612
|

“Φαρενάιτ 451”, Ρέι Μπράντμπερι (Άγρα)

Avatar Σταυρούλα Παπασπύρου 8 Σεπτεμβρίου 2012, 01:50

“Φαρενάιτ 451”, Ρέι Μπράντμπερι (Άγρα)

Avatar Σταυρούλα Παπασπύρου 8 Σεπτεμβρίου 2012, 01:50

Λος 'Αντζελες, 1953. Ο αμερικανός συγγραφέας Ρέι Μπράντμπερι -των φανταστικών “Χρονικών του Άρη” και με δεκάδες δημοσιευμένα διηγήματα- νιόπαντρος και πατέρας, δεν έχει καθόλου λεφτά για να νοικιάσει ένα γραφείο που θα δούλευε με την ησυχία του. Βολτάροντας όμως έξω από τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας (οι βιβλιοθήκες ήταν πάντα το δεύτερο σπίτι του κι ας μην είχε υπάρξει φοιτητής ποτέ του) ανακαλύπτει μια υπόγεια αίθουσα με γραφομηχανές, ενοικιαζόμενες προς δέκα σεντς το ημίωρο. Ενθουσιασμένος, παίρνει μια σακούλα με κέρματα κι εγκαθίσταται στην αίθουσα δακτυλογράφησης. Εννέα μέρες κι …9,8 δολάρια αργότερα, έχει ολοκληρώσει την πρώτη εκδοχή ενός μυθιστορήματος που έμελλε να γίνει ανάρπαστο και θεωρείται κλασικό. Θέμα του, η λογοκρισία. Ήρωές του, μια χούφτα άνθρωποι που την αψηφούν. Και στον τίτλο, η θερμοκρασία στην οποία καίγεται το χαρτί. “Φαρενάιτ 451” (μετ. Βασίλης Δουβίτσας, εκδ. Άγρα). Πιό επίκαιρο δε γίνεται!

Το έργο πάνω στο οποίο βασίστηκε κι η ομώνυμη ταινία του Φρανσουά Τριφό, εκτυλίσσεται σ' ένα κοντινό μέλλον, σε μια κοινωνία μεταλλαγμένη από την έλλειψη καλλιέργειας, την υπερκατανάλωση, τον ατομικισμό. Σ' έναν κόσμο καλωδιωμένο, της ταχύτητας και της χημείας, χωρίς μνήμη, χωρίς βάθος, όπου το να κατέχεις βιβλία συνιστά ύψιστο αδίκημα. Στην δυστοπία του Μπράντμπερι, ό,τι μεταφέρει ιδέες, ό,τι οδηγεί προς την αμφιβολία, ό,τι ακονίζει την καρδιά και το  μυαλό, διώκεται ως επικίνδυνο. Τα βιβλία ρίχνονται στην πυρά. Καθήκον των πυροσβεστών είναι ν' ανάβουν φωτιές, όχι να τις σβήνουν. Κι οι περισσότεροι άνθρωποι, σαν ρομπότ, το ΄χουν αποδεχτεί.

Ο πυρονόμος Γκάι Μόνταγκ, βασικός πρωταγωνιστής του “Φαρενάιτ 451”, όργανο εξουσίας, χρόνια τώρα κινείται αγόγγυστα ανάμεσα στον “νεκρότοπο” που θυμίζει το σπιτικό του και τα κτίρια με τις παράνομες βιβλιοθήκες που πρέπει ν' αφανιστούν. Ώσπου μιά μέρα, διασταυρώνεται μ' ένα αλλόκοτο κορίτσι, την Κλαρίς, που δεν τον φοβάται, που του πιάνει κουβέντα, που τον ωθεί να στρέψει το βλέμμα στον ουρανό και στο παρελθόν. Η Κλαρίς είναι τόσο “εκκεντρική”, που τον ωθεί να σκεφτεί: “Είστε ευτυχισμένος;” τον ρωτάει. Από το συναπάντημά τους κι έπειτα, ο Γκάι αρχίζει ν' αντιδρά. Γεύεται ριψοκινδυνεύοντας τον απαγορευμένο καρπό, συνειδητοποιεί διαβάζοντας τι ακριβώς πολεμούσε, περνάει στο αντίπαλο στρατόπεδο, γίνεται φυγάς. Μέχρι που ενώνεται μ' εκείνους τους παλιούς διανοούμενους, τους ανυπάκουους εξαρχής, που περιφέρονται τώρα στα τυφλά, ζωντανά-βιβλία στην κυριολεξία, εξαθλιωμένοι μεν αλλά φορείς μιας γνώσης που αν την χάσεις παύεις να είσαι ανθρώπινος.

Ιδού  ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο για τις …ευεργετικές συνέπειες του εφησυχασμού, κάτι σαν οδηγός για μια αποτελεσματική αστυνόμευση της σκέψης, κάλλιστα  εφαρμόσιμος και  σήμερα. “Αν δε θες να δεις έναν άνθρωπο να γίνεται δυστυχής από την πολιτική, μην του δείχνεις τις πλευρές ενός ζητήματος γιατί θα τον μπλέξεις. Δείξε του μόνο τη μία. Ή ακόμα καλύτερα, μην του δείξεις καμία. Πες πως έχεις μια κυβέρνηση αναποτελεσματική, υδροκέφαλη και φορομπηχτική. Ε, είναι προτιμότερο να εξακολουθείς να έχεις μια τέτοια κυβέρνηση παρά έναν λαό που ασχολείται διαρκώς μ' αυτήν (…) Ασε τον κόσμο να κερδίζει σε διαγωνισμούς που του ζητούν να θυμηθεί τους στίχους γνωστών τραγουδιών (…) Φόρτωσέ τους με ανώδυνα δεδομένα, τάισέ τους μ' ένα κάρο “γεγονότα”, που στο τέλος θα νιώσουν χορτασμένοι αλλά και “φωστήρες” με τόση πληροφορία. Θα νιώσουν τότε ότι σκέφτονται, θα πάρουν μια αίσθηση της κίνησης χωρίς να έχουν κινηθεί ούτε ρούπι (….) Δεν πρέπει να τους αφήσεις να ασχολούνται με περίεργα πράγματα, όπως η φιλοσοφία ή ή κοινωνιολογία. Ο δρόμος αυτός οδηγεί στη μελαγχολία”.

Τα βιβλία, πάντως, καίγονται και χωρίς σπίρτα. Φυσικά και δεν χρειάζεται να τα καις όταν ο κόσμος γεμίζει “από μη-αναγνώστες, μη μαθητευόμενους, μη γνώστες”, όπως λέει ο Μπράντμπερι. Λογοκρισία μπορεί να ασκείται και μέσω του εκδοτικού πληθωρισμού, υπό την τυραννία της κερδοφορίας. Σε μια κοινωνία ανύποπτων καταναλωτών, βγαλμένων μέσα απ' ένα σύστημα εκπαίδευσης που μπάζει από παντού  επί δεκαετίες,  η εξουσία δεν έχει ανάγκη από πυρονόμους. Βάζουμε μόνοι μας φωτιές.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News