Τον Ιούνιο του 1955 όλος ο κόσμος γνώριζε τον Λούις Αρμστρονγκ, τον πιο δημοφιλή μαύρο διασκεδαστή στις ΗΠΑ. Εξαιρετικός τρομπετίστας, τραγουδιστής και σόουμαν, πέρασε άνετα το σύνορο των χρωμάτων και έγινε αποδεκτός από τους λευκούς στις ΗΠΑ, αλλά και στο εξωτερικό. Ηταν ο βασιλιάς της τζαζ και ίσως ο πιο διάσημος Αφροαμερικανός της εποχής του, περιτριγυρισμένος από πλούσιους και ισχυρούς.
Αυτό που δεν ήξερε, όμως, ο κόσμος ήταν ότι ο Αρμστρονγκ είχε μόλις γίνει πατέρας, γράφει ο μουσικοκριτικός Τζον Μπάντζι στη βρετανική εφημερίδα The Times. Και δεν θα το μάθαινε παρά μισό αιώνα: η κόρη που γέννησε η ερωμένη του ήταν ένα καλά κρυμμένο μυστικό. Παρά τους τέσσερις γάμους του, αρκετές μακροχρόνιες ερωμένες και αμέτρητες της μιας βραδιάς, οι βιογραφίες του δήλωναν συστηματικά ότι ο τρομπετίστας δεν είχε παιδιά. Οι φήμες έλεγαν ότι ο Σάτσμο, όπως ήταν το παρατσούκλι του (παραφθορά του satchelmouth: «με στόμα σαν σακούλα»), ήταν στείρος.
«Από τη γέννησή μου ήμουν αόρατη» λέει η 67χρονη Σάρον Πρέστον-Φόλτα ή Λιτλ Σάτσμο, όπως τη φώναζαν όταν ήταν μωρό. Ωστόσο, μόνο η στενή οικογένεια και κάποιοι φίλοι γνώριζαν τότε ποιος ήταν ο πατέρας της. Μέχρι που η Σάρον αποφάσισε να αποκαλύψει τα πάντα. Στο ντοκιμαντέρ του Τζον Αλεξάντερ «Little Satchmo» ο αφηγητής λέει: «Ο Λούις ήταν το είδος του μαύρου άνδρα που έκανε τους λευκούς να χαλαρώνουν αψηφώντας τις φυλετικές συμπεριφορές της εποχής. Σε αυτό το πλαίσιο, το να φροντίζει δημόσια ένα παιδί που είχε κάνει με την ερωμένη του δεν ήταν ακριβώς αποδεκτό».
Το «Little Satchmo», που μόλις προτάθηκε για βραβείο Emmy, έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στις 29 Ιουνίου 2021 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αλλά ελέω Covid-19 δεν έλαβε την προσοχή που του έπρεπε. (Η Σάρον Πρέστον-Φόλτα είχε βρεθεί στη Θεσσαλονίκη για την πρεμιέρα μαζί με τον σύζυγό της, Χάουαρντ Φόλτα.) Το ντοκιμαντέρ βασίζεται στα απομνημονεύματα της Πρέστον-Φόλτα με τον αποκαλυπτικό τίτλο «Little Satchmo: Living in the Shadow of My Father, Louis Daniel Armstrong».
Στο βιβλίο της η Σάρον περιγράφει την τραυματική και οπωσδήποτε πολύπλοκη σχέση με τον πατέρα της, ο οποίος μόνο ιδιωτικά την είχε αναγνωρίσει, και την αγωνία που βίωναν εκείνη και η μητέρα της, Λουσίλ, καθώς ο Αρμστρονγκ προσπαθούσε να είναι ένας καλός αλλά απόμακρος πατέρας. Τους έδινε μετρητά, τους έκανε δώρα και τις επισκεπτόταν περιστασιακά, ενώ μπροστά στη Λουσίλ άφηνε να αιωρείται η προοπτική του γάμου τους, παρά το γεγονός ότι ήταν ήδη παντρεμένος με μια άλλη Λουσίλ (Γουίλσον), μια καθολική που δεν θα ανεχόταν ποτέ το διαζύγιο.
Επιτυχημένη χορεύτρια, η Λουσίλ «Sweets» Πρέστον έγινε ερωμένη του Αρμστρονγκ μετά τον πρόωρο θάνατο του συζύγου και χορευτικού συντρόφου της, Λούθερ «Slim» Πρέστον. Ο Αρμστρονγκ της υποσχέθηκε ότι θα τη φρόντιζε και ότι θα άφηνε την τέταρτη σύζυγό του για να την παντρευτεί. Εκείνη, τρελά ερωτευμένη μαζί του, δέχτηκε να παραμείνει κρυφή η σχέση τους, η οποία θα κρατούσε σχεδόν δύο δεκαετίες. «Κουνούσε αυτή την υπόσχεση μπροστά στο πρόσωπο της μητέρας μου σαν καρότο και εκείνη το δάγκωνε γιατί τον λάτρευε» γράφει η Πρέστον-Φόλτα στα απομνημονεύματά της, που έπεσαν σαν βόμβα όταν κυκλοφόρησαν, το 2012.
Στην ταινία παρουσιάζονται οι επιστολές και οι κασέτες ήχου που έστειλε ο μουσικός στην ερωμένη του. Σε ένα μήνυμα ο Αρμστρονγκ αναφέρεται στον ενθουσιασμό του για την εγκυμοσύνη της: «Πρέπει να θυμάσαι ότι δεν έκανα ποτέ πριν μωρό». Και αργότερα: «Πες στη Σάρον ότι είναι το πιο ευλογημένο παιδί στον κόσμο». Σε ένα άλλο γράμμα γράφει στη Λουσίλ ότι ελπίζει σύντομα να αφήσει τη γυναίκα του: «Αν ποτέ απαλλαγώ από αυτή την κακιά εγωίστρια σκύλα, είτε με θέλεις είτε όχι, θα πρέπει να με παντρευτείς. Προσεύχομαι στον Θεό κάθε μέρα για εκείνη τη στιγμή». Και πογράφει ως «ο μελλοντικός σου άνδρας».
Ο Αρμστρονγκ δεν άφησε ποτέ τη γυναίκα του, συνέχισε όμως να επισκέπτεται μητέρα και κόρη και να τις στηρίζει οικονομικά: «Σε όποιο κολέγιο θέλει να πάει, την έχω καλύψει» έγραψε στη Λουσίλ. «Το μόνο που έχει να κάνει είναι να τελειώσει το γυμνάσιο και εκεί μπαίνω εγώ. Οσο ζει ο γερο-Σάτσμο (Ol’ Satchmo), η ευτυχία της είναι εξασφαλισμένη. Υ.Γ.: Αν πεθάνω, θα είναι ακριβώς το ίδιο».
Σε μια επιστολή με ημερομηνία Ιούνιος 1968, ο Αρμστρονγκ έγραψε: «Η Σάρον μπορεί να μη συνειδητοποιεί τώρα πόσο τη νοιάζομαι και τι κάνω για εκείνη. Αλλά είμαι βέβαιος ότι καθώς ωριμάζει θα ανακαλύψει τον Ποπς (άλλο παρατσούκλι του) ως τον άνδρα που θα την αγαπά μέχρι την ημέρα που θα πεθάνει εκείνος ή θα πεθάνει εκείνη. Αυτό είναι ειλικρινές και από καρδιάς».
Για τη Σάρον δεν ήταν μυστικό ποιος ήταν ο πατέρας της· όταν ήταν πέντε ή έξι ετών, εκείνη και η μητέρα της θα πήγαιναν στις περιοδείες του Αρμστρονγκ με το λεωφορείο της ορχήστρας του, Louis Armstrong & His All-Stars. Η σχέση του Αρμστρονγκ και της Λουσίλ Πρέστον έληξε το 1967 μετά από καυγά σε ένα ξενοδοχείο του Νιου Τζέρσεϊ, όταν εκείνη απαίτησε να μάθει πότε ακριβώς θα την παντρευόταν. Ηταν «συντετριμμένη» όταν εκείνος της φώναξε: «Ποτέ!».
Η Σάρον Πρέστον-Φόλτα λέει ότι είδε τον πατέρα της μόνο άλλη μία φορά πριν από τον θάνατό του (ο Αρμστρονγκ πέθανε το 1971), σε μια συναυλία του 1968. Η μηνιαία διατροφή σταμάτησε, υπήρχαν όμως τα 25.000 δολάρια για το κολέγιο.
Οταν ήταν μικρό παιδί, η μυστικότητα δεν την ενοχλούσε. «Πριν μάθω ότι ο πατέρας μου ήταν παντρεμένος και καταλάβω πραγματικά γιατί δεν περνούσε περισσότερο χρόνο μαζί μας, δεν στεναχωριόμουν. Μου έλειπε, αλλά υπήρχε η παρουσία του σε περιοδικά, στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση… ερχόταν στο σπίτι μας, έφερνε δώρα, αγαπούσε την οικογένεια της μητέρας μου» αποκαλύπτει η Σάρον.
Εμαθε την αλήθεια στα 10 της παρακολουθώντας μια τηλεοπτική εκπομπή του Τζόνι Κάρσον με καλεσμένο τον Λούις Αρμστρονγκ· ο πατέρας της είπε στον οικοδεσπότη για τη γυναίκα του και ότι ήταν άτεκνος. Ταραγμένη, το είπε στη μητέρα της: «Μου είπε ότι [η σύζυγος] ήξερε για εμάς. Δεν θα του έδινε διαζύγιο και ήθελε να με υιοθετήσει».
Εκείνο το βράδυ η Πρέστον-Φόλτα έκλαψε στο μαξιλάρι της: «Απλώς ένιωσα πολύ προδομένη… Τότε ήταν που η ζωή άλλαξε πολύ για μένα». Αρχισε να νιώθει έντονα την απουσία του πατέρα της. Στην ντουλάπα κρεμόταν ένα από τα χαβανέζικα πουκάμισά του «που μύριζε aftershave μόσχου και τσιγάρα». Μερικές φορές το φορούσε· μερικές φορές χόρευε με αυτό.
Μετά, ο θυμός για τους γονείς της μεγάλωσε: για τη μητέρα της που ήθελε τον Αρμστρονγκ ευχαριστημένο σε βάρος της κόρης του επειδή ήταν «απελπιστικά, τραγικά» ερωτευμένη μαζί του· για τον πατέρα της που δεν ήταν παρών. Και οι δύο γονείς της είχαν μεγαλώσει χωρίς πατρική φιγούρα και η Πρέστον-Φόλτα πιστεύει τώρα ότι ο Αρμστρονγκ δεν καταλάβαινε πλήρως τον ρόλο του. «Στο μυαλό του τον ικανοποιούσε να ξέρει ότι μας παρείχε αγαθά με τρόπο που δεν είχε συμβεί σε εκείνον. Ηταν πολύ περήφανος που πλήρωνε τους λογαριασμούς μας και για το ότι ζούσαμε σχεδόν μια ζωή της ανώτερης μεσαίας τάξης».
Η Πρέστον-Φόλτα πιστεύει, ωστόσο, ότι ο πατέρας της είχε απορροφήσει την κυνική άποψη που είχαν για την οικογενειακή ζωή οι βετεράνοι μουσικοί με τα γκρίζα μαλλιά της πατρίδας του, της Νέας Ορλεάνης: κάνε οικογένεια, έχε ερωμένες, αλλά η πραγματική σου αγάπη πρέπει να είναι το μουσικό σου όργανο. Το δικαίωμα, με άλλα λόγια, που ορισμένοι μεγάλοι καλλιτέχνες πιστεύουν ότι έχουν, να αφήνουν συναισθηματικά συντρίμμια στο πέρασμά τους καθώς κυνηγούν τη μούσα τους.
Μετά τον θάνατο του Αρμστρονγκ, η Σάρον Πρέστον-Φόλτα έγινε ανύπαντρη μητέρα στα 16 της, κάτι που, όπως λέει, στατιστικά είναι πιο πιθανό να συμβεί σε μονογονεϊκές οικογένειες. Οι λογαριασμοί συσσωρεύθηκαν, το μεγάλο σπίτι τους στο Μάουντ Βέρνον της Νέας Υόρκης πουλήθηκε και η Λουσίλ έπρεπε να επιστρέψει στη δουλειά, ως μαγείρισσα αυτή τη φορά. Ωστόσο, η Σάρον ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο κολέγιο, παντρεύτηκε και είχε μια μακρά, επιτυχημένη καριέρα στη διαφήμιση, τις πωλήσεις και το μάρκετινγκ, από την οποία αποσύρθηκε την άνοιξη.
Ωστόσο, το μυστικό της δεν έπαψε να τη βασανίζει όλα αυτά τα χρόνια. Με την προτροπή του ψυχοθεραπευτή της, αναζήτησε τελικά τη διαθήκη του τρομπετίστα και ανακάλυψε ότι δεν είχε συμπεριληφθεί. Σοκαρίστηκε όταν έμαθε ότι η σύζυγός του είχε υπογράψει μια ένορκη κατάθεση στο δικαστήριο μετά τον θάνατο του μουσικού, δηλώνοντας ότι ο Λούις Αρμστρονγκ δεν είχε παιδιά, παρά το γεγονός ότι γνώριζε τη Σάρον από τη γέννησή της. «Τότε αποφάσισα ότι έπρεπε να πω την ιστορία μου, γιατί κανείς δεν θα την έλεγε ποτέ, παρ’ όλο που η μητέρα μου ήταν αντίθετη στην ιδέα» λέει.
Σήμερα, η Σάρον Πρέστον-Φόλτα, που ζει στη Σαρασότα της Φλόριντα, δηλώνει ευχαριστημένη με την αντίδραση των θεατών μετά την προβολή του ντοκιμαντέρ στις ΗΠΑ, γράφει ο Τζον Μπάντζι στους Times του Λονδίνου. «Το κοινό έχει γοητευθεί από την καθολικότητα της ιστορίας μου· υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι σαν εμένα, με διάφορα οικογενειακά μυστικά, που έχουν να κάνουν είτε με τον πατέρα είτε με τη μητέρα· μια κατάσταση όπου ως άτομο ήσουν κρυμμένο ή αόρατο» λέει.
Δεδομένης της φήμης για τις ερωτοδουλειές του Αρμστρονγκ, σκέφτεται άραγε ότι μπορεί να υπάρχουν περισσότεροι «Μικροί Σάτσμο» εκεί έξω; «Συχνά αναρωτιέμαι» απαντά. Εχει ακούσει φήμες, αλλά κανείς δεν έχει επικοινωνήσει μαζί της μέχρι στιγμής. Ενα διαδικτυακό «ψάρεμα» αποκαλύπτει ότι στην Αυστραλία και στη Ρωσία υπάρχουν μουσικοί της τζαζ που υποστηρίζουν ότι είναι απόγονοι του Αρμστρονγκ (αλλά μέχρι στιγμής οι Times δεν είχαν καμία απάντηση, μετά από έρευνα στο Facebook). Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν υπάρχουν, κανένας δεν θα είχε τη σχέση της Σάρον με τον Λούις Αρμστρονγκ.
Η κόρη του Σάτσμο λέει ότι πλέον έχει αποδεχτεί το παρελθόν: «Νωρίτερα, στα νιάτα μου, νομίζω ότι η απογοήτευσή μου από τους γονείς μου επισκίαζε την ευγνωμοσύνη και την αγάπη μου. Κάθε μέρα αποφασίζω να μην έχω συναισθηματικές συγκρούσεις. Μπορεί να εμφανιστούν τύψεις ή να υπάρχει λύπη ή μια μικρή απόχρωση θυμού, αλλά είμαι πια σε θέση να είμαι ευγνώμων για όσα είχα, και δεν τους κατηγορώ πια για όσα δεν έχω. Μπορώ να πω ότι η ζωή μου έχει νόημα και ότι ο πατέρας μου μας αγαπούσε και ήμασταν οικογένεια» παραδέχεται.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News