου.
Η Βασιλική Θάνου δεν έψαξε για κοινά σημεία, δεν προσπάθησε να λειτουργήσει σε σύνολα, ως πρόεδρος. Αντιθέτως, δίχασε, υιοθέτησε εμφυλιοπολεμικές στρατηγικές, έριξε βόμβες στην ενότητα του Σώματος. Δεν υπάρχει πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα από την ίδρυση – με δική της πρωτοβουλία – της Ένωσης Ανώτατων και Ανώτερων Δικαστών και Εισαγγελέων, σε μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια δημιουργίας συνδικαλιστικού αντίβαρου που θα στήριζε την πρότασή της για παράταση της θητείας των ανώτατων δικαστικών και πέραν των 67 ετών, με νομοθετική ρύθμιση. Δεν κατάφεραν να την πτοήσουν ούτε οι σκληρές ανακοινώσεις σύσσωμου του συνδικαλιστικού δικαστικού κόσμου, ούτε οι παρεμβάσεις διαπρεπών συνταγματολόγων που έκαναν λόγο για «ανεπίτρεπτη παραβίαση συνταγματικών προβλέψεων».
Η διαβολεμένη επιμονή της στην αύξηση των ορίων ηλικίας των ανώτατων δικαστών αντιστρατεύθηκε και την κοινή λογική, που θα πρέπει να διαθέτει ένας επιτυχημένος πρόεδρος ανώτατου δικαστηρίου. Στη λογική που θέλει την εκπλήρωση του θεσμικού ρόλου της Δικαιοσύνης, την προστασία του Συντάγματος, να μην είναι ψιλά γράμματα.
Η κοινή λογική έπεσε θύμα και στην περίπτωση του γκαλά. Πώς είναι δυνατόν να διοργανώνει ο Άρειος Πάγος μια γιορτή τόσο δαπανηρή με «χορηγία φορέων»; Πώς γίνεται ένα ανώτατο δικαστήριο να υποχρεώνεται σε «χ» ή «ψ» επιχειρηματίες (καλοπροαίρετους έστω) ή ενώσεις ή ό,τι άλλο, δημιουργώντας δεσμεύσεις και υπόνοιες για μη ορθή άσκηση απονομής της Δικαιοσύνης, υπό το πρίσμα φιλιών, προτιμήσεων και προκαταλήψεων, πλήττοντας το κύρος του θεσμού;
Η κοινή λογική θα επέβαλε επίσης να μην «τσακώνονται» δημοσίως οι πρόεδροι ανώτατων δικαστηρίων με καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου. Θα ανέμενε κανείς να έχουν το ανάστημα που θα τους επέτρεπε να δέχονται την κριτική, να στέκονται πέρα και πάνω από τον «μικρό» τους εαυτό, εκεί που στέκονται όσοι μπορούν να εκπροσωπήσουν επάξια ένα σημαντικό θεσμό, όπως η Δικαιοσύνη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News