Καθώς η δεκαετία του 1850 πλησίαζε στο τέλος της, ο ζωγράφος Φρέντερικ Εντουιν Τσερτς περιηγήθηκε τις ακτές της Νέας Γης του Καναδά προετοιμάζοντας το επόμενο έργο του.
Η εξερεύνηση του Βορειοδυτικού Περάσματος, που κέντριζε τη φαντασία του κοινού εκείνη τη δεκαετία, είχε γοητεύσει και τον Τσερτς, τον πιο γνωστό ζωγράφο μεγάλων τοπίων των ΗΠΑ. Ναύλωσε, λοιπόν, μια σκούνα για να πλησιάσει τον θαλάσσιο πάγο και πέρασε αρκετές εβδομάδες ανάμεσα στα παγωμένα τοπία πριν επιστρέψει στο ατελιέ του στη Νέα Υόρκη με περίπου 100 σκίτσα.
Ο εκπληκτικός πίνακας του Τσερτς «Τα Παγόβουνα» παρουσιάστηκε σε έκθεση στη Νέα Υόρκη το 1861, μόλις 12 ημέρες μετά την έναρξη του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου. Ο αρχικός και πιο πολιτικά φορτισμένος τίτλος του έργου «Ο Βορράς» («The North») αντανακλά τις απόψεις της εποχής για την Αρκτική και τον πάγο.
Τα παγόβουνα που «φωτογράφισε» ο Τσερτς ήταν πραγματικά υπέροχα, αδάμαστα. Ο Αιδεσιμότατος Λουί Λεγκράντ Νομπλ, φίλος του ζωγράφου που τον συνόδευσε στο ταξίδι του στον Βορρά έγραφε σε ένα βιβλίο το οποίο κυκλοφόρησε στο πλαίσιο της έκθεσης: «Σε τελική ανάλυση, πόσο αδύναμος είναι ο άνθρωπος μπροστά σε αυτά τα Αρκτικά θαύματα»… Δύο χρόνια αργότερα και πριν από την έκθεση του πίνακα στο Λονδίνο, ο Τσερτς πρόσθεσε έναν σπασμένο ιστό που κυριαρχεί στο κέντρο της σκηνής, υπενθυμίζοντας πόσο εύθραυστη είναι η ανθρωπότητα.
«Είναι το αντίθετο από αυτό που λένε οι σύγχρονοι πίνακες πάγου», εξηγεί ο Καρλ Κούσροου, επιμελητής στο Μουσείο Τέχνης του Πανεπιστημίου του Πρίνστον. «Νεότερα έργα τέχνης δείχνουν το λιώσιμο του πάγου εξαιτίας αυτών που έχουμε κάνει», λέει. Ο Κούσροου αναφέρεται σε έργα όπως το Ice Watch, μια εγκατάσταση του Δανού καλλιτέχνη Ολαφούρ Ελιασόν, με περισσότερα από 20 κομμάτια πάγου από την Γροιλανδία, που είχαν ήδη αποκολληθεί, μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο το 2018 και αφέθηκαν να λιώσουν έξω από την Tate Modern, θυμίζοντας στους περαστικούς την εύθραυστη Αρκτική, που λιώνει όλο και πιο γρήγορα πλέον.
Μόλις ενάμιση αιώνα απέχουν τα δύο έργα μεταξύ τους αλλά η σχέση της ανθρωπότητας και του πάγου είναι πια εντελώς διαφορετική: Στην εποχή του Τσερτς, η ύπαρξη του φαινομένου του θερμοκηπίου μόλις είχε διατυπωθεί από επιστήμονες όπως οι Γιούνις Νιούτον Φουτ και Τζον Τίνταλ, οι οποίοι κατά σύμπτωση είχαν δει το έργο του στο Λονδίνο. Το 2020, είμαστε σίγουροι ότι εμείς λιώνουμε κυριολεκτικά τον πάγο του πλανήτη.
Καθώς οι επιστήμονες, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και το κοινό προσπαθούν να κατανοήσουν την κλιματική κρίση, μελετώντας έργα τέχνης οι ιστορικοί της τέχνης βρίσκουν κάθε είδους απαντήσεις (αλλά και μερικές νέες ερωτήσεις) για το πώς έχει αλλάξει η σχέση μας με τη φύση, για τις ιδέες της κοινωνίας σε σχέση με το κλίμα στο παρελθόν και στο παρόν, ακόμη και για τις φυσικές αλλαγές του πλανήτη μας, γράφει στο BBC ο Ντιέγο Αργουέδας Ορτίθ.
Μια μεταβαλλόμενη σχέση
Ένα από τα κεντρικά συμπεράσματα των ιστορικών της τέχνης είναι ότι η αντίληψή μας για τη φύση έχει αλλάξει δραματικά τον τελευταίο αιώνα. Το 2018, όσοι είδαν την έκθεση «Nature’s Nation: American Art and Environment» στο Μουσείο Τέχνης του Πρίνστον, ίσως παρατήρησαν στοιχεία αυτής της μετάβασης (αν και ακατάστατα, μη γραμμικά και τα οποία απέχουν πολύ από το να είναι ολοκληρωμένα) από την αμετάβλητη στην αδύναμη φύση.
Η έκθεση, την οποία επιμελήθηκε ο Κούσροου, ήταν ένα ταξίδι στην Αμερικανική τέχνη άνω των τριών αιώνων, στην οποία παρουσιάστηκαν από τη δύναμη της φύσης, όπως την αποτύπωσε στις αρχές της δεκαετίας του 1870 ο Αλμπερτ Μπίρσταντ στο έργο του «Bridal Veil Falls, Yosemite» με τους πανοραμικούς καταρράκτες στο Γιοσεμάιτ των ΗΠΑ, μέχρι την απάντηση του 21ου αιώνα, με το «Fallen Bierstadt» της Βάλερι Χάγκερτι, έργο εμπνευσμένο από το μνημειακό τοπίο του Γερμανού ζωγράφου, αλλά σε αποσύνθεση, σαν να έχει καταστραφεί από τον χρόνο ή τη φωτιά.
«Υπάρχει μια αλλαγή 180 μοιρών από έναν κόσμο στον οποίο δεν είχαμε κανέναν έλεγχο, στο σήμερα που ελέγχουμε πραγματικά τη μοίρα του πλανήτη και αναγνωρίζουμε ότι δεν κάνουμε πολύ καλή δουλειά», λέει στο BBC ο Κουσροου.
Υποστηρίζει ότι τη δεκαετία του 1960 πραγματοποιήθηκε -τουλάχιστον στις ΗΠΑ- μια αξιοσημείωτη αλλαγή, που προωθήθηκε από το κίνημα της Αντικουλτούρας και βιβλία όπως η «Σιωπηλή Ανοιξη» της οικολόγου Ράκελ Κάρσον, ενώ τις επόμενες δεκαετίες εμφανίστηκαν καλλιτέχνες που παράγουν έργα με αναφορές σε περιβαλλοντικά ζητήματα πέρα από ρομαντικές αναπαραστάσεις του φυσικού κόσμου.
Ένα από αυτά, το «Ocean Landmark», μια εγκατάσταση της Μπέτι Μπομόντ που χτίστηκε μεταξύ 1978 και 1980, εμπίπτει στο σχετικά συμπαγές πεδίο της «Land Art», με έργα που κατασκευάζονται μέσα στο τοπίο, χρησιμοποιώντας την ίδια τη φύση.
Χορηγούμενη εν μέρει από το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ και το Ίδρυμα Smithsonian, η Μπομόντ έριξε 17.000 μπλοκ από εξουδετερωμένη τέφρα άνθρακα στη θάλασσα 5 χλμ έξω από την ακτή της Νέας Υόρκης. Ο άνθρακας, ένα υβρίδιο μεταξύ γλυπτικής και τεχνητού υφάλου, ακούμπησε στον πάτο του Ατλαντικού Ωκεανού σε βάθος 21,3μ, μιλώντας στην ουσία για την τέχνη των καιρών μας και τη φύση.
«Αυτό το έργο μου αρέσει γιατί είναι κάτι στο οποίο δεν έχουμε πρόσβαση. Επειδή είναι υποβρύχιο, θα είναι πάντα αλλού. Δείχνει ότι μπορούμε να συνδεθούμε με το περιβάλλον, αλλά χωρίς να το διεκδικούμε ως δικό μας», λέει στο BBC η Φραντσέσκα Κέρτις, η οποία θα παρουσιάσει μια εργασία για το συγκεκριμένο έργο σε ένα συνέδριο για την ιστορία της τέχνης και την αλλαγή του κλίματος που διοργανώνει το Courtauld Institute of Art στα μέσα -2020, «Ο ωκεανός είναι εκεί, και υπάρχει, αλλά δεν είναι για εμάς», λέει.
Το «Ocean Landmark» αμφισβητεί επίσης την έννοια της φύσης ως κάτι αντίθετο ή τουλάχιστον διαφορετικό από τον πολιτισμό. Το έργο τέχνης είναι ένας ύφαλος, ο οποίος τώρα θεωρείται καταφύγιο ψαριών από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. «Δεν μπορείς να διαχωρίσεις την ιδέα του περιβάλλοντος από όλα τα πολιτικά προβλήματα που υπάρχουν σήμερα, ακριβώς λόγω πραγμάτων όπως η αλλαγή του κλίματος», λέει η Κέρτις, που κάνει το διδακτορικό της στο τμήμα Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου του Γιορκ.
Η κορυφή του παγόβουνου;
Καθώς ο 20ος αιώνας παρουσίασε σοβαρότερες περιβαλλοντικές προκλήσεις, και οι ανησυχίες σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων, την πυρηνική ενέργεια και την ατμοσφαιρική και τη χημική ρύπανση και τη ρύπανση των υδάτων πολλαπλασιάστηκαν, το όριο μεταξύ φύσης και πολιτισμού έχει θολώσει.
Στην άλλη μεριά του πλανήτη, Ινδοί καλλιτέχνες δημιουργούν έργα για ένα από εκείνα τα σημεία που συναντιούνται η Φύση κι ο Ανθρωπος: τις αυτοκτονίες αγροτών. Η ιστορικός τέχνης και εκπαιδευτικός Πρέτι Καθουρία παρακολουθεί από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 την εξέλιξη αυτού του πεδίου, το οποίο συμπεριλαμβάνει έργα καλλιτεχνών όπως η Κότα Νελίμα, η κολεκτίβα The Gram Art Project και οι Τούκραλ και Τάγκρα, και θα παρουσιάσει επίσης το έργο της στο συνέδριο του Courtauld.
Η Καθουρία παρατήρησε ότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες, καθώς οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται όλο και πιο εντυπωσιακές, το ίδιο συμβαίνει και με τις καλλιτεχνικές προσεγγίσεις. Και προτείνει την ατμοσφαιρική ρύπανση ως παράδειγμα στο οποίο οι αλλαγές στην πόλη αναγκάζουν τους καλλιτέχνες να αντιδράσουν: «Ξαφνικά, δεν μπορούμε να επιβιώσουμε χωρίς καθαριστές αέρα», λέει, «Δεν χρειαζόμασταν ποτέ καθαριστές αέρα στο Δελχί. Τώρα ερχόμαστε αντιμέτωποι με το πρόβλημα, οπότε φυσικά η απάντηση του καλλιτέχνη έχει γίνει πολύ πιο άμεση».
Επιστήμονες και καλλιτέχνες έχουν επίσης μελετήσει έργα τέχνης για να τους δουν πώς ήταν στο παρελθόν ο καιρός και οι κλιματολογικές συνθήκες. Αυτό οφείλεται εν μέρει σε μια «κλιματική συνείδηση» που έχουν οι σύγχρονοι θεατές, λέει ο ιστορικός τέχνης Τεό Γκόρντον, μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Courtauld και διοργανωτής του επερχόμενου συνεδρίου.
«Ο τρόπος με τον οποίο σκεφτόμαστε το κλίμα τώρα, με όλο και πιο ανησυχητικούς όρους, είναι ιστορικά προσδιορισμένος», λέει ο Γκόρντον, αναφερόμενος στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ερμηνεύουν το 2020 πληροφορίες σχετικά με το κλίμα, συμπεριλαμβανομένης της τέχνης. Οι σύγχρονοι του Τσερτς το 1860 δεν θα ερμήνευαν την ιδέα του «κλίματος» με τα δικά μας συναισθήματα, κάτι που με τη σειρά του δημιουργεί νέα ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο που βλέπει κανείς αυτά τα έργα. Περιοριζόμαστε στη σύγχρονη πρόθεση ενός καλλιτέχνη ή μήπως προσπαθούμε να δούμε άλλα πράγματα στο έργο τέχνης; Είναι ένα παγόβουνο απλώς ένα παγόβουνο ή είναι μια μεταφορά για το πώς μια κοινωνία βλέπει τον πάγο;
Ορισμένα πεδία παρέχουν απλές απαντήσεις. Πίνακες και σκίτσα επέτρεψαν σε ερευνητές στην Ελβετία να κατανοήσουν πώς άλλαξε ο παγετώνας Unterer Grindelwaldgletscher των Αλπεων, μετά το 1600 και πριν επινοηθεί η φωτογραφία. Σε μια εργασία που δημοσιεύθηκε το 2018 οι ερευνητές συμφωνούν ότι χάρη σε «έναν τεράστιο αριθμό εικονογραφημένων ντοκουμέντων υψηλής ποιότητας, είναι δυνατόν να αναδημιουργηθεί η ιστορία των παγετώνων (Μικρή Εποχή Παγετώνων) των Άλπεων από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα».
Με απλά λόγια, συγκρίνοντας την προηγούμενη έκταση των παγετώνων σε παλαιότερους πίνακες με τις τρέχουσες παρατηρήσεις, μπορεί κανείς να πει πόσο καιρό υπήρχε ένας παγετώνας πριν αρχίσουμε να θερμαίνουμε τον πλανήτη, πράγμα που με τη σειρά του, μπορεί να δώσει απαντήσεις για το πόσο γρήγορα μπορεί να χάσουμε πάγο στο μέλλον.
Με παρόμοιο τρόπο, σε μια μελέτη του 2014 επιστήμονες από την Ελλάδα και άλλες χώρες αναφέρουν ότι τα χρώματα των ηλιοβασιλέματος που ζωγράφισαν διάσημοι καλλιτέχνες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση των επιπέδων ρύπανσης στην ατμόσφαιρα της Γης τους τελευταίους πέντε αιώνες.
«Η φύση μιλάει στην καρδιά και την ψυχή των μεγάλων καλλιτεχνών», είπε ο Χρήστος Ζερέφος, καθηγητής Φυσικής της Ατμόσφαιρας και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, όταν δημοσιεύθηκε η έρευνα, και δήλωσε ακόμη ότι «Ωστόσο, διαπιστώσαμε ότι, όταν χρωματίζουν τα ηλιοβασιλέματα, ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλός τους αντιλαμβάνεται τα πράσινα και τα κόκκινα, περιέχει σημαντικές περιβαλλοντικές πληροφορίες»
Πηγαίνοντας πιο πίσω, όπως κάνει ο Γερμανός ιστορικός Βόλφγκανγκ Μπέρινγκερ στο βιβλίο του «A Cultural History of Climate», παρατηρεί κανείς ότι πριν από το 1500 υπήρχαν πολύ λίγα χιονισμένα τοπία στη τέχνη της Δυτικής Ευρώπης. Ο Μπέρινγκερ υποθέτει ότι οι χαμηλότερες από τις συνηθισμένες θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της επονομαζόμενης Μικρής Εποχής των Παγετώνων οδήγησαν Ευρωπαίους καλλιτέχνες όπως ο Πίτερ Μπρίγκελ ο Πρεσβύτερος σε έναν νέο κλάδο ζωγραφικής τοπίου, το χειμερινό τοπίο.
Αυτό το είδος περιλαμβάνει έργα όπως ο πίνακας «Οι Κυνηγοί στο Χιόνι» του Μπρίγκελ, που απεικόνισε λεπτομερώς το 1565 μια ειδυλλιακή χειμερινή σκηνή. Αλλά πέρα από το χιόνι, υπάρχουν μικρές λεπτομέρειες που αποκαλύπτουν τις πολιτισμικές και κοινωνικές διαστάσεις του πώς ζούσαν οι άνθρωποι με την ιδέα των αλλαγών στο κλίμα τους.
«Οι κυνηγοί έχουν όλα αυτά τα σκυλιά μαζί τους, οπότε είναι προφανές ότι έχουν βγει για ένα μεγάλο κυνήγι, αλλά έχουν και μια αλεπού πίσω τους», λέει ο Τζορτζ Ανταμσον, ιστορικός και γεωγράφος στο King’s College του Λονδίνου, ο οποίος πιστεύει ότι τα έργα τέχνης μάς βοηθούν να καταλάβουμε πώς αντιμετώπιζαν τα μετεωρολογικά φαινόμενα οι προηγούμενες κοινωνίες.
Αυτά τα χειμερινά τοπία άφηναν μια ζοφερή εντύπωση στη δεκαετία του 1500, λέει. Αλλά με μια ματιά στην επόμενη φορά που οι θερμοκρασίες μειώθηκαν ελαφρά στη Δυτική Ευρώπη, μετά το 1700, βλέπει κανείς μια διαφορετική αντίληψη: «Οι σκηνές χιονιού τον 19ο αιώνα, δεν παρουσιάζουν τόση δυσκολία. Στην πραγματικότητα, έχεις μια πιο ρομαντική εικόνα της εξοχής», λέει ο Ανταμσον.
Ο Ανταμσον κάνει μια κρίσιμη παρατήρηση: τα στοιχεία που βλέπουμε σε έναν πίνακα δεν δημιουργούν από μόνα τους ένα κλίμα. Είναι μετεωρολογικές συνθήκες, εικόνες καιρού σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο. Πρέπει μάλλον να παρατηρούμε τους πολιτισμικούς τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι ζουν σε αυτές τις συνθήκες και πώς τους αναπαριστά η τέχνη.
Για παράδειγμα, η καλύτερη αναπαράσταση της τρέχουσας έκτακτης ανάγκης δεν είναι τα διαγράμματα θερμοκρασίας ή της ανοδικής συγκέντρωσης διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Η κλιματική κρίση, και τι σημαίνει για εμάς το 2020, εξηγείται καλύτερα με τα συνθήματα των νέων στις διαδηλώσεις τους, τα συντρίμμια που μένουν μετά από έναν κυκλώνα και τα σχέδια έκτακτης ανάγκης για πυρκαγιές. Για να κατανοήσουμε πλήρως ένα κλίμα, ακόμη και σε έναν πίνακα, χρειαζόμαστε πολιτισμικά στοιχεία: κάποιος πρέπει να παρατηρήσει τα παπούτσια και τα σκυλιά.
«Αυτά τα στοιχεία μπορούν πιθανώς να σας πουν περισσότερα για το κλίμα από ό, τι κάνει ένα θερμόμετρο», λέει ο Ανταμσον. Η τέχνη προσφέρει ένα παράθυρο στο κλίμα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος που δεν μπορεί ποτέ να προσφέρει η επιστήμη, ακριβώς επειδή αντανακλά τις απογοητεύσεις, τις ελπίδες και τις ανησυχίες μας για τη φύση. Βοηθάει να καταλάβουμε κάτι που δεν θα πετύχει ποτέ μόνο μια έρευνα στα παγόβουνα, είτε ο πάγος είναι το «θύμα» είτε είναι ο «θύτης»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News