Ο Σαρλ Αζναβούρ ήταν κάτι παραπάνω από τραγουδιστής-τραγουδοποιός. Ηταν η ενσάρκωση ενός γαλλικού ονείρου για το παιδί των αρμενίων προσφύγων στο Παρίσι, που ξέφυγε από τη φτώχεια και έγινε ένας σταρ, χάρη στον οποίο η γλώσσα του Μολιέρου ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο.
Και τώρα, με τον «Monsieur Aznavour», μια βιογραφική ταινία για τον «Φρανκ Σινάτρα της Γαλλίας», όπως έχει αποκληθεί ο μεγάλος καλλιτέχνης, οι Γάλλοι νιώθουν νοσταλγία για τις δεκαετίες του 1960 και 1970, όταν η καριέρα του ήταν στο αποκορύφωμά της.
Η ταινία, με πρωταγωνιστή τον γαλλοαλγερινό ηθοποιό Ταχάρ Ραχίμ, που μόλις άρχισε να προβάλλεται στη Γαλλία, έχει διχάσει τους κριτικούς, αναμεταδίδει από το Παρίσι ο Ανταμ Σέιτζ, ανταποκριτής των βρετανικών Times στη γαλλική πρωτεύουσα. Ωστόσο αντιμετωπίζεται ως ένα σημαντικό πολιτιστικό γεγονός, στον βαθμό τουλάχιστον που δίνει στους Γάλλους τη δυνατότητα να ανατρέξουν στα «Les Trente Glorieuses», τα «Τριάντα Ενδοξα» χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η περίοδος εκείνων των τριών δεκαετιών χαρακτηρίστηκε από οικονομική ανάπτυξη, διπλωματικές επιτυχίες, πνευματική επιρροή και μια κουλτούρα με παγκόσμια εμβέλεια, σύμβολο της οποίας υπήρξε ο Αζναβούρ.
Η αντίθεση, δε, με τη σύγχρονη εποχή είναι εντυπωσιακή, παρατηρεί ο Σέιτζ στους Times. Η Γαλλία έχει τώρα ένα χρέος 3,2 τρισ. ευρώ, μια υποτονική φωνή στη διεθνή σκηνή και λίγους συγγραφείς διεθνούς κύρους – εκτός από τον αιρετικό Μισέλ Ουελμπέκ, που ανήκει στην ανανεωτική τάση της γαλλικής μυθιστοριογραφίας.
Και υπάρχει μεν μια σειρά από γάλλους ποπ σταρ που είναι δημοφιλείς εκτός Γαλλίας, όπως ο μουσικός παραγωγός και DJ Νταβίντ Γκετά και το ντουέτο ηλεκτρονικής μουσικής Daft Punk, τα τραγούδια τους όμως είναι συνήθως γραμμένα στα αγγλικά.
Ο Αζναβούρ, ο οποίος πέθανε το 2018 σε ηλικία 94 ετών, ερμήνευσε επίσης αγγλικά τραγούδια, όπως το «I will Warm your Heart», αλλά στην ανάμνηση όλων έχουν μείνει κυρίως οι γαλλικές επιτυχίες του, όπως το «La Bohème» και το «Emmenez-moi». Η περιφερειακή εφημερίδα Ouest-France τον χαιρέτισε ως «έναν από τους μεγαλύτερους ερμηνευτές του γαλλικού τραγουδιού, έναν από τους πιο γνωστούς στον κόσμο».
Ο αείμνηστος τραγουδιστής ενσάρκωσε επίσης μια εποχή που η μετανάστευση δεν ήταν τόσο εμπρηστικό ζήτημα στη Γαλλία όσο είναι τώρα, υπογραμμίζει ο Σέιτζ στους Times. (Δείτε το trailer της ταινίας «Αραράτ» (2002) του Ατόμ Εγκογιάν για τη γενοκτονία των Αρμενίων, με πρωταγωνιστή τον Αζναβούρ στον ρόλο ενός μεγάλου αρμένη ζωγράφου )
Ο Σαχνούρ Βαγκινάγκ Αζναβουριάν, όπως ήταν το πλήρες όνομα του Σαρλ Αζναβούρ, γεννήθηκε το 1924 στο Παρίσι από αρμένιους γονείς. Ο πατέρας του, Μικαέλ Αζναβουράν, ήταν βαρύτονος από την Τιφλίδα της Γεωργίας και η μητέρα του, Κναρ Μπαγκντασαριάν, ηθοποιός από τη Σμύρνη. Αναδείχτηκε ήρωας του Παρισιού, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψει ποτέ τις ρίζες της οικογένειάς του.
Από την ηλικία των μόλις πέντε ετών συμμετείχε σε παραστάσεις βαριετέ, συνοδεύοντας με την κιθάρα τον πατέρα του, και στα εννιά του εγκατέλειψε το σχολείο, παρά τις αντιδράσεις των γονιών του, προκειμένου να συνεχίσει τις παραστάσεις του ως τραγουδιστής με το καλλιτεχνικό όνομα «Αζναβούρ». Η αναγνώριση ήρθε το 1946, όταν η Εντίθ Πιάφ τον άκουσε να τραγουδά και κανόνισε να τον πάρει μαζί της στις περιοδείες της στις ΗΠΑ και στη Γαλλία.
Με τη μοναδική του φωνή τενόρου, ο Αζναβούρ ηχογράφησε περισσότερα από 1.200 τραγούδια, τα οποία έχουν ερμηνευτεί σε οκτώ γλώσσες, ενώ έγραψε ή συνέγραψε, τόσο για τον εαυτό του όσο και για άλλους καλλιτέχνες, περισσότερα από 1.000. Πούλησε 180 εκατ. δίσκους και εκτός από τραγουδιστής-τραγουδοποιός, στη σχεδόν 70χρονη καριέρα του υπήρξε επίσης στιχουργός, συνθέτης, ποιητής, σεναριογράφος, ηθοποιός (έχει εμφανιστεί σε 90 ταινίες), σκηνοθέτης, ακόμη και διπλωμάτης. (Δείτε το trailer της ταινίας «Καβαλάρηδες των Ουρανών» του 1976, όπου ο Σαρλ Αζναβούρ υποδύεται τον έλληνα αστυνομικό Νικολαΐδη)
Ο Αζναβούρ υποστήριξε συχνά την Αρμενία, αλλά σπάνια αντιμετώπισε το είδος της εχθρότητας και τις ρατσιστικές επιθέσεις που δέχτηκε η γαλλομαλιανή τραγουδίστρια Αγιά Νακαμουρά όταν επιλέχθηκε να τραγουδήσει στη φετινή τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι.
Οι ακροδεξιοί εξέφρασαν την οργή τους επειδή η -γεννημένη στο Μπαμακό και μεγαλωμένη στα παρισινά προάστια- ποπ σταρ θα ερμήνευε την επιτυχία του Αζναβούρ «For Me Formidable» με τη συνοδεία της προεδρικής μπάντας. Πολλοί χαρακτήρισαν το τραγούδι κλασικό του γαλλικού πολιτισμού, ξεχνώντας μάλλον ότι και ο Αζναβούρ καταγόταν από οικογένεια μεταναστών.
Η βιογραφική ταινία, την οποία σκηνοθέτησαν ο Μεχντί Ιντίρ και ο Φαμπιέν Μαρσό, περφόρμερ ποιητής και στιχουργός, γνωστός με το καλλιτεχνικό όνομα Grand Corps Malade, εγκωμιάστηκε από τον Νικολά Αζναβούρ: «Αυτή η ταινία είναι πραγματικά ο καλύτερος φόρος τιμής στον πατέρα μου» δήλωσε ο 47χρονος γιος του αείμνηστου τραγουδιστή, ο μικρότερος από τα πέντε παιδιά που απέκτησε ο Σαρλ Αζναβούρ με τις τρεις συζύγους του.
Αλλά το Télérama έγραψε ότι ο «Monsieur Aznavour» αποτελεί παράδειγμα των παγίδων που κρύβουν οι βιογραφικές ταινίες. Δημιούργησε «λίγο συναίσθημα» έγραψε το γαλλικό περιοδικό, επικρίνοντας «την αμηχανία που προκαλεί η ερμηνεία του Ταχάρ Ραχίμ, του οποίου το μακιγιάζ και οι χειρονομίες υπενθυμίζουν σε κάθε σκηνή ότι είναι ο Ταχάρ Ραχίμ που μιμείται τον Αζναβούρ».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News