1248
|

“Ο αγώνας της ζωής μου”, Αντώνης Νικοπολίδης (mvpublications)

“Ο αγώνας της ζωής μου”, Αντώνης Νικοπολίδης (mvpublications)

Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως το βιβλίο αυτό δεν θα το άγγιζα ούτε γι’ αστείο. Δεν το κατάφερα. Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως σελίδα δεν θα διάβαζα. Δεν το κατάφερα. Ναι, απέτυχα , το ξέρω. Τέλη Ιουλίου και το βιβλίο του Αντώνη του δαφνοστεφανωμένου στέκεται εκεί μπροστά μου. Βιβλίο φίλου. Όχι που θα τ’ αγόραζα. Σιγά μην του έδινα και άλλα λεφτά. Υπάρχει θυμός, πολύ μεγάλος θυμός. Αηδία. Ακόμα και τώρα που πληκτρολογώ το κείμενο μου, νιώθω μόνο αυτό. Αναρωτιέμαι πόσο χαμηλά μπορεί κάποιος να πέσει; Μου είπαν κάποτε πως θα έρθουν στιγμές που θα πρέπει να σφίξω τη γροθιά μου και πως θα πρέπει τότε να την βάλω στην τσέπη μου. Για πόσο όμως; Ως πότε;

Ενας άνθρωπος που ήρθε από το πουθενά, ή μάλλον από μία αυλή γεμάτη τίποτα έγραψε βιβλίο. Για να μας πει τι; Τίποτα! Τι έκανε λοιπόν μέσα από τις διακόσιες και σελίδες του βιβλίου με τίτλο «Ο αγώνα της ζωής μου»; Το απόλυτο τίποτα. Απλά, έβγαλε τον αληθινό εαυτό του. Μας ξεκαθάρισε πως το κόμπλεξ είναι αυτό που ξεχειλίζει μέσα από την ψυχή, την όποια ψυχή έχει. Αυτή λοιπόν η ξεχωριστή προσωπικότητα, που ο συνεργάτης του έχοντας κατεβάσει παροχή, τον έχρισε ο ιερόσυλος απόγονο του Ντίνο Τζόφ, έρχεται το εγκεφαλικό..αα,το βλέπω, πάλεψε με τα θηρία για να γίνει σπουδαίος. Τι έσπειρε, τι όργωσε, τι θέρισε, τι κουβάλησε, τι κακουχίες πέρασε, πόση μοναξιά ένιωσε στο ταξίδι για την Παιανία. Αλλά άντεξε.. ο φτωχός πλην τίμιος Ντινο Τζοφ της Αρτας. Και ήρθε η δικαίωση.

Αλλά το θηρίο με το τριφύλλι στην καρδιά δεν τον εκτίμησε σωστά. Τον αδίκησε, τον πρόσβαλε, τον μείωσε, του στέρησε όλα όσα άξιζε και δικαιούται. Και στο τέλος τον θεώρησε δεδομένο. Αλλά τα αγαθά κόποις κτώνται και την γη της επαγγελίας την βρήκε στο λιμάνι της καρδιάς του, την ομάδα που αγαπούσε και υποστήριζε από παιδί μικρό, εκεί που όλα είναι τέλεια και αγγελικά πλασμένα. Και δήλωσε στο αίμα του, «σ’αυτούς», ποτέ σου να μην πάς. Ξεσπάθωσε ο ήρωας της Αρτας, λέγοντας μας πως η βραδιά της Ριζούπολης δεν υπήρξε ποτέ! Ναι, σωστά διαβάσατε. Δεν έγινε απολύτως τίποτα. Πως ότι ακούστηκε ή ειπώθηκε, αυτά που είδαν τα μάτια μας, ψέματα όλα. Τα έστησε, τα οργάνωσε και τα εφάρμοσε η επάρατος νόσο με το τριφύλλι στην καρδιά, η πράσινη προπαγάνδα. Πως ο πράσινος  τύπος κάνει κουμάντο και οι φίλαθλοι του πραγματικοί κρετίνοι, που έχουν χτυπηθεί από αυτή την πράσινη επάρατο νόσο είναι φερέφωνα του, χωρίς απολύτως καμία μα καμία ποδοσφαιρική γνώση, παιδεία ή κουλτούρα. Σωστά τα ‘λεγε ο Αϊνστάϊν, αλλά ο Αντώνης δεν τον άκουγε.

Ξεχνάει βέβαια ο Αντώνης, πως επί δέκα χρόνια οι κορνέδες δίναν και πέρναν στο λιμάνι της καρδιάς του, πως παίχτες αποφάσιζαν κατά το δοκούν την αποπομπή του προέδρου τους μπουκάροντας απρόσκλητοι στο γραφείο του, λαϊκά δικαστήρια ήταν στην ημερησία διάταξη, παίχτες κρυβόντουσαν στα πορτ-μπαγκάζ συναδέλφων τους στο προπονητήριο του Ρέντη για να μην τους  λυντσάρουν και εφημερίδα ερυθρόλευκων αποχρώσεων πηγαινοέφερνε προπονητές  που χρειαζόντουσαν μέχρι και ψυχοφάρμακα για να βγάλουν τη μέρα . Αλλά πώς να το θυμάται; Βλέπετε, η πέτρα από τα δικά τους χέρια τον είχε στείλει εκείνο το απόγευμα της 25ης Φεβρουαρίου του1990, τότε που ακόμα αντί να αρθρώνει λόγο έβγαζε άναρθρες κραυγές  καθώς όπως έλεγε τον πονούσε το κεφάλι του γιατί.. «είχε πονοκέφαλο!!», από το τέρμα του Καραϊσκάκη στο νοσοκομείο με αμνησία. Τα καλά, τα σωστά ελληνικά τα έμαθε μετά, στο λιμάνι..ο Αντώνης. Είναι αυτή η μόνιμη αμνησία που τον έκανε να ξεχάσει δεκατέσσερα χρόνια μετά τον κόσμο της Λεωφόρου, που όρθιος αναγνώριζε την προσφορά του στην ομάδα που τον ανέδειξε, διαφωνώντας κάθετα με τις επιλογές μιας διοίκησης φελλών, φωνάζοντας τον ψυχάρα. Και ο Αντώνης  ανταπέδωσε την αγάπη του, στην πρώτη ευκαιρία που του δόθηκε.

Οποιος νομίζει πως θα στηρίξω εγώ αυτούς τους φελλούς κάνει τεράστιο λάθος. Βλέπετε, εγώ είμαι άρρωστος οπαδός του Μπράϊαν Κλάφ. Του Κλάφ που σιχαινόταν τους παράγοντες γιατί πίστευε πως μόνο σχετικοί με το χώρο δεν ήταν, άνθρωποι περαστικοί, εντελώς ανίκανοι, απίθανοι.  Άμπαλοι όπως αποκαλούνται στο χώρο. Που  δυσκολεύονται να αντιληφθούν, πως ο μόνος λόγος ύπαρξης τους είναι να πληρώνουν. Τίποτα περισσότερο. Ναι, όλα αυτά τα χρόνια μέχρι και λίγες μέρες πρίν, οι κατά καιρούς διοικήσεις του τριφυλλιού φέρθηκαν σκάρτα σε παιδιά που δικαίως φόρεσαν την φανέλα και την οποία τίμησαν μέχρι κλωστής. Εδώ ολόκληρο Δομάζο έδιωξαν, στον Αντώνη θα κώλωναν;  Βιβλίο βέβαια δεν τον είδα να γράφει για να χολιάσει τον Παναθηναϊκό, ούτε και κανέναν άλλον. Ναι, σωστή η νοοτροπία τού η ομάδα πάνω από πρόσωπα, μόνο που χωρίς αυτά τα πρόσωπα ομάδα δεν θα υπήρχε όπως και η ιστορία της, ούτε και τα εκατομμύρια των οπαδών που την ακολουθούν. Αλλά τι να περιμένεις από φελλούς; Μα το έχω γράψει και άλλη φορά, πως πρόκειται για γλάστρες που ποτίστηκαν δίπλα στον βασιλικό.

Υπέγραψε και με τα τέσσερα, χωρίς δισταγμό, την ένταξη του στο λιμάνι και ορθά έπραξε, αφού τα λεφτά ήταν πολύ περισσότερα. Γιατί όμως τόση χολή; Προς τι τέτοιο μένος, τέτοιο μίσος για τον κόσμο την ημέρα που απεγνωσμένα ζητούσε να γίνει μέλος; Μόνο τ’ αρχί… του που δεν μας έδειξε ως άλλος Αντρεούτσι. Μας το έτριψε στη μούρη. Γιατί; Τέτοιο κόμπλεξ;! Μα τι ρωτάω;  Εδώ έγραψε διακόσιες πενήντα σελίδες, όλες μα όλες ποτισμένες χολή και δηλητήριο για τον Παναθηναϊκό, με τη λέξη «εκδίκηση» να είναι η κυρίαρχη στον «αγώνα της ζωής του». Και τι να περιμένω από έναν άνθρωπο που ακόμα και σήμερα επιμένει πως αδικήθηκε κατάφορα στην περίφημη υπόθεση του «κηπουρού». Πως η κίνηση αυτή είχε τους πλέον ευγενικούς σκοπούς, πως το σωστό, το δίκαιο, ήταν να του δοθεί η θέση στο Δήμο Κηφισιάς.

Ξέχασες όμως κάτι ακόμα λεβέντη μου. Κάτι που θέλει τα άντερα του ληστή για να το κάνεις. Και αν νομίζεις  πως με μία και μόνο αράδα από δεκαπέντε λέξεις αντί για ευχαριστώ, ξεχρέωσες, γελιέσαι. Άκου λοιπόν Αντώνη παλικάρι μου πως έχουν τα πράγματα, γιατί σαν πολλά δεν μας τα ‘πες;

Αν δεν ήταν αυτή η ομάδα με το τριφύλλι στην καρδιά, που σε μάζεψε από τα αζήτητα της Άρτας και που σε έκανε άνθρωπο, που σε έκανε πρωταθλητή Ευρώπης, που σε έβαλε να παίξεις στα σαλόνια της Ευρώπης, δεν θα σε ήξερε ούτε το βαμβάκι στο χωράφι σου. Αυτός που σε ανακάλυψε, εκεί!.. στα αζήτητα, που σε έστειλε στην Παιανία, που σου έσωσε το τομάρι, που σου έδωσε ζωή και λόγο ύπαρξης, που σε έβγαλε από τον βάλτο, είναι ο Ανδρέας Παπαεμμανουήλ, μύθος της ιστορίας του Παναθηναϊκού, τ’ ακούς μωρέ, του Παναθηναϊκού, που εσύ ούτε άξιος μήτε ικανός είσαι να του γυαλίσεις τα παπούτσια, με έξι πρωταθλήματα εκ των οποίων το ένα αήττητο! Ναι, αυτό της αήττητης γενιάς.

Στο είπα και στην αρχή. Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει. Ακόμα και ο πιο δικός σου άνθρωπος, αυτός που σε στήριξε στα δύσκολα, που σε ενέπνευσε, που σε καθοδήγησε και σε συμβούλεψε, γιατί ήξερε από πρωταθλητισμό όπως λες, και αυτός αθλητής  ή μάλλον πιο σωστά αθλήτρια του «καταραμένου» Παναθηναϊκού ήταν.  Με το τριφύλλι στην καρδιά, με τη φανέλα αυτή έπαιξε μπάσκετ. Προφανώς η χολή, το δηλητήριο, τα κόμπλεξ, είναι υπόθεση..οικογενειακή. It runs in the family που θα σου λέγανε και οι φίλοι μου από την άλλη μεριά του Ατλαντικού. Τελικά, όσο και αν νομίζεις πως έφυγες από τον βάλτο όπως δηλώνεις, η πραγματικότητα είναι άλλη. Όχι  Αντώνη, είσαι πάντα εκεί! Και αμφιβάλλω και αν ποτέ θα φύγεις από εκεί. Αντώνη, σε τούτη τη ζωή, κάποια πράγματα, όσο και αν το θέλουμε, δεν αλλάζουν ποτέ. Είναι θέμα πάστας βλέπεις. Εχει να κάνει με την ψυχή που κουβαλάει ο καθένας από εμάς.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News