Περπατούσα την Κυριακή το βράδυ στο κέντρο της Αθήνας και ήταν σαν να βρισκόμουν σε χωριό 30 κατοίκων. Μόνο τα μεγάλα κτίρια και οι δρόμοι με τις τρεις λωρίδες θύμιζαν μεγάλη πόλη του αναπτυγμένου κόσμου. Ερημιά, εγκατάλειψη, μια πόλη φάντασμα σαν αυτές στα κόμικς του Λούκι Λουκ. Και λέω, «τι έγινε, ρε παιδιά; Πως την πατήσαμε κι αφήσαμε την πόλη μας –και τη ζωή μας- στα χέρια άχρηστων ανθρώπων;». Λοιπόν, πρέπει να αντισταθούμε, φίλτατοι. Ο καθένας από το δικό του μετερίζι και με το δικό του τρόπο. Με τα πενιχρά μας μέσα αλλά με τη γενναιόδωρη ψυχή μας. Ναι, υπάρχουν δύο Ελλάδες αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Αυτή των κηφήνων, των λαμόγιων, των άξεστων, των σαθρών, των «κούφιων ανθρώπων», όπως έγραφε και ο Τ.Σ. Ελλιοτ στο ομώνυμο ποίημά του. Υπάρχει, όμως, και η άλλη Ελλάδα των εργατικών, των δημιουργικών, των καλλιεργημένων, των ευγενών, των φιλότιμων και γενναιόδωρων ανθρώπων. Και αυτή την Ελλάδα θέλω να βλέπω. Σε πείσμα όλων, που έλεγε και η Λούξεμπουργκ, αυτή η Ελλάδα όχι μόνο αντιστέκεται αλλά και παράγει έργο κόντρα σε όλα τα προγνωστικά και υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες.
Αυτήν την Ελλάδα, θα συναντήσετε σε τρεις θεατρικές παραστάσεις σε περιοχές του λεγόμενου υποβαθμισμένου Κέντρου:
– Να πάτε, λοιπόν, να δείτε τον «Κόκκινο Βράχο» του Γρ. Ξενόπουλου σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη στο Εθνικό Θέατρο γιατί η συνολική σύλληψη και πρόταση αυτής της παράστασης συνοψίζει όλη αυτή τη γενική θεωρία περί του ρόλου της τέχνης σε μια κοινωνία. Γιατί εκεί που οι περισσότεροι «καλλιτέχνες» μπουρδολογούν ασύστολα για τη σημασία της τέχνης τους, έρχεται η Πατεράκη και κάνει πράξη την ανάγκη της εποχής για αληθινή τρυφερότητα και συγκίνηση κάνοντας «εξαφανίσιους» στη μιζέρια γύρω και μέσα μας. Δε σας λέω άλλα παρά μόνο ότι θα ευφρανθεί η καρδιά σας με το μπελκάντο της «Γλυκιάς μου Ρεζεντά» και του «Είναι η αγάπη χίμαιρα που κυβερνά τα νιάτα». Ναι, είναι ρετρό η παράσταση αλλά με ένα τρόπο τόσο καταλυτικά σύγχρονο που λειτουργεί σα βάλσαμο στην ταραγμένη μας ψυχή.
– Να πάτε, επίσης, να δείτε το «Alarme» σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου στο θέατρο Αττις, στο Μεταξουργείο. Εκεί, ανάμεσα στα πολυφυλετικά καφέ των μεταναστών, ο μοναδικός διεθνής έλληνας σκηνοθέτης, με πάνω από 1200 παραστάσεις στο εξωτερικό και τη μέθοδό του να διδάσκεται από την Κίνα και τη Ρωσία ως την Αμερική και τη Γερμανία, χτυπάει κυριολεκτικό συναγερμό στην αθηναϊκή θεατρική πραγματικότητα απαντώντας στο βασικό –αλλά όχι τελικά και τόσο αυτονόητο- ερώτημα περί του ρόλου της τέχνης σε μια αγωνιώδη μεταβατική κοινωνική και πολιτική περίοδο. Η παράστασή του, που βασίζεται στις επιστολές που αντάλλαξαν η βασίλισσα Ελισάβετ Α’ και η Μαρία Στιούαρτ, είναι μια άρτια καλλιτεχνική πρόταση που αποκαλύπτει την κενότητα, την αγριότητα και τη φαυλότητα της εξουσίας, που εκμηδενίζει και κονιορτοποιεί μέσα στα γρανάζια της τοξικής ματαιότητάς της, ομοίως αυτούς που την ασκούν και αυτούς που την υφίστανται.
– Τέλος, να πάτε και στον «Αμερικάνικο Βούβαλο» του Ντέιβιντ Μάμετ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου στο Πορεία, σε μια κάθετο της 3ης Σεπτεμβρίου. Ανάμεσα σε φασαρίες ομάδων μεταναστών και ακροδεξιών και λίγα τετράγωνα πιο κάτω από το ground zero της Τοσίτσα με τους ζωντανούς-νεκρούς ηρωινομανείς να παραπαίουν, ο Τάρλοου κάνει θέατρο υψηλής ποιότητας με την αρωγή τριών εξαιρετικών ηθοποιών, του Αλέξανδρου Μυλωνά, του Γιώργου Γάλλου και του νεαρού Παναγιώτη Καλαντζή. Το δε εμβληματικό τάλιρο του τίτλου (ένας βούβαλος απεικονίζεται σε ένα αμερικανικό νόμισμα των 5 σεντς), «που παραπέμπει σε ένα ηρωικό όσο και μυθικό far – west, σε μια ουτοπία κατ’ ουσίαν, θα μπορούσε να είναι εν έτει 2011 το ευρώ, που μετατράπηκε από έμβλημα των Ευρωπαίων, σε πιθανή ταφόπλακα των ονείρων τους», δηλώνει ο σκηνοθέτης και ιθύνων νους της παράστασης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News