«Μια ημέρα χάθηκε από τη ζωή μου το σκίτσο. Την ίδια ημέρα που έχασα μια χούφτα ακριβούς φίλους. Με τη διαφορά ότι το σκίτσο επέστρεψε. Σιγά σιγά. Πιο σκοτεινό και την ίδια ώρα πιο ανάλαφρο. Μαζί του μιλούσα, έκλαιγα, γελούσα, ούρλιαζα, κι όταν η πινελιά γινόταν πιο απαλή, ησύχαζα. Οι δυο μας, το σκίτσο κι εγώ, παραδεχτήκαμε ότι δεν θα είμαστε ποτέ ξανά οι ίδιοι. Όπως και τόσα άλλα. Αυτό το βιβλίο δεν είναι μια μαρτυρία, πολύ περισσότερο δεν είναι ένα κόμικ – είναι η ιστορία της επανασύνδεσης δυο καλών φίλων, που έπειτα από ένα πρωινό, λίγο έλειψε να μην συναντηθούν ποτέ ξανά».
Με αυτά τα λόγια προλογίζει ο Luz (Ρενάλντ Λουζιέ) την «Κάθαρση», που έχει γίνει μπεστ σέλερ στη Γαλλία. Στις 7 του περασμένου Ιανουαρίου, ο Luz, μέλος της συντακτικής ομάδας του Charlie Hebdo από το 1992, έφτασε στα γραφεία του περιοδικού με μία ώρα καθυστέρηση. Είδε τους δυο νεκρούς αστυνομικούς και τους αδελφούς Κουασί να εγκαταλείπουν πυροβολώντας τον τόπο του εγκλήματος. Κι έπειτα ανέβηκε στην αίθουσα σύνταξης.
Η «Κάθαρση» ανοίγει με τον Luz να επιχειρεί να δώσει κατάθεση. «Μπορώ να έχω ένα φύλλο χαρτί κι ένα μολύβι;». Σκιτσάρει ένα ανθρωπάκι με τεράστια μάτια, ξανά και ξανά. «Ειλικρινά, δεν είδα και πολλά πράγματα…». Το ασπρόμαυρο σκίτσο, αργότερα, όταν θα είναι μόνος, θα διακοπεί από ένα λαμπερό, έντονο, σοκαριστικό κόκκινο. Στις δέκα σύντομες εικονογραφημένες ιστορίες που συνθέτουν την «Κάθαρση», ο Luz αφηγείται την εσωτερική πάλη που έδωσε, επί μήνες, προκειμένου να αναδυθεί από τον ζόφο. Θα τον παρακολουθήσουμε να καταρρέει, να χάνει τον έλεγχο των χεριών του, να νιώθει τον τρόμο σαν ξενιστή που εισχωρεί στο κορμί του και τον περιγελά, τον εξευτελίζει. Θα τον δούμε να σηκώνεται μέσα στη νύχτα, για να κάψει αλλόφρων στον φούρνο παλιά τεύχη του Charlie Hebdo, θα δούμε τους εφιάλτες του, θα τον παρακολουθήσουμε την ώρα που κρατιέται στην πλευρά της ζωής, κάνοντας σπαρακτικά έρωτα στη γυναίκα του.
Ο Luz δεν είναι μόνο θλιμμένος, όμως. Ο πόνος συμβιώνει με τον θυμό, που ωστόσο φιλτράρεται στο ολοζώντανο χιούμορ του: Τα καρέ όπου χλευάζει αλύπητα τις θεωρίες συνωμοσίας γύρω από τους πραγματικούς δήθεν ενόχους της επίθεσης, ή η φανταστική συνομιλία του με έναν φανατικό μουσουλμάνο, ανακαλούν το πνεύμα του Charlie Hebdo. Ο Luz διατηρεί αυτό που μοιραζόταν με τους συναδέλφους του – την απελευθερωτικά ασεβή ματιά του στη ζωή όλων μας. Και ίσως η καλύτερη στιγμή του έρχεται όταν πάνω από τον ανοιχτό τάφο του Charb, αφηγείται στον δολοφονημένο διευθυντή του την κηδεία του, κάνοντας πλάκα σε βάρος όλων των παρευρισκομένων. Φυσικά του περιγράφει και τη δική του ομιλία: «…Πάντως μην ανησυχείς, χρησιμοποίησα τις λέξεις “πούτσος”, “γυμνός” και “μουνί”, ακριβώς λόγω της απευθείας τηλεοπτικής μετάδοσης. Είπα, επίσης, ότι ήσουν ο αγαπημένος μου. Και ξέρεις κάτι; Υπάρχουν άνθρωποι που το πίστεψαν!»
Η «Κάθαρση» δεν θυμίζει τίποτε από ό,τι ήδη γνωρίζουμε. Είναι ένας βαθύς θρήνος, σπαρταριστός μέχρι δακρύων. Και την ίδια ώρα ένας ύμνος στον έρωτα και τη ζωή. Είναι μια αργόσυρτη χειρονομία κατάφασης που σχεδίασε με τρεμάμενο χέρι ένας επιζών.
*Το κείμενο γράφτηκε πριν την τρομοκρατική επίθεση της 13ης Νοέμβρη στο Παρίσι. Η Κατερίνα Οικονομάκου είναι δημοσιογράφος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News