«Ας το επαναλάβουμε για άλλη μια φορά, ας το δηλώσουμε όλοι μαζί σαν σύνθημα: δεν το έκανε εκείνη, δεν ήταν δικό της λάθος. Την έχει απαλλάξει κάθε πιθανό δικαστήριο των Beatles στον κόσμο», γράφει σε άρθρο του στη La Repubblica ο ιταλός δημοσιογράφος, συγγραφέας και μουσικοκριτικός Τζίνο Καστάλντο.
Αναφέρεται φυσικά στη «δόλια Γιαπωνέζα», όπως συνεχίζουν να αποκαλούν αρκετοί ανά τον κόσμο την Γιόκο Ονο, εξακολουθώντας να της καταλογίζουν ότι αυτή διέλυσε τους Beatles, διαλύοντας, έτσι, μαζί και το όνειρο που ζούσε μια ολόκληρη γενιά φανατικών θαυμαστών, λάτρεων, κυριολεκτικά, των θρυλικών Σκαθαριών.
Μπορεί κανείς εύλογα να υποθέσει, βλέποντάς την να πειραματίζεται με τους avant-garde λαρυγγισμούς της δίπλα στον Τζον Λένον, ότι ενδεχομένως να συνέβαλε στο να βαρύνει κλίμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως αυτή ήταν η αιτία όλων των κακών.
«Η αλήθεια είναι ότι όταν κάποιος βρίσκεται αντιμέτωπος με το ακατανόητο, όπως συνέβη με τη διάλυση των Beatles, πρέπει απαραίτητα να ρίξει το φταίξιμο σε μια γυναίκα, το οποίο αποτελεί ένα παλιό βίτσιο της κοινωνίας μας», γράφει ο ιταλός μουσικοκριτικός.
Στην πραγματικότητα, όμως, ο Τζον ήταν εκείνος που την ήθελε παντού μαζί του και την έφερνε στο στούντιο, ζητώντας της, μάλιστα, να λέει την άποψή της, και παραβιάζοντας, έτσι, τον παλιό ιερό κανόνα των τεσσάρων αγοριών από το Λίβερπουλ περί μη έξωθεν παρέμβασης στα της μουσικής τους.
Η Γιόκο Ονο υπήρξε ο άνθρωπος που βοήθησε τον σύντροφό της να ανακαλύψει την αληθινή αγάπη και να αναπτύξει μια ανώτερη καλλιτεχνική συνείδηση αλλά και αυτή που έφερε και εξακολουθεί να φέρει στις πλάτες της (παρά τα 91 της χρόνια) την κληρονομιά του εδώ και περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες «με απόλυτη αξιοπρέπεια και μέγιστο σεβασμό, το οποίο δεν ήταν ούτε εύκολο ούτε δεδομένο», όπως σημειώνει ο Τζίνο Καστάλντο.
Η Γιόκο Ονο είναι επίσης αυτή που εξακολουθεί να αρνείται την υπό όρους αποφυλάκιση του Μαρκ Τσάπμαν, του ανθρώπου που το 1980 έβαλε τέλος στη ζωή του αγαπημένου της ενώ δεν σταμάτησε ποτέ, στο όνομα του Τζον Λένον, να μάχεται υπέρ της ειρήνης.
Οσον αφορά την ενασχόλησή της με την τέχνη, είναι αναμφίβολα μια καταξιωμένη καλλιτέχνιδα, μια πρωτοπόρος της εννοιολογικής και της συμμετοχικής τέχνης, γεγονός το οποίο αναγνωρίζει, μεταξύ άλλων, και η περίφημη Tate Modern του Λονδίνου, φιλοξενώντας την «YOKO ONO: MUSIC OF THE MIND», μια αναδρομική έκθεση (13/2-1/9 2024), τη μεγαλύτερη που έχει διοργανωθεί ποτέ στη Βρετανία, με περισσότερα από διακόσια έργα της (φωτογραφίες, βίντεο, παρτιτούρες, εγκαταστάσεις, μουσική, κ.α.) που εξακολουθούν να έχουν κάτι να πουν στο σύγχρονο κοινό.
Η έκθεση αναδεικνύει σημαντικές στιγμές της επιδραστικής και πολυεπίπεδης καριέρας της Ονο από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έως σήμερα. Συγχρόνως ανιχνεύει την ανάπτυξη της καλλιτεχνικής της προσέγγισης, εστιάζοντας σε ορισμένα από τα πιο πολυσυζητημένα έργα της, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η περφόρμανς «Cut Piece» (1964), κατά την επιτέλεση της οποίας οι θεατές καλούνταν να κόψουν τα ρούχα της, και το απαγορευμένο, στην εποχή του, «Film No. 4» (Bottoms/ 1966-67), το οποίο γυρίστηκε ως «αίτημα για ειρήνη».
Η έκθεση της Tate Modern αρχίζει με ένα πρώιμο ηχητικό κομμάτι: ένα τηλέφωνο χτυπάει μερικές φορές, ώσπου η καλλιτέχνιδα το σηκώνει και απαντάει, λέγοντας με φωνή απαλή και μελωδική «Hello. This is Yoko» ενώ στη συνέχεια κατεβάζει το ακουστικό. Πρόκειται για μια παλιά κλίση, πριν από τους αυτόματους τηλεφωνητές. Η ηχογράφηση είναι επίσης το τελευταίο κομμάτι στο άλμπουμ της Ονο με τον τίτλο «Fly» του 1971.
Στο πλαίσιο της έκθεσης οι επισκέπτες καλούνται όχι μόνον να δουν και να αντιληφθούν τα έργα της Γιόκο Ονο, αλλά και να αλληλεπιδράσουν μαζί τους, ζωγραφίζοντας σε τοίχους και καρφώνοντας καρφιά, ανταλλάσσοντας χειραψίες με αγνώστους, γράφοντας μηνύματα υπέρ της ειρήνης στην κόσμο, πατώντας πάνω σε πίνακες, ανεβαίνοντας σκάλες, γράφοντας κάτι για τις μητέρες τους.
Ολοι όσοι δεν γνωρίζουν πολλά για τον βίο και την πολιτεία της καλλιτέχνιδας που γεννήθηκε στην Ιαπωνία το 1933, θα μάθουν, μεταξύ άλλων, πως η οικογένειά της γλίτωσε την τελευταία στιγμή από τον βομβαρδισμό του Τόκιο το 1945, ότι σπούδασε φιλοσοφία και κλασική μουσική και είχε τρεις συζύγους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News