"Γιατί διαλέξατε να καταπιαστείτε με φοιτητές της δεκαετίας του '80;" Ρώτησε τον Τζέφρι Ευγενίδη –ή Γιουτζίνιντις στα αγγλικά— η δημοσιογράφος του BBC, σε μια νωχελική και εις βάθος συνέντευξη για το Σενάριο Γάμου (Marriage Plot) που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση της Άννας Παπασταύρου. "Είναι η εποχή που ξέρω, επειδή τότε ήμουν στο πανεπιστήμιο," απάντησε ο συγγραφέας, ο οποίος φοίτησε στο Μπράουν, ακριβώς όπως και οι τρείς ήρωές του: η καλοαναθρεμένη και εύπορη Μάντλιν, ο επίσης εύπορος Μίτσελ, από γονείς με ελληνικές ρίζες, και ο φτωχός, αλλά ακατανίκητα γοητευτικός Λέναρντ, που η Μάντλιν τον ερωτεύεται παράφορα.
Το μυθιστόρημα δεν έχει καμιά σχέση με το Middlesex, το προηγούμεο βιβλίο του Ευγενίδη, που απλώνεται σε τρείς γενιές. Στη συνέντευξη του BBC ο συγγραφέας εξήγησε πως τον ενδιαφέρει τώρα να επικεντρώνεται και να εμβαθύνει σε λιγοστούς χαρακτήρες και σε ένα περιορισμένο κομμάτι της ζωής τους. Η ηρωίδα, που μελετάει την Τζέιν Όστιν και τις άλλες συγγραφείς της Βικτοριανής Αγγλίας, εκείνες που τα βιβλία τους περιστρέφονται γύρω από τα παντρολογήματα, τις 'συνομωσίες του γάμου' (marriage plots). O καθηγητής της Μάντλιν πιστεύει ότι στην εποχή μας, όπου τέτοιες οικογενειακές 'συνομωσίες΄ ξεπεράστηκαν, έχει χάσει ουσιαστικά την υπόστασή του και το μυθιστόρημα. Ο Ευγενίδης, όμως, επιδιώκει με το βιβλίο του να δώσει τη σύγχρονη εκδοχή της αναζήτησης για το 'έτερο ήμισυ.' Η ηρωίδα του ξεστρατίζει, θαμπώνεται και μοιάζει χαμένη για καιρό, όμως, όπως και οι ηρωίδες της Τζέιν Οστιν, τελικά καταλήγει στον άντρα που πραγματικά της ταιριάζει.
Στις αμερικανικές λογοτεχνικές στήλες των εφημερίδων και στα blog έγινε πολλύς λόγος για το χαρακτήρα του Λέναρντ, που μοιάζει να έχει γραφτεί με πρότυπο τον συγγραφέα David Foster Wallace ο οποίος έπασχε από σοβαρή κατάθλιψη και αυτοκτόνησε το 2008. Συνομήλικος με τον Ευγενίδη και το Τζόναθαν Φράνζεν, ο Wallace έχει χαρακτηριστεί από τους κριτικούς 'ένας από τους πιο σημαντικούς της γενιάς του.' Στη συνέντευξη ο Ευγενίδης αρνήθηκε πως συνειδητά, τουλάχιστον, είχε τον Wallace σαν πρότυπο, ενώ είπε πως στον Μίτσελ έχει βάλει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Τον περιγράφει να έρχεται στην Αθήνα και να παραγγέλνει μουσακά σε κάθε γεύμα και δείπνο, σε διάφορες ταβέρνες, ψάχνοντας μάταια το φαγητό που θυμάται να φτιάχνει η γιαγιά του. Ο ήρωας, περνάει μερικούς μήνες στην Ινδία, εθελοντής στο ίδρυμα της μητέρας Τερέζας στην Καλκούτα, όπως και ο συγγραφέας. Τα κομμάτια που περιγράφουν τους κατατρεγμένους, ετοιμοθάνατους ασθενείς, αλλά και τους ιδιόρυθμους Αμερικανούς και Ευρωπαίους που αναζητούν στην Ινδία το νόημα της ζωής, είναι από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές του μυθιστορήματος. Εξαιρετικές βρήκα και τις περιγραφές της μανιο-κατάθλιψης του Λέναρντ. Η θεραπεία του με λίθιο, και οι σοβαρές παρενέργειες του φαρμάκου καταγράφονται με λεπτομέρειες που θυμίζουν κλινική μελέτη.
Μετά το μάλλον αργό πρώτο κεφάλαιο, και παρά τις άφθονες παραπομπές στο Derrida κι άλλους Ευρωπαίους και Αμερικανούς στοχαστές, το βιβλίο διαβάζεται εύκολα, και η διαδρομή των ηρώων κρατάει έντονο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ομως, τελικά, το μετα-μοντέρνο τούτο ρομάντζο του Ευγενίδη δεν κατάφερε να με συνεπάρει και να με ενθουσιάσει όσο η Ελευθερία του Φράνζεν.
ΥΓ. Διαβασα το βιβλίο στο πρωτότυπο, άρα δεν έχω γνώμη για τη μετάφραση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News