Τι είναι καλύτερο; Να κάθεσαι στ' αυγά σου ή να πέφτεις με τα μούτρα στις προκλήσεις της ζωής; Να πορεύεσαι με βάση κάποιες ευτυχείς συμπτώσεις ή να δημιουργείς την τύχη σου ριψοκινδυνεύοντας; Ελα μου ντέ! Μ' αυτήν την υπαρξιακή απορία κλείνει το καινούριο του βιβλίο με τον αμφίσημο τίτλο “Στον τόπο” ο Δημήτρης Νόλλας, αφήνοντάς την αιωρείται, πάντα απρόθυμος να προσφέρει μασημένη τροφή.
Μάστορας τη μικρής φόρμας, ο Νόλλας σε αναγκάζει να τον διαβάζεις με τις κεραίες τεντωμένες. Είναι αδύνατον να ξεπετάξεις τα γραπτά του. Σε κάθε σελίδα, κι από μια φράση για να υπογραμμίσεις. Σε κάθε διήγημα, κι από μια κατάσταση περίπλοκη, θολή, που σε καλεί να την αποκρυπτογραφήσεις, φέρνοντάς σε αντιμέτωπο μ' όλες τις αντιφάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Κι εδώ, σ' αυτήν την συλλογή, οι ήρωές του, είτε ξεριζωμένοι, είτε ξένοι στον ίδιο τους τον τόπο, πότε διψασμένοι γιά καλοσύνη, πότε παραδομένοι στον κακό εαυτό τους, λειτουργούν σαν καθρέφτες των δικών μας αδιεξόδων, των δικών μας επιθυμιών και ενοχών.
Εχει μαλλιάσει η γλώσσα μας αναλύοντας τα της κρίσης, μοιράζοντας αριστερά δεξιά τα κρίματα και τις ευθύνες σε τόνο οργισμένο, καταγγελτικό. Γι' άλλη μιά φορά, ο Νόλλας σκαλίζει μιά σειρά από πληγές –της ξενοφοβίας, της λαμογιάς, της απληστίας, του ατομικισμού- χωρίς να κουνάει δασκαλίστικα το δάχτυλό του. Μιλάει γι’ αυτά ευθέως, επιστρατεύοντας ενίοτε, ως άλλες ερινύες, και φαντάσματα από το παρελθόν -για την ακρίβεια από τα χρόνια του ΄80. Ωστόσο, πριμοδοτεί το αίτημα της αλληλεγγύης, της κατανόησης και της αγάπης, στήνοντας κάθε τόσο «διαδρόμους λέξεων» ανάμεσα σ’ εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους που μόνο την μοναξιά τους έχουν να μοιραστούν.
Οταν γράφει για το “στρώμα λάσπης” που έχει καλύψει την ψυχή ενός μετανάστη πλανόδιου μουσικού, κοιτάζει να δει πρωτίστως πού το στρώμα αυτό παρουσιάζει ρωγμές. Οταν ζωντανεύει, μέσα σε προσφυγικό καταυλισμό, το αλύπητο ξυλοφόρτωμα ενός παρεξηγήσιμα τρυφερού γυρολόγου, δεν γλιστράει ούτε κατ’ ιδέαν στο μελό. Κι όποτε μπαίνει μέσα σε τρώγλες, σε καφενεία, σε τρένα ή σε αστικά σαλόνια, σ’ αίθουσες δικαστηρίων ή σε βαγόνια ντουμανιασμένα απ’ τους καπνούς, δεν αφουγκράζεται μόνο «λόγια του αέρα» αλλά, κυρίως, λόγια διαποτισμένα από τη θλίψη, τη νοσταλγία, την ασυνεννοησία, από ένα βαθύτερο αίσθημα αδικίας ή από έναν ανεξέλεγκτο θυμό.
Ωραίες οι θεωρίες περί πολυπολιτισμικότητας, μοιάζει να λέει ο Νόλλας, αλλά η κουλτούρα του τόπου σου, καιροφυλαχτεί και γιά το καλό και γιά το κακό. Με τον τρόπο του, ωστόσο, επιμένει: μόνο από το πάρε-δώσε με τους άλλους αποκτά νόημα η ύπαρξή μας. Κι όπως μουρμουράει ένας συφοριασμένος ήρωας του, γαληνεμένος πιά από τις μεστές κουβέντες της συντρόφου του, «ίσως γι’ αυτό ζευγαρώνουν οι άνθρωποι. Γιά να ‘χουν κάποιον να τους φέρνει στα ίσα τους, να μην τρελλαίνονται»… Ξαναπιάνω στα χέρια μου τη συλλογή του. Είμαι σίγουρη ότι κρύβονται κι άλλα που μου ξέφυγαν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News