«Για εμάς τους Ελληνες η ναυτοσύνη, ως παράδοση, είναι ένας μεταφυσικός δεσμός πεπρωμένου ενός έθνους με τη θάλασσα. Ενας δεσμός ακατάλυτος και καταλυτικός». Με τα λόγια αυτά άρχισε την εναρκτήρια ομιλία του ο Λεωνίδας Δημητριάδης-Ευγενίδης, πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου στην ημερίδα με θέμα «Διασώζεται το Ι/Φ “Ευγένιος Ευγενίδης”», την Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2024, στο Αμφιθέατρο του Ιδρύματος.
Στόχος της ημερίδας, την οποία διοργάνωσε ο Ελληνικός Σύνδεσμος Παραδοσιακών Σκαφών, υπό την αιγίδα του Ιδρύματος Ευγενίδου, ήταν να παρουσιαστεί η ιστορική πορεία του εκπαιδευτικού σκάφους «Ευγένιος Ευγενίδης», το οποίο για δεκαετίες αποτέλεσε ορόσημο της εκπαίδευσης χιλιάδων ναυτικών και πλέον έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία.
Να σημειωθεί ότι ο Ελληνικός Σύνδεσμος Παραδοσιακών Σκαφών ιδρύθηκε το 1999 από μια ομάδα φίλων, τους οποίους έδενε το κοινό ενδιαφέρον και η αγάπη για τα παραδοσιακά ξύλινα σκάφη, σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν την παράλογη καταστροφή τους μετά από υπόδειξη της τότε ΕΟΚ στο πλαίσιο της προστασίας των αλιευμάτων.
Παρά τις συνεχείς προτάσεις και παρουσιάσεις, ο συνολικός αλιευτικός στόλος, που καταστράφηκε από το 1990 έως το 2023, ξεπέρασε τα 12.500 ξύλινα αλιευτικά παραδοσιακά σκάφη. Ομως στην όλη υπόθεση υπήρχε μία ξεχωριστή ιστορία, όπως αναφέρει στο άρθρο του στο New Money, ο δημοσιογράφος Μηνάς Τσαμόπουλος, συντονιστής της ημερίδας για τη διάσωση του ιστιοφόρου «Ευγένιος Ευγενίδης», το οποίο αποτελεί ενεργό τμήμα αυτής της παράδοσης.
Αναδεικνύοντας την ιστορία του ιστιοφόρου, ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου είπε ότι το σκάφος με αρχικό όνομα «Sunbeam II» κατασκευάστηκε το 1929 στα Ναυπηγεία William Denny & Brothers, στο Νταμπάρτον της Σκωτίας, κατόπιν παραγγελίας του σερ Γουόλτερ Ράνσιμαν, επιχειρηματία, συγγραφέα και πολιτικού, παππού του έγκριτου βυζαντινολόγου Στίβεν Ράνσιμαν.
Το «Sunbeam II» ναυπηγήθηκε για να αντικαταστήσει το «Sunbeam I» του 1874 και υπ’ αυτή την έννοια μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί «προϊόν της τελευταίας φάσης της βιομηχανικής επανάστασης, όπως η έλικα μονού κοχλία, η πολυκύλινδρη μηχανή ντίζελ και, προφανώς, το ατσάλινο κέλυφος», επισήμανε ο ομιλητής.
Ο σχεδιασμός έγινε από την G. L. Watson & Co. και σύμφωνα με τις επιθυμίες του πρώτου ιδιοκτήτη του, δόθηκε προσοχή ώστε το «Sunbeam II» να έχει χαρακτηριστικά σκάφους αναψυχής, με βασικό μέλημα την ελάχιστη δυνατή όχληση των επιβατών. Aυτό γίνεται ιδιαίτερα σαφές στις ξυλουργικές εργασίες, οι οποίες είναι μεν πολύ απλές στον σχεδιασμό τους αλλά εξαιρετικής ποιότητος και υψηλής αισθητικής. Μεγάλη προσοχή είχε δοθεί, επίσης, στο να ελαχιστοποιηθούν οι θόρυβοι από ταλαντώσεις, κοινό στοιχείο στα σύγχρονα επιβατηγά και στα σκάφη αναψυχής.
Το 1930, ο ιδιοκτήτης του και μια εκλεκτή παρέα επιβιβάζονται στο ιστιοφόρο για το παρθενικό του ταξίδι στη Μεσόγειο, του οποίου σταθμός είναι και η Ελλάδα. Κατά την διάρκεια εκείνης της επίσκεψης, ο Γουόλτερ Ράνσιμαν συναντήθηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Και μαγεμένος από τις ομορφιές της χώρας μας, αποφασίζει να την επισκεφθεί και πάλι, σε δύο επόμενα ταξίδια του με το «Sunbeam II».
Το 1939, δύο χρόνια μετά τον θάνατο του Ράνσιμαν, το πλοίο παραχωρείται στο Αγγλικό Ναυαρχείο. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, βρίσκεται αγκυροβολημένο στον ποταμό Χέλφορντ της Κορνουάλης, που αποτελεί βάση από την οποία ξεκινούν τα πλοιάρια με τους κομάντο και τους σαμποτέρ των συμμαχικών δυνάμεων για τις ακτές της Γαλλίας. Και συμμετέχει στις δράσεις.
Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945, το πλοίο πωλείται ως εκπαιδευτικό ιστιοφόρο στο ίδρυμα «Abraham Rydberg» με έδρα τη Στοκχόλμη. Δέκα χρόνια αργότερα αγοράζεται, επίσης για εκπαιδευτικούς σκοπούς, από την Hansen Clipper του Μάλμο, και μετονομάζεται σε «Flying Clipper». Την ίδια περίοδο συμμετείχε και στους δυο πρώτους αγώνες ιστιοφόρων με υψηλά ιστία, κατά τους οποίους συναγωνίζεται και με το περίφημο «Creole». (Δείτε το trailer του «Mediterranean Holiday» με πρωταγωνιστή το ιστορικό ιστιοφόρο)
Το 1962 το ιστορικό ιστιοφόρο πρωταγωνίστησε, μάλιστα, στο γερμανικό ντοκιμαντέρ «Flying Clipper» (aka «Mediterranean Holiday», στο οποίο συμμετείχαν οι Γκρέις Κέλι, Μπεγκούμ Αγά Χαν ΙΙΙ, και οι πρίγκιπες Κωνσταντίνος της Ελλάδας και Ρενιέ του Μονακό), ενώ συμμετείχε και στην περιπέτεια «Lord Jim» (1965) του Ρίτσαρντ Μπρουκς με τους Πίτερ Ο’Τουλ, Τζέιμς Μέισον, Κουρτ Γιούργκενς, Ελι Γουάλας και Ντάλια Λάβι.
«Η μοίρα του αυτού του πλοίου είναι άμεσα συνδεδεμένη με την Ελλάδα», τόνισε στην ομιλία του ο κ. Δημητριάδης-Ευγενίδης, επισημαίνοντας ότι το ΥΕΝ (ΥΝΑΝΠ) έκρινε ότι ένα τέτοιο εκπαιδευτικό σκάφος, πέραν της ιστορίας και ναυτικής παράδοσής του, αποτελούσε ένα απαραίτητο εργαλείο για τη βελτίωση της εκπαίδευσης των σπουδαστών αξιωματικών του Εμπορικού Ναυτικού. Η συζήτηση ξεκίνησε το 1959 και ολοκληρώθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1965 με την αγορά του, χάρη στους αείμνηστους, Μαριάνθη Σίμου και Νικόλαο Βερνίκο- Ευγενίδη, αρωγούς της Ελληνικής Πολιτείας, οι οποίοι συνεργάστηκαν στενά και χρηματοδότησαν την αγορά του «Flying Klipper» με το ποσό των 48.000 λιρών Αγγλίας (180.000 δολάρια τότε, 5.000.000 ευρώ σήμερα).
Το ιστιοφόρο μετονομάζεται προς τιμήν του εθνικού ευεργέτη σε «Ευγένιος Ευγενίδης» και ο τέως βασιλεύς των Ελλήνων αποκαλύπτει την χάλκινη πλάκα με το νέο όνομά του, στο κατάστρωμα του νέου εκπαιδευτικού σκάφους των Σχολών Εμπορικού Ναυτικού.
Η Μαριάνθη Σίμου, αδελφή του εθνικού ευεργέτη και ο Νικόλαος Βερνίκος-Ευγενίδης, υλοποιώντας το όραμά του και συμμεριζόμενοι την αγάπη του για τη σπουδάζουσα ελληνική νεολαία, συνεπικούρησαν την Πολιτεία με την δωρεά τους, με την προσδοκία το σκάφος αυτό «να επιτελέσει τον σκοπό του κατά τον παραγωγικότερο τρόπο και να βοηθήσει τους νέους Ελληνες να αναλάβουν σημαντικές ευθύνες για την ανάπτυξη της Ελληνικής Ναυτιλίας» και «να καταστούν ικανοί να ηγηθούν στη μελλοντική ανάπτυξη της χώρας και την αξιοποίηση των πόρων της», τόνισε ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου, αναφερόμενος στο καύχημα της ναυπηγικής τέχνης το οποίο απέκτησε η Ελλάδα, μια χώρα με θαλασσινή ιστορία και ναυτιλία, που πρωταγωνιστεί διαχρονικά στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
«Μπορεί η Αμερική να διαθέτει 60 Tall ships, η Αγγλία 45, ο Καναδάς 35, η Γερμανία 33, η Πολωνία 15, ακόμη και το Πακιστάν και η Ρουμανία, εμείς όμως αποκτήσαμε το ένα και καλό» τόνισε ο κ. Δημητριάδης – Ευγενίδης. Για μια χρυσή δεκαετία το ιστιοφόρο διοικήθηκε, στελεχώθηκε και εκπαίδευσε γενιές ναυτικών δοκίμων ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσε και το ισχυρότερο δέλεαρ για την προσέλκυση των νέων στη θάλασσα και έναν άξιο πρεσβευτή της ναυτοσύνης.Στη συνέχεια όμως, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στα έγκριτα «Ναυτικά Χρονικά» του 1976, «την ορμήν και τον ζήλον διεδέχθη η συντήρησις ή ο μαρασμός. Ήτο η εποχή καθ΄ήν οι αυτόκλητοι σωτήρες τα εγνώριζον όλα και ουδένα δεν ήκουον. Και εγκατέλειψαν το ωραίον σκάφος να σήπεται εις την προβλήτα της Ζέας.»
Αγγλοι και Ιάπωνες, επαΐοντες της εποχής, συνέκλιναν στην άποψη ότι η εκπαίδευση σε ιστιοφόρο, και η μαθητεία σε αυτά τα σκάφη ενίσχυαν τις δεξιότητες ναυτοσύνης και την επαγγελματική ικανότητα λόγω της αναγκαιότητας άμεσης ανταπόκρισης σε δυσχερείς συνθήκες ναυσιπλοΐας όπως είναι οι απότομες αλλαγές των καιρικών συνθηκών και η ταχεία συνδυαστική αντιμετώπισή τους από τους εκπαιδευόμενους: χειρισμός ιστίων, αξιολόγηση ανέμου, θαλασσίων ρευμάτων και κυματισμού, παρατηρητικότητα, οξυδέρκεια, ομαδική εργασία και αλληλεγγύη και άμεση σύνδεση με το θαλασσινό στοιχείο.
Παρόλα αυτά, τελικά επικρατεί η λογική της αποκλειστικότητας του μηχανοκίνητου πλοίου στη ναυτική εκπαίδευση, και το 1991 αποφασίζεται ο παροπλισμός του ξεχωριστού αυτού ιστιοφόρου, το οποίο είναι «ένα από τα τρία του τύπου αυτού, που διασώζονται σήμερα στον κόσμο, αξιόλογο τόσο από αισθητική όσο και από τεχνική άποψη, και το οποίο αποτελεί αντικείμενο προβολής της ναυτικής μας παράδοσης» (ΥΠΠΟ ΦΕΚ 890/1998).
Τον Νοέμβριο του 1995 το σκάφος μεταβιβάστηκε από το Υπ. Ναυτιλίας στο Υπ. Πολιτισμού, και άμεσα η χρήση του στο Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας, με στόχο την αναπαλαίωση, συντήρηση και μετατροπή του σκάφους σε μουσειακό και εκθεσιακό χώρο, αγνοώντας την χρήση του ως εκπαιδευτικού σκάφους. «Σφάλμα ολέθριο», υπογράμμισε ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου.
Δυστυχώς το ΥΠΠΟ, παρά τις αγαθές προθέσεις δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί με χρηματοδότηση ικανή για τον φιλόδοξο αρχικό μουσειακό σχεδιασμό, παρά τον προσωπικό ζήλο, τις ένθερμες πρωτοβουλίες, και διοικητικές Πράξεις αρωγής της Προέδρου και του Δ. Σ του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας.
Τέλος, το 2002, παραχωρείται από το υπουργείο Πολιτισμού στο Πολεμικό Ναυτικό, η χρήση για 50 έτη, «με σκοπό την εκπαίδευση του προσωπικού του σε πλόες ιστιοφορίας, για την προβολή του έργου και των παραδόσεών του Π.Ν και την επίδειξη της ελληνικής σημαίας σε λιμένες του εσωτερικού και του εξωτερικού.» δημιουργώντας αισιοδοξία και προσδοκίες. Ωστόσο, η κατάσταση του σκάφους ήταν «κακή», καθόσον αυτό παρέμενε χωρίς ουσιαστική συντήρηση από το 1989 έως το 2002. Αυτό επιβεβαιώθηκε από τις πρώτες αναφορές των ομάδων Επιθεώρησης του Πολεμικού Ναυτικού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατάστασή του ήταν τόσο επιβαρυμένη που ακόμη και η μεταφορά του από το χώρο που ελλιμενιζόταν στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας είχε αποτελέσει ξεχωριστό αντικείμενο συζητήσεων σε πολλές συσκέψεις εμπλεκομένων φορέων. Αυτό έγινε διότι υπήρχε μεγάλη ανησυχία για τις εξαιρετικά εκτεταμένες διαβρώσεις σε όλη την επιφάνεια του σκάφους.
Τελικώς το Ι/Φ «Ευγενίδης» δεξαμενίσθηκε στο Ναύσταθμο στις 14 /3/2003. Οι εργασίες επισκευής ανατέθηκαν στους μόνιμους εργολάβους του Π.Ν. με βάση τη μελέτη της εταιρείας Alpha Marine και τα ευρήματα της ναυπηγικής επιθεώρησης. Η παρακολούθηση των εργασιών επισκευής ανατέθηκε σε επιτροπή που συστήθηκε από το Π.Ν. ενώ επιπλέον τις εργασίες επόπτευαν ο Ελληνικός και Γερμανικός Νηογνώμονας, με σκοπό να δοθεί πιστοποιητικό κατάταξης του σκάφους σε κλάση. Στα πλαίσια αυτά αφαιρέθηκαν μηχανές και μηχανήματα προκειμένου να επισκευαστούν ή να αντικατασταθούν με σκοπό το πλοίο να ενεργοποιηθεί πλήρως.
Τον συντονισμό της προσπάθειας χρηματοδότησης, εξεύρεσης πόρων εκτός κρατικού προϋπολογισμού, δηλαδή εκ δωρεών, για την αποκατάστασή του ανέλαβε το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, επί υπουργίας Σ. Σπηλιωτόπουλου, (2014) καθώς «εκτιμήθηκε ότι θα αποβεί εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας προαγωγής της ναυτικής εκπαίδευσης και ναυτοσύνης των μελλοντικών Αξιωματικών και Υπαξιωματικών του ΠΝ». (Δείτε το trailer του «Lord Jim», 1965, όπου εμφανιζόταν επίσης το «Flying Clipper»)
Από την πλευρά της στρατιωτικής ηγεσίας, την ίδια περίοδο, «το ΓΕΕΘΑ εκτίμησε ότι η ναυτική εκπαίδευση και η προβολή των πανάρχαιων ναυτικών ικανοτήτων των Ελλήνων συνιστούν ένα σημαντικό παράγοντα στον τομέα των διεθνών στρατιωτικών σχέσεων, καθώς και στη βελτίωση των σχέσεων με τις ένοπλες δυνάμεις διαφόρων χωρών της περιοχής». Δυστυχώς, όμως, τα αποτελέσματα δεν ήταν αντάξια των προσδοκιών, και το ΠΝ αποφάσισε τη διακοπή των εργασιών επισκευής του Ι/Φ «Ευγενίδης».
Συμφωνώντας με τον βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών, αντιναύαρχο Π.Ν. ε.α , Ιωάννη Παλούμπη, ο κ. Δημητριάδης- Ευγενίδης διατύπωσε τέλος την άποψη ότι η σωστή διαδικασία αποκατάστασής του θα ήταν η προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού για την ανάδειξη Επιτροπής (Συμβούλου) με αποδεδειγμένη εμπειρία στην επίβλεψη αποκατάστασης ιστορικών πλοίων, υπογραμμίζοντας ότι σε καμία περίπτωση δεν υποβιβάζει την επάρκεια των τεχνικών αξιωματικών του Π.Ν.. Λόγω της ιστορικής ιδιαιτερότητας και μοναδικότητας του Ι/Φ ΕΕ θα έπρεπε να γίνει μελέτη εκτίμησης και αποκατάστασης σύμφωνα με τις προδιαγραφές των διεθνών προτύπων σε αντίστοιχες περιπτώσεις. Αυτό δυστυχώς δεν έγινε, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των εμπλεκομένων συναρμοδίων φορέων.
Στις 9/5/2023, μετά τις παραπάνω περιπέτειες, το ιστορικό ιστιοφόρο «Ευγένιος Ευγενίδης» μεταφέρθηκε στην προβλήτα του Κέντρου Εκπαίδευσης του Π.Ν. Πόρου, όπου και παραμένει παροπλισμένο μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, μετά την επίσκεψη και αυτοψία στο Κέντρο Εκπαίδευσης Π.Ν. Πόρου, υπάρχει ακόμα ελπίδα, διότι χάρη στον εθελοντισμό κάποιων στελεχών του Π.Ν., όπως ο Διοικητής Δημήτρης Μορελάτος , τα στελέχη και οι εκπαιδευόμενοι του Κέντρου, καθώς επίσης χάρη στην ευαισθησία και τη συνδρομή ανώνυμων δωρητών, ξεπεράστηκε η ανεπάρκεια των μέσων με θεαματικά αποτελέσματα.
Και πλέον το μεγάλο ζητούμενο είναι η συνέχιση αυτής της προσπάθειας και η εξασφάλιση της διηνεκούς ύπαρξης του Ι/Φ ΕΕ, προς όφελος της ναυτικής ιστορίας της χώρας μας και της εκπαίδευσης των νέων Ελλήνων στη θάλασσα.
Γιατι, όπως υποστήριζε και η ίδια η Μ. Σίμου, «ο πατριωτισμός» δεν αποτελεί αφηρημένη έννοια. «Είναι μόνο πράξεις για το καλό της κοινωνίας και της χώρας», τόνισε ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου κλείνοντας την ομιλία του για την ιστορία και τον συμβολισμό του Ι/Φ «Ευγένιος Ευγενίδης», «ένα αγαθό», που όπως είπε «πρέπει με κάθε τρόπο να διαφυλαχτεί ως η εν δυνάμει πηγή του εθνικού πλούτου».
Με μια ματιά
Χρονολόγιο του Ι/Φ «Ευγένιος Ευγενίδης»
- 1929: Πολυτελής κατασκευή του «Sunbeam 2» στα Ναυπηγεία William Denny (National Maritime Museum, Γκρίνουιτς), Ιδιοκτήτης σερ Γουόλτερ Ράνσιμαν
- 1939: Περιέρχεται στο Αγγλικό Ναυαρχείο και γίνεται το πλοίο-μάνα ειδικών αποστολών του στολίσκου Παράκτιων Περιπολιών στον ποταμό Χέλφορντ. Από το «Sunbeam 2» οργανώθηκαν τέσσερις αποστολές σαμποτέρ από και προς τη Δυτική Ακτή της Γαλλίας.
- 1945: Πωλείται έναντι του ποσού των 275.000 σουηδικών κορονών στο Ιδρυμα Abraham Rydberg, στη Στοκχόλμη, ως εκπαιδευτικό ιστιοφόρο
- 1955: Αγοράζεται επίσης για εκπαιδευτικούς σκοπούς, από τη Hansen’s Clipper Line του Μάλμο και μετονομάζεται σε Flying Clipper
- 1965: Αγοράζεται από το ελληνικό Υπουργείο Ναυτιλίας, με τη συνεισφορά του Ιδρύματος Ευγενίδου και μετονομάζεται σε «Ευγένιος Ευγενίδης». Σκοπός του είναι να χρησιμοποιηθεί ως εκπαιδευτικό σκάφος των Σχολών Εμπορικού Ναυτικού.
- 1995: Παραχωρείται στο Υπουργείο Πολιτισμού και στο Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος, και χαρακτηρίζεται «ιστορικά διατηρητέο μνημείο»
- 2002: Το Υπουργείο Πολιτισμού παραχωρεί τη χρήση του στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό (ΓΕΝ)
- 2004-μέχρι τον Μάιο 2023: Προσπάθεια αποκατάστασης, αξιοποίησης και επανένταξής του σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία «περί άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς» και την Συνθήκη της Βαρκελώνης
- Μάιος 2023- σήμερα: ελλιμενισμός στο Κ.Ε Πόρου και έναρξη εργασιών συντήρησης
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News