Στις αρχές του 1800, με την άδεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο Τόμας Μπρους, έβδομος κόμης του Ελγιν και πρεσβευτής της Βρετανίας στον Οθωμανό σουλτάνο, αποξήλωσε πάνω από τα μισά σωζόμενα γλυπτά της Ακρόπολης των Αθηνών και τα μετέφερε στο Λονδίνο. Αρχική του πρόθεση ήταν να διακοσμήσει με αυτά την ιδιωτική του κατοικία, ωστόσο, ένα ακριβό διαζύγιο τον ανάγκασε να πουλήσει τα Γλυπτά του Παρθενώνα (ή Ελγίνεια Μάρμαρα κατά τους Βρετανούς) στο βρετανικό κράτος έναντι 35.000 λιρών, όπως γράφει ο βορειoϊρλανδός ελληνιστής Μπρους Κλαρκ, αρθρογράφος, διπλωματικός συντάκτης και συγγραφέας του βιβλίου «Athens: City of Wisdom».
Οι εκκλήσεις των ελληνικών κυβερνήσεων για επιστροφή των Γλυπτών στην Αθήνα ξεκίνησαν από την εποχή του Ελγιν και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Πολλοί, δε, έχουν προσπαθήσει να πείσουν το Βρετανικό Μουσείο να επιστρέψει στην Ελλάδα τα περίφημα Γλυπτά του Παρθενώνα χωρίς να τα έχουν καταφέρει. Ο Ρότζερ Μίτσελ είναι ένας ακόμη, ο οποίος, όμως, έχει κάτι που οι άλλοι δεν είχαν: Μια κεφαλή αλόγου σε φυσικό μέγεθος σκαλισμένο από ένα ρομπότ, το οποίο μοιάζει εκπληκτικά με το αυθεντικό γλυπτό, με εμφανή ακόμα και τα μικροσκοπικά σημάδια της αρχαίας σμίλης.
Το έκθεμα του Βρετανικού Μουσείου είναι ένα από τα τέσσερα κεφάλια αλόγων από το άρμα που οδηγεί η Σελήνη, το οποίο απέσπασε ο Ελγιν από το ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνα (έργο που δημιουργήθηκε από το εργαστήριο του Φειδία και χρονολογείται το 437-432 π.Χ.). Γύψινο αντίγραφό του και άλλα δύο αυθεντικά κεφάλια, που καταβιβάστηκαν από τον Παρθενώνα το 1987, εκτίθενται στο Μουσείο της Ακρόπολης, ενώ το κεφάλι του τέταρτου αλόγου έχει χαθεί. Εικάζεται ότι έπεσε από το αέτωμα το 1687 κατά την ανατίναξη του Παρθενώνα από τον Ενετό Φραντσέσκο Μοροζίνι, που εντωμεταξύ είχε μετατραπεί σε τζαμί και μπαρουταποθήκη.
Σε ένα εργαστήριο στην Καράρα της Ιταλίας, ένα ρομπότ- γλύπτης βάζει τώρα τις τελευταίες πινελιές στο πιστό αντίγραφο της κεφαλής το οποίο θα εκτεθεί στο Λονδίνο, σε χώρο κοντά στο Βρετανικό Μουσείο, την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου μαζί με το αντίγραφο μιας Κενταυρομαχίας από μετώπη του Παρθενώνα (από τον μυθικό πόλεμο μεταξύ Λαπιθών και Κενταύρων).
Η ρομποτική κατασκευή αντιγράφων του Ινστιτούτου Ψηφιακής Αρχαιολογίας για τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς (IDA), που έχει ιδρύσει στην Οξφόρδη ο Ρότζερ Μίτσελ περίπου 180.000 δολάρια. Το ρομπότ σκάλισε ένα αρχικό αντίγραφο της κεφαλής του αλόγου δουλεύοντας ασταμάτητα για τέσσερις ημέρες, με τον τεντωμένο του βραχίονα και την επικαλυμμένη με διαμάντι μύτη του τροχού να λαξεύει τοπικό ιταλικό μάρμαρο της Καράρα. Ενα δεύτερο αντίγραφο του αλόγου θα λαξευθεί σε μάρμαρο από τα λατομεία της Πεντέλης, που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της Ακρόπολης. Αυτό το μάρμαρο αποκτήθηκε «σε συνεννόηση με τις ελληνικές αρχές», δήλωσε ο Μίτσελ στην εφημερίδα The Washington Post.
Ο Τζιάκομο Μασάρι, ιδρυτής της Robotor και τεχνικός συνεργάτης του Μίτσελ, είπε επίσης στην Washington Post ότι η τρισδιάστατη μοντελοποίηση επιτρέπει στο ρομπότ τους να δημιουργεί αντίγραφα με τη μέγιστη ακρίβεια, και πολύ υψηλότερης ποιότητας από τα γύψινα αντίγραφα τα οποία κατασκευάζονται σε καλούπια: «Μπορείς να αναγνωρίσεις κάθε γρατσουνιά», πρόσθεσε, «Μπορείς να δεις τα ελαττώματα της πέτρας και τις προκλήσεις που αντιμετώπιζαν οι συνάδελφοί μας πριν από 2.000 χρόνια. Είναι σαν να ταξιδεύεις πίσω στον χρόνο· μπορείς να νιώσεις τους αγώνες του καλλιτέχνη».
Ο Ρότζερ Μίτσελ πιστεύει ότι τα αντίγραφά του θα μπορούσαν να είναι η απάντηση σε μια από τις πιο διαβόητες πολιτιστικές διαμάχες της ιστορίας. Αν το Βρετανικό Μουσείο δεχθεί τα αντίγραφά του, λέει, μπορεί να στείλει τα πρωτότυπα στην Ελλάδα.
Το μουσείο δεν ήταν δεκτικό. Αρνήθηκε, μάλιστα, το αίτημά του να σκανάρει τα γλυπτά, πράγμα που έκανε τελικά ο Μίτσελ μέσω iPhone και iPad, μπαίνοντας στο μουσείο μαζί με τη συνεργάτιδά του, Αλέξι Καρενόφσκα σαν κανονικοί επισκέπτες. Ο Τζόναθαν Γουίλιαμς, αναπληρωτής διευθυντής του μουσείου, πάγωσε όμως και πάλι την ιδέα: «Ο κόσμος έρχεται στο Βρετανικό Μουσείο για να δει το αυθεντικό, έτσι δεν είναι;» είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του στους Sunday Times.
Ωστόσο, όπως γράφει στην Washington Post η Κάρλα Ανταμ, η προσφορά του Μίτσελ έρχεται σε μια εποχή που οι επαναξιολογήσεις της αποικιοκρατίας και της πολιτιστικής υπεροχής εμπνέουν την επιστροφή κειμηλίων από μουσεία της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής στις χώρες προέλευσής τους. Η Βρετανία έχει καθυστερήσει να το κάνει αλλά η κοινή γνώμη αλλάζει και ορισμένοι ακαδημαϊκοί λένε ότι τα επιχειρήματα για το status quo, μαζί με τον φόβο για άδειασμα των μουσείων, χάνουν έδαφος.
Μομέντουμ επιστροφής κειμηλίων στη Δυτική Αφρική
Θα μπορούσε άραγε να αξιοποιηθεί από την Ελλάδα το μεγάλο μομέντουμ της επιστροφής εθνικών θησαυρών στη Νιγηρία και το Μπενίν; Τον Νοέμβριο του 2021, σε μια κίνηση του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να βελτιώσει την εικόνα της χώρας του στην Αφρική, η Γαλλία επέστρεψε στο Μπενίν (πρώην Δαχομέη από τον 17 αιώνα μέχρι το 1975), 26 βασιλικούς θησαυρούς και έργα τέχνης που είχαν λεηλατηθεί από το Βασίλειο της Δαχομέης πριν από έναν αιώνα, την περίοδο που η χώρα ήταν γαλλική αποικία.
Η χώρα του Μπενίν δεν έχει σχέση με την Πόλη του Μπενίν που ανήκει στη Νιγηρία. Η Πόλη του Μπενίν (ή Εντο όπως λεγόταν κάποτε) ήταν πρωτεύουσα του Βασιλείου του Μπενίν, ένα από τα παλαιότερα και πιο ανεπτυγμένα κράτη στην παράκτια ενδοχώρα της Δυτικής Αφρικής, που άνθισε από τον 13 μέχρι τον 15 αιώνα, αφήνοντας κληρονομιά περίφημα έργα τέχνης -από μπρούτζο, σίδηρο και ελεφαντόδοντο- πρωτοποριακά εμπορικά δίκτυα και πολεμικές τεχνικές, που βοήθησαν στην επέκτασή του. Το 1897, μια ισχυρή βρετανική στρατιωτική δύναμη κατέλαβε την πόλη, προχωρώντας σε καταστροφές και λεηλασίες.
Οι βρετανοί στρατιώτες λεηλάτησαν έργα παλατιανής τέχνης, αγαλματίδια από σίδηρο και μπρούτζο, και σκαλισμένα κομμάτια ελεφαντόδοντου. Ειδικά τα λεγόμενα «Μπρούτζινα του Μπενίν» είναι χιλιάδες μπρούτζινες πλάκες με κεφαλές και αγαλματίδια, που χρονολογούνται τον 13 αιώνα, οι οποίες κοσμούσαν την πρόσοψη του βασιλικού παλατιού της πόλης του Μπενίν και τώρα βρίσκονται σε μεγάλα μουσεία και ιδιωτικές συλλογές. Να σημειωθεί ότι μόνο το Βρετανικό Μουσείο διαθέτει στη συλλογή του περισσότερα από 900 αντικείμενα από τον περίφημο Θησαυρό του Μπενίν.
Τον περασμένο μήνα, όπως αναφέρει άρθρο της Deutsche Welle η Γερμανία συμφώνησε –μετά από έναν αιώνα αξιώσεων- να μεταβιβάσει στη Νιγηρία την κυριότητα 1.130 χάλκινων πλακών του Μπενίν, που φυλάσσονται σε γερμανικά μουσεία. Επίσης, όπως αποκάλυψε η Washington Post τον Μάιο, τουλάχιστον 16 μουσεία στις Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να επαναπατρίζουν αντικείμενά τους από το Μπενίν, ενώ και το Ιδρυμα Smithsonian έχει υιοθετήσει μια νέα πολιτική που απαιτεί από τα μουσεία του να επιστρέφουν ή να μοιράζονται με σύγχρονα πρότυπα την ιδιοκτησία των αντικειμένων που αποκτήθηκαν ανήθικα.
Στις αρχές Αυγούστου, όπως ανέφερε το BBC, το μουσείο Horiman του Λονδίνου ανακοίνωσε, επίσης, ότι θα επιστρέψει στη Νιγηρία 72 αντικείμενα «που αποκτήθηκαν με τη βία» τον 19ο αιώνα, μεταξύ των οποίων και 12 «Μπρούντζινα του Μπενίν», ενώ και τα πανεπιστήμια του Κέιμπριτζ και της Οξφόρδης δήλωσαν ότι θα επαναπατρίσουν περισσότερα από 200 «Μπρούτζινα του Μπενίν». Αυτά τα κομμάτια, όμως, είναι μόνο ένα μικρό μέρος αυτών που βρίσκονται στα χέρια των Βρετανών και ορισμένοι μελετητές και ακτιβιστές έχουν εκφράσει την απογοήτευσή τους για την σχετική αδράνεια.
Οσον αφορά τα γλυπτά του Παρθενώνα, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου για τον επαναπατρισμό τους προς το παρόν βρίσκονται σε αδιέξοδο, καθώς το Βρετανικό Μουσείο συζητά μόνο την περίπτωση δανεισμού και ισχυρίζεται ότι ο Λόρδος Λόρδο Ελγιν απέκτησε νόμιμα τα Γλυπτά από τις οθωμανικές Αρχές, που κυβερνούσαν την Αθήνα στις αρχές του 1800, ενώ η Ελλάδα υποστηρίζει σταθερά ότι είχαν κλαπεί από την Ακρόπολη και ζητάει τον επαναπατρισμό της συλλογής που αποτελείται από 17 αγάλματα Ελλήνων θεών, 15 «μετόπες» που δείχνουν μυθικές μάχες μεταξύ πολιτισμένων και βαρβάρων και μια ζωφόρο 246 ποδιών η οποία αναπαριστά μια αθηναϊκή πομπή.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News