Εξωτερικά το Βασιλικό Μουσείο Καλών Τεχνών στην Αμβέρσα είναι η επιτομή της συμβατικής αρχιτεκτονικής. Το μεγαλειώδες νεοκλασικό μνημείο, που εγκαινιάστηκε το 1890, έγινε με πρότυπο αρχαίο ελληνικό ναό και φέρει όλη την πομπώδη μεγαλοπρέπεια των συνθηκών της εποχής του. Ωστόσο, πίσω από την επιβλητική πρόσοψη κρύβονται μερικές παιχνιδιάρικες «πινελιές» που μπορούν να προκαλέσουν έκπληξη στους επισκέπτες του, γράφει στον Guardian από την Αμβέρσα η Τζένιφερ Ράνκιν.
Σε μια αίθουσα, ένας πίνακας κρέμεται στραβά. Σε μια άλλη, μια φωτισμένη πράσινη γάτα με απειλητικό ύφος κάθεται σε ένα κλουβί με την πόρτα μισάνοιχτη. Αλλού, ένας τοίχος «ζωντανεύει» σαν απόκοσμη κουρτίνα από φύλλα που θροΐζουν. Ολα αυτά αποτελούν μέρος της έκθεσης με την οποία εγκαινιάστηκε το Βασιλικό Μουσείο της Αμβέρσας, γνωστό ως KMSKA, που άνοιξε ξανά τον Σεπτέμβριο, αφού παρέμεινε κλειστό επί 11 χρόνια για μια ανακαίνιση 100 εκατ. ευρώ.
Το μουσείο θέλει τώρα να διασκεδάσει τους επισκέπτες του, αλλά και να τους γνωρίσει την πλούσια συλλογή του, που καλύπτει τους πρώιμους φλαμανδούς ζωγράφους, τους λεγόμενους Φλαμανδούς Πρωτόγονους (Vlaamse Primitieven), την ζωγραφική μπαρόκ της Αμβέρσας και τον μεγαλύτερο αριθμό έργων του τολμηρού βέλγου μοντερνιστή Τζέιμς Ενσορ, ο οποίος πρωτοστάτησε στον κυβισμό, τον εξπρεσιονισμό, τον φουτουρισμό και τον σουρεαλισμό.
Στόχος της διεύθυνσης είναι να μετατρέψει ένα παραδοσιακό μουσείο σε κάτι λιγότερο τρομακτικό, κάτι πιο παιχνιδιάρικο: «Η επίσκεψη σε αυτό το μουσείο είναι μια πρόκληση», δήλωσε στην ανταποκρίτρια του Guardian, η Κάρμεν Βίλεμς, διευθύντρια του KMSKA, αναφερόμενη στα 2,4 χλμ των αιθουσών, όπου εκτίθενται περισσότερα από 600 έργα.
Η ακαδημαϊκή έρευνα, είπε, έδειξε ότι ο μέσος επισκέπτης του μουσείου κοιτάζει γρήγορα έναν πίνακα, ίσως για μόλις επτά δευτερόλεπτα. Μια μελέτη του 2016 διαπίστωσε, εξάλλου, ότι οι θεατές αφιέρωναν μόλις 28,6 δευτερόλεπτα σε ένα υπέροχο έργο τέχνης. Αντί, λοιπόν, να κάνουν τους επισκέπτες να αισθάνονται υποχρεωμένοι να παρατηρούν διεξοδικά κάθε πίνακα, «προσπαθούμε να επιβραδύνουμε τον ρυθμό της εξέτασης της τέχνης», λέει η Βίλεμς.
Ενας τρόπος για να επιβραδύνουν τους επισκέπτες είναι οι δέκα εντυπωσιακές εγκαταστάσεις του βέλγου εικαστικού και σκηνοθέτη όπερας Κριστόφ Κόπενς, που είναι διάσπαρτες σε όλο το μουσείο, και καθεμία αντιστοιχεί σε μια λεπτομέρεια ενός πίνακα στην ίδια αίθουσα. Η απειλητική γάτα προέρχεται από το έργο του Ενσορ «Νεκρή φύση με κινέζικα μπιμπελό», ενώ κοντά στη «Λατρεία των Μάγων» του Ρούμπενς υπάρχουν βελούδινες καμήλες στις οποίες μπορούν να σκαρφαλώνουν ελεύθερα τα παιδιά. Το μουσείο ελπίζει ότι η αναζήτηση για την αντιστοίχιση της εγκατάστασης με τις λεπτομέρειες των πινάκων θα κάνει την επίσκεψη πιο ελκυστική για τα παιδιά και τους γονείς τους.
Οι επιμελητές ελπίζουν επίσης να αλλάξουν τις προσδοκίες των επισκεπτών σχετικά με το πώς θα πρέπει να προβάλλεται η τέχνη. Οι πίνακες είναι ομαδοποιημένοι ανά θέμα: φως, χρώμα ή μορφή στα έργα των σύγχρονων ζωγράφων, βάσανα, λύτρωση και δύναμη στα έργα των παλιών. Το πορτρέτο του Ρέμπραντ ενός κληρικού με αυστηρό μαύρο ένδυμα παρουσιάζεται δίπλα σε έναν πίνακα του εξπρεσιονιστή Οσκαρ Κοκόσκα με έναν άγριο, πολύχρωμο χιμπατζή, ένα αστείο σε βάρος της αξιότιμης ολλανδικής μπουρζουαζίας…
Μια άλλη ιδιορρυθμία βρίσκεται στον στραβά κρεμασμένο πίνακα του ολλανδού ζωγράφου της χρυσής εποχής Αντριαν Βαν Οστάντε που δείχνει έναν μεθυσμένο άνδρα να πέφτει από το σκαμπό του σε μια ταβέρνα. «Παρουσιάζοντας τον πίνακα στραβά, τονίζουμε την κωμική και δυναμική πτυχή του πίνακα, που ήταν επίσης πρόθεση του Βαν Οστάντε», δήλωσε ο Νίκο Βαν Χουτ, επικεφαλής των συλλογών του βελγικού μουσείου KMSKA. «Παρόλα αυτά, ελπίζουμε ότι ο επισκέπτης κατανοεί τέτοια αστεία χωρίς να δίνεται εξήγηση. Το να πρέπει να εξηγήσεις ένα αστείο σημαίνει ότι είναι κακόγουστο, έτσι δεν είναι;», λέει.
Στη μοντέρνα πινακοθήκη, μια εικόνα του Εσταυρωμένου με φύλλα χρυσού, του 14ου αιώνα, εμφανίζεται δίπλα στο «Σκοτεινό Πεδίο» του Γκούντερ Ούκερ, ένα έργο του 1979 με εκατοντάδες καρφιά καρφωμένα σε ένα ξύλινο πάνελ υπό διαφορετικές γωνίες, που δημιουργούν μια ψευδαίσθηση κίνησης καθώς φωτίζονται. Και οι δύο καλλιτέχνες –ο άγνωστος δάσκαλος του 14ου αιώνα και ο σύγχρονος γερμανός γλύπτης– έπαιζαν με το φως, παρατηρεί ο Βαν Χουτ: «Για μένα προσωπικά είναι σημαντικό να κοιτάζω μέσα από τα μάτια των καλλιτεχνών. Δεν συνειδητοποιούμε αρκετά ότι αυτοί οι πίνακες είναι κατ’ αρχάς αντικείμενα. Πρέπει να βλέπεις τους πίνακες ως πίνακες ζωγραφικής και όχι απλώς ως εικόνες».
Στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του «slow look», οι επισκέπτες μπορούν επίσης να σταθούν σε μια αίθουσα μήκους 21 μέτρων, όπου μικροσκοπικές λεπτομέρειες έργων ζωγραφικής προβάλλονται σε τέσσερις τοίχους ύψους 10 μέτρων. Και μπορούν να βυθιστούν σε μια απόκοσμη κουρτίνα από φύλλα ή να δουν κεχριμπαρένια κοσμήματα να κυλούν στους τοίχους, καθώς αυτά ζωντανεύουν στα βίντεο.
Ωστόσο δεν είναι όλοι ενθουσιασμένοι με τη νέα προσέγγιση, γράφει ο Guardian. Μια τοπική εφημερίδα περιέγραψε τον στραβά κρεμασμένο πίνακα σαν τέχνασμα. Ορισμένοι ιστορικοί τέχνης, επίσης, ήταν κάπως σαστισμένοι: «Πιστεύουν ότι δεν είναι σωστό να κάνει τέτοια πράγματα ένα τόσο σπουδαίο μουσείο. Σε αυτούς, λέω, ότι δεν με νοιάζει καθόλου, γιατί δεν δουλεύω μόνο για ιστορικούς τέχνης», λέει ο Βαν Χουτ. Προσθέτει, ωστόσο, ότι ελπίζει πως οι ειδικοί θα επισκεφθούν το μουσείο και θα εκτιμήσουν την αποκατάσταση περισσότερων από 200 έργων τέχνης.
Η επαναλειτουργία του KMSKA τον Σεπτέμβριο ήταν η κορύφωση μιας σειράς εργασιών διάρκειας 19 ετών για την αποκατάσταση του κτιρίου, το οποίο είχε ερειπωθεί. Οι ψεύτικοι τοίχοι γκρεμίστηκαν, τα πλούσια χρώματα, λαδοπράσινα και κόκκινα της Πομπηίας, ξαναβάφτηκαν και τα φωτιστικά, που είχαν χάσει τη λάμψη τους, επιχρυσώθηκαν ξανά. Κατά την ανακαίνιση απομακρύνθηκαν επίσης ανεπιθύμητα υλικά, όπως ο αμίαντος, και ένα πυρηνικό καταφύγιο του 1952. Και η πρόσοψη ανανεώθηκε και τα αρχικά ροζ, πορτοκαλί, γκρι και μπλε χρώματά της καθαρίστηκαν από βρωμιά 120 χρόνων.
Ταυτόχρονα, χτίστηκε ένα δεύτερο μουσείο για την καλύτερη προβολή της σύγχρονης συλλογής, προσθέτοντας 40% περισσότερο χώρο. Ομως, αντί να περιοριστεί σε ένα παράρτημα, το αρχιτεκτονικό γραφείο του Ρότερνταμ KAAN Architecten πρότεινε μια μοντέρνα πτέρυγα μέσα στις εσωτερικές αυλές, έναν κομψό, λαμπερό, λευκό χώρο με ψηλά ταβάνια και μια εντυπωσιακή σκάλα με 103 σκαλοπάτια.
Ακόμη, το μουσείο αξιοποίησε το διάστημα των 11 χρόνων, που έμεινε κλειστό, διερευνώντας τους δεσμούς του με την αποικιοκρατία. Και διαπίστωσε ότι 57 έργα 18 δωρητών -το 3,3% του συνόλου των δωρεών- «ενδεχομένως ή πιθανώς χρηματοδοτήθηκαν» με αποικιακά χρήματα.
Μέχρι στιγμής η ανακαίνιση είναι δημοφιλής. Περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι επισκέφθηκαν το μουσείο τις πρώτες πέντε εβδομάδες της επαναλειτουργίας του, ξεπερνώντας κατά πολύ τις προσδοκίες: «Το πιο όμορφο κομπλιμέντο που μας κάνουν είναι ότι η προσέγγιση είναι εκπληκτική… και ότι δεν είναι μόνο για τους λάτρεις της τέχνης, ότι είναι πραγματικά ένα μουσείο ανοιχτό σε όλους», λέει η διευθύντρια του σπουδαίου βελγικού μουσείου.
Και είναι πεπεισμένη ότι οι επισκέπτες καταλαβαίνουν το νόημα της στραβής ζωγραφιάς του μεθυσμένου: «Ολοι όσοι παρατηρούν πραγματικά τον πίνακα, καταλαβαίνουν το αστείο και γελούν», εξηγεί.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News