Κοιτάζοντας τους αμμολόφους ανάμεσα στον Ειρηνικό Ωκεανό και την ήσυχη πόλη Γουαδελούπη στην επαρχία Σάντα Μπάρμπαρα της Καλιφόρνιας, είναι δύσκολο να φανταστείς ότι το 1923, για λίγες εβδομάδες, αυτή η περιοχή ήταν γεμάτη με χιλιάδες ηθοποιούς, μέλη του πληρώματος και καμήλες, που συμμετείχαν σε μια από τις πιο φιλόδοξες επικές παραγωγές του βωβού κινηματογράφου.
Ωστόσο, ούτε τα γυρίσματα, ούτε καν η ίδια η ταινία έφεραν φήμη σε αυτή την πόλη των μόλις 7.080 κατοίκων· η φήμη της έχει να κάνει περισσότερο με ό,τι έχει απομείνει θαμμένο ακριβώς κάτω από την επιφάνεια, εδώ και 100 χρόνια, γράφει στην ιστοσελίδα του BBC η Κόρτνεϊ Λίχτερμαν.
Δεν είναι παράλογο να σκεφτεί κανείς ότι αυτό το σχετικά απομονωμένο σημείο κατά μήκος της ακτής της Κεντρικής Καλιφόρνιας μοιάζει με την αρχαία Αίγυπτο, ή τουλάχιστον με τη γενικευμένη αντίληψη των Δυτικών για αυτήν. Αν και συχνά εδώ έχει κρύο και ομίχλη, η Λίχτερμαν γράφει ότι μπορούσε να φανταστεί τη Γουαδελούπη σαν την Γκίζα μια ζεστή, ηλιόλουστη μέρα, ενώ καραβάνια με καμήλες διασχίζουν την περιοχή, με τις μακριές σκιές τους να απλώνονται στην άμμο και πυραμίδες στο χρώμα της ώχρας να διακρίνονται στον ορίζοντα.
Η σύγκριση δεν έμεινε αναξιοποίητη. Ο θρυλικός σκηνοθέτης του βωβού κινηματογράφου Σέσιλ ντε Μιλ διάλεξε την περιοχή, που είναι επίσημα γνωστή ως Guadalupe-Nipomo Dunes, για τα γυρίσματα του έπους «Οι Δέκα Εντολές» (1923), της τελευταίας και πιο επιτυχημένης ταινίας του. Πάνω από 30 χρόνια αργότερα, το 1956, ο Ντε Μιλ θα ξαναγύριζε την ίδια ιστορία στην ομιλούσα εκδοχή της, με τον Τσάρλτον Iστον στον ρόλο του Μωυσή, που είναι και η πιο γνωστή σήμερα, καθώς προβάλλεται από την τηλεόραση σχεδόν κάθε χρόνο τις περιόδους των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Ωστόσο, αυτό που αιχμαλωτίζει τη φαντασία αρχαιολόγων, σινεφίλ και απλά περίεργων είναι τα απομεινάρια των σκηνικών της πρώτης ταινίας.
Ανήκοντας στην τρίτη κατηγορία, η Κόρτνεϊ Λίχτερμαν επισκέφθηκε το Dunes Center στη Γουαδελούπη, ένα μικροσκοπικό αλλά συναρπαστικό μουσείο, που αφηγείται την ιστορία των γυρισμάτων της ταινίας και τα επακόλουθά τους.
Ο διάσημος σκηνοθέτης, που ήταν γνωστός για τις υπερβολικές παραγωγές του, σχεδίαζε αρχικά να κινηματογραφήσει τη βιβλική ιστορία σε κάποια τοποθεσία στην Αίγυπτο. Αλλά όταν οι επικεφαλής του στούντιο απέρριψαν την ιδέα ως ιδιαίτερα δαπανηρή, ο Ντε Μιλ αποφάσισε να ξαναδημιουργήσει τις αιγυπτιακές αρχαιότητες σε αυτό το μικρό κομμάτι της αμερικανικής ακτογραμμής. Εκείνη την εποχή η γη ανήκε στην εταιρεία Union Sugar και ενοικιάστηκε στον σκηνοθέτη για 10 δολάρια, με την προϋπόθεση πως όταν ολοκληρωνόταν η παραγωγή θα άφηνε τους αμμολόφους ακριβώς όπως τους είχε βρει.
Οταν καθορίστηκε η τοποθεσία, ο Ντε Μιλ άρχισε να κατασκευάζει μια αρχαία πόλη γεμάτη αγάλματα του Φαραώ και της Σφίγγας, ένα σύνολο σκηνικών που θεωρούνται μοναδικά για την εποχή τους, επιστρατεύοντας το ταλέντο του Πολ Ιριμπέ, ενός γάλλου σκηνογράφου και σχεδιαστή εξειδικευμένου στο στυλ Art Deco.
Το βασικό σκηνικό του Ιριμπέ ήταν ένας τεράστιος αιγυπτιακός ναός σε μια ιστορικά ελεύθερη απόδοση, που συνδύαζε αιγυπτιακά μοτίβα με την κομψή αισθητική της δεκαετίας του 1920. Η δομή, ύψους περίπου 37 μ. και πλάτους 220 μ., πλαισιωνόταν από 21 γύψινες σφίγγες που πιστεύεται ότι ζύγιζαν εκατοντάδες κιλά η καθεμία. Η «Πόλη του Φαραώ», όπως έγινε γνωστό το σκηνικό, ήταν το μεγαλύτερο που είχε κατασκευαστεί μέχρι τότε.
Εκτός από τα σκηνικά, ο Ντε Μιλ δημιούργησε επιπλέον το «Camp DeMille», μια ολόκληρη πόλη με σκηνές για το καστ των ηθοποιών και το συνεργείο. «Η κατασκήνωση ήταν εκπληκτική», παρατηρεί η ξεναγός του μουσείου Dunes Center, Κάρολ Σρέντερ, μιλώντας στη δημοσιογράφο του BBC. «Είχε πινακίδες δρόμων και καντίνα που λειτουργούσε όλο το 24ωρο».
Επειδή, μάλιστα, τα γυρίσματα έγιναν την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης, περιστασιακά, κάποιοι από τα μέλη του καστ και του συνεργείου (συνολικά 3.500 άνθρωποι δούλεψαν στην παραγωγή) «δανείζονταν» μερικές από τις 200 καμήλες της ταινίας για να κάνουν βόλτες στην πόλη και μια στάση στα τοπικά, παράνομα μπαρ. (Δείτε το trailer του έπους «Οι Δέκα Εντολές» του 1956)
Οταν ολοκληρώθηκε η παραγωγή, ο Ντε Μιλ έπρεπε να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του στην Union Sugar. Ορισμένα από τα σκηνικά είχαν κλαπεί από τους ντόπιους για να στολίσουν στους κήπους τους (δυο κεφάλια σφίγγας κατέληξαν σε ένα κοντινό γήπεδο γκολφ και ένα άρμα πιστεύεται ότι βρήκε με κάποιον τρόπο τον δρόμο του προς ένα ανενεργό πλέον κατάστημα της πόλης με ανταλλακτικά αυτοκινήτων)· ωστόσο ο αιγυπτιακός ναός και πολλές από τις σφίγγες είχαν απομείνει εκεί, μαζί με άλλα αντικείμενα που συμπλήρωναν τα σκηνικά· ήταν πολύ ογκώδη και ακριβά για να μεταφερθούν στο Λος Αντζελες και, όπως επέμεινε ο Ντε Μιλ, εξαιρετικά πολύτιμα για να τα αφήσει να τα κλέψουν οι αντίπαλοι σκηνοθέτες.
Ο θρύλος, λοιπόν, λέει ότι ο σκηνοθέτης απλώς διέταξε να ταφούν όλα τα απομεινάρια στην άμμο. Εκεί θα μαράζωναν, ανέγγιχτα, μέχρι τη δεκαετία του 1980, όταν ένα ζευγάρι ερασιτεχνών ανιχνευτών θα ξεκινούσε μια Οδύσσεια αναζήτησης, σχεδόν εξίσου κολοσσιαία με τις «Δέκα Εντολές». (Δείτε το trailer του έπους «Οι Δέκα Εντολές» του 1956)
Ο Πίτερ Μπρόσναν ήταν αμερικανός ανεξάρτητος συγγραφέας και κινηματογραφιστής, του οποίου τα έργα και στους δύο κλάδους της καριέρας του καταστράφηκαν όταν πήρε φωτιά το σπίτι του. Τον Σεπτέμβριο του 1982, έχοντας γλιτώσει από την πυρκαγιά, μετακόμισε στο σπίτι του φίλου του, επίσης σκηνοθέτη και λάτρη του Ντε Μιλ, Μπρους Καρντόζο.
Ενα βράδυ, καθώς έπιναν τα ποτά τους, ο Καρντόζο διάβασε στον Μπρόσναν ένα σύντομο απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του Ντε Μιλ του 1959, όπου ο σκηνοθέτης επιβεβαίωνε υπαινικτικά την ταφή: «Αν σε 1.000 χρόνια από τώρα οι αρχαιολόγοι τύχει να σκάψουν κάτω από την άμμο της Γουαδελούπης, ελπίζω να μη βιαστούν να δημοσιεύσουν την εκπληκτική είδηση ότι ο αιγυπτιακός πολιτισμός… είχε επεκταθεί μέχρι την ακτή του Ειρηνικού στη Βόρεια Αμερική… Οι σφίγγες που θα βρουν θάφτηκαν εκεί όταν τελειώσαμε μαζί τους», έγραφε.
Ο Μπρόσναν –αυτοαποκαλούμενος «εμμονικός τρελός»– και ο Καρντόζο, αν και χωρίς προηγούμενη αρχαιολογική εμπειρία, αποφάσισαν τότε να ξεκινήσουν αυτό που θα εξελισσόταν σε μια αναζήτηση της χαμένης πόλης, μια περιπέτεια δεκαετιών που τελικά θα εξιστορούσαν σε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Η Χαμένη Πόλη του Σέσιλ Μπ. Ντε Μιλ».
Οι δυο φίλοι δεν άργησαν να βρουν το πρώτο τους τεχνούργημα: ένα μέρος του αλόγου από το γύψινο οικοδόμημα του ναού. «Ημασταν εκεί έξω ένα κρύο, ομιχλώδες πρωινό, και ένα κομμάτι γύψου εξείχε από την άμμο» θυμάται ο Μπρόσναν. «Αρχίσαμε να το αποκαλύπτουμε και τελικά… ήταν ένας βολβός ματιού! Σταθήκαμε πίσω και… να, ένα άλογο! Ενας από εμάς είχε φέρει ένα βιβλίο με μια φωτογραφία ολόκληρου του σκηνικού και ήταν αυτό το άλογο» λέει στο BBC.
«Ηταν μαγικό! Ηταν συναρπαστικό! Ο Σλίμαν, όταν ανακάλυψε την Τροία δεν θα ήταν πιο ενθουσιασμένος από εμάς» λέει ο Μπρόσναν για εκείνη την πρώτη τους ανακάλυψη.
Συνειδητοποιώντας τι υπέροχο ντοκιμαντέρ θα γινόταν, ο Μπρόσναν άρχισε να παίρνει συνεντεύξεις από μέλη του συνεργείου και ηθοποιούς που ζούσαν ακόμα, ενώ σύντομα τον ακολούθησε μια ομάδα εθελοντών που ήθελαν να βοηθήσουν στην ανασκαφή του χώρου. Σε μια προσπάθεια να πραγματοποιήσει μια πιο επίσημη ανασκαφή, υπέβαλε, μάλιστα, αίτηση για άδειες στην πόλη της Σάντα Μπάρμπαρα.
Αυτό που ακολούθησε είναι μια ιστορία 30 ετών με θριάμβους και απογοητεύσεις, διάστημα πολύ μεγάλο για να καταγραφεί η ιστορία στη βιβλική ολότητά της. Αρκεί, πάντως, να αναφέρουμε ότι η ομάδα πήρε τελικά την άδεια για ανασκαφή.
Το 1990, ο Μπρόσναν, αυτή τη φορά μαζί με μια ομάδα με επικεφαλής τον αρχαιολόγο δρ Τζον Πάρκερ, ανέσυραν τμήματα ιερογλυφικών και ανάγλυφων από την πρόσοψη του ναού, καθώς και κομμάτια κοστουμιών. Η Λ. Ερικα Γουέμπερ, εκτελεστική διευθύντρια του Dunes Center, εξηγεί ότι ανακάλυψαν επίσης κάποια αντικείμενα σχετιζόμενα με την καθημερινή ζωή στην κατασκήνωση: «Βρήκαν μπουκάλια με σιρόπι για τον βήχα, πολύ σιρόπι για τον βήχα – επειδή περιέχει 7-12% αλκοόλ και δεν μπορούσαν να βρουν αλλιώς αλκοόλ», είπε. Οπως σημειώνει ο Μπρόσναν, το σιρόπι ήταν «ένας νόμιμος τρόπος για να ξεπεραστεί η απαγόρευση».
Αμέσως μετά, ο Μπρόσναν άρχισε να διαπραγματεύεται για το (ανολοκλήρωτο ακόμα) ντοκιμαντέρ του, αλλά οι πιθανοί διανομείς τού είπαν ότι για να το πουλήσει θα χρειαζόταν ένα αληθινό χολιγουντιανό –αίσιο– τέλος. «Ξεθάψτε ένα άπιαστο κεφάλι σφίγγας», τον συμβούλεψαν, «και θα έχετε την ευκαιρία να πουλήσετε την ταινία σας».
Με αυτόν τον στόχο, ο Μπρόσναν συνεργάστηκε με την αρχαιολογική εταιρεία Applied EarthWorks και πριν από περίπου 10 χρόνια η ομάδα χτύπησε διάνα, αποκαλύπτοντας σημαντικά χαρακτηριστικά ενός από τα κεφάλια της σφίγγας. Η συντηρήτρια έργων τέχνης Εϊμι Χίγκινς βοήθησε στην αποκατάσταση και τη σύνθεση του προσώπου, και σήμερα οι επισκέπτες του Dunes Center μπορούν να δουν την αξιοσημείωτη ανακάλυψη, που ανεπίσημα ονομάζεται «Νόρα», από τη γιαγιά του προηγούμενου εκτελεστικού διευθυντή του Κέντρου.
Εχοντας έτοιμη την ταινία του, ο Μπρόσναν ολοκλήρωσε και τη σχεδόν 30χρονη περιπέτεια του· αλλά το 2017, μια ομάδα αρχαιολόγων, συντηρητών τέχνης και προσωπικού του Dunes Center ξεκίνησε ξανά έρευνες, αναζητώντας και άλλα κομμάτια του σκηνικού. Ανάμεσα στα ευρήματά τους ήταν άλλο ένα κεφάλι σφίγγας, που τώρα εκτίθεται σε περίοπτη θέση στο μουσείο.
Κοιτάζοντας το επιβλητικό, τριγωνικό πρόσωπο της σφίγγας, την κόμμωση και την ασπίδα στην κορυφή της, η Κόρτνεϊ Λίχτερμαν γράφει στο BBC πως συνειδητοποίησε ότι, αν γυριζόταν σήμερα μια ανάλογη ταινία, αυτά τα αντικείμενα πιθανότατα θα γίνονταν με τη χρήση τεχνολογίας CGI.
Τέλος, πριν επιστρέψει στο Λος Αντζελες, η Λίχτερμαν επισκέφθηκε τους αμμόλοφους. Αν και υπάρχουν λίγα πράγματα για να δει κανείς εκεί, πέρα από κάποια υπολείμματα γύψου σκορπισμένα στην επιφάνεια της άμμου, το τοπίο δίνει μια καλή αίσθηση του πού ακριβώς συνέβη η δράση.
Ο αέρας, αναμενόμενα ομιχλώδης και παγωμένος κοντά στον ωκεανό, τη δυσκόλευε να δει, παρ΄όλα αυτά ένιωσε ρίγη, σαν να κοιτούσε την Πομπηία, την Πέτρα ή τον ίδιο τον τάφο του βασιλιά Τουταγχαμών. Σκέφτηκε όλα εκείνα τα κομμάτια που δεν κατέληξαν σε γήπεδα γκολφ, σε καταστήματα με ανταλλακτικά αυτοκινήτων ή ακόμα και στο Dunes Center. Πόσες άλλες «Νόρες», άλογα, μπουκάλια με σιρόπι για τον βήχα και κομμάτια πρόσοψης κτιρίων βρίσκονται ακόμα εκεί και ασφυκτιούσαν κάτω από την άμμο; Σύμφωνα με τον Πίτερ Μπρόσναν, ο Σέσιλ Ντε Μιλ έθαψε επί τόπου ένα πλήθος αντικειμένων, ικανών «να γεμίσουν αρκετά μουσεία», οπότε η απάντηση είναι «πολλά».
Ο Μπρόσναν σημειώνει ότι η άμμος είναι μεν εξαιρετικό συντηρητικό, αλλά η φύση δεν είναι, επομένως ο χρόνος είναι καθοριστικός για το τι έχει απομείνει: «Οι αρχαιολόγοι έχουν διαπιστώσει ότι ο μεγάλος αμμόλοφος που φιλοξενεί τα περισσότερα από τα αντικείμενα διαβρώνεται με πολύ ταχύ ρυθμό» είπε στη δημοσιογράφο του BBC.
Τούτου λεχθέντος, η ανεύρεση των υπολειμμάτων είναι μια δουλειά την οποία θα πρέπει να επωμιστούν επαγγελματίες αρχαιολόγοι, καθώς οι ερασιτέχνες δεν επιτρέπεται πλέον να σκάβουν στην περιοχή. Μέχρι τότε, ό,τι έχει απομείνει από τη «Χαμένη Πόλη» του Ντε Μιλ παραμένει κάτω από την άμμο, περιμένοντας να απελευθερωθεί.
Info
Tο Σαββατοκύριακο 6-8 Οκτωβρίου 2023 το Dunes Center σχεδιάζει να τιμήσει την επέτειο των 100 χρόνων από τα γυρίσματα των «Δέκα Εντολών» στους αμμολόφους της Γουαδελούπης το 1923, με εορταστικές εκδηλώσεις που μεταξύ άλλων θα περιλαμβάνουν δείπνο με επίσημο ένδυμα, αρματοδρομίες και έναν διαγωνισμό ονοματοδοσίας της σφίγγας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News