Από προχτές βουίζουνε τα Μέσα και βυσοδομούνε τα διαδίκτυα «ποιος έβγαλε έξω το εκατομμύριο». Κορώνες μελοδραματικές ακούστηκαν και στη Βουλή. Τους εξέθεσε ο «συνάδελφος» και τους πήραν απ’ τα μούτρα οι ντροπές: «Δεν μπορεί να διασύρεται ολόκληρο το Σώμα» είπαν οι ‘αμόλυντοι’ κι απαίτησαν από τον δράστη να φανερωθεί. Εδώ και τώρα, αυτοβούλως.
Λες κι αν τον μάθουνε, κι αυτοί κι εμείς, θ’ αλλάξει τίποτα. Ίσα- ίσα, πάμπολλοι άλλοι θα τρίβουνε, φαντάζομαι, τα χέρια τους που τη γλυτώσανε φτηνά. Αλλιώς, ούτε που νοιάζονται. Αν τους ένοιαζε πραγματικά, θα είχαν κάνει φύλλο και φτερό χρόνια τώρα το «πόθεν» της περιουσίας καθενός τους. Η οψίμως εύθικτη Βουλή θα είχε ξεσκονίσει κινητά κι ακίνητα. Ώστε να μας πουν από πού κι ως πού τα περιουσιακά στοιχεία ολωνών. (Ήδη τους βλέπω, νοερά, να ψιθυρίζουν μεταξύ τους, να σιγοκουβεντιάζουν στο περιστύλιο ή στο καφενείο της Βουλής για ‘τον ανόητο που καρφώθηκε και τους εξέθεσε όλους. Ενώ υπήρχαν τόσες offshore και τόσοι αχυράνθρωποι, τόσα bluechips για να τα βγάλει έξω, δίχως να τον πάρουνε χαμπάρι’).
Τι «έξω» το εκατομμύριο του βουλευτή τι «μέσα», το ίδιο ύποπτο μπορεί να είναι. Σε τι διαφέρει δηλαδή αν το είχε μετατρέψει σε οικόπεδα και διαμερίσματα; Ακούς λχ 50 διαμερίσματα ο κ. Νικολόπουλος, 70 ο κ. Ανδριανός, μαθαίνεις για τα περιώνυμα ακίνητα του Τσοχατζόπουλου και μένεις ενεός. Το φευγάτο εκατομμύριο τού ενός τους μάρανε; (Ναι, κι αυτός. Αλλά και όλοι οι υπόλοιποι).
Όχι, όχι. Καλύτερα να παραμείνει το όνομα του βουλευτή κρυφό. Για να πλανιέται η υποψία πάνω απ’ τα κεφάλια ολωνών. Σαν τη δαμόκλειο σπάθη. Στιγματισμένοι όλοι να κατέβουνε στις εκλογές. Και μ’ αυτό το όνειδος να τολμήσουν να ζητήσουνε την ψήφο μας. Ανυπεράσπιστοι και έκθετοι, και μέχρι τότε να φουντώνει η αποστροφή μας κι η απέχθεια.
Διαφορετικά, αυτός εδώ ο δακτυλοδεικτούμενος θα αποτελέσει το νέο καθαρτήριο, το άλλοθι όλων των άλλων. Και μέσα από τον δικό του διασυρμό θα εξαγνιστούν συλλήβδην οι «μωρές παρθένες», οι καιροσκόποι κι οι σφετεριστές της δημόσιας περιουσίας. Γι’ αυτό σας λέω, όχι. Χίλιες φορές καλύτερα, όχι.
Όσο για μας, υποψιάζομαι ότι η αποκάλυψη του φαντομά θα ικανοποιήσει τη μικροαστική μας μόνο περιέργεια και έτερον ουδέν. Για πολλοστή φορά, αλίμονο, θα χορτάσει μέσα μας το θυμικό μας τέρας και θα κορεστεί η κανιβαλική μας διάθεση. Όπως ακριβώς γινότανε παλιά με τον δακτυλοδεικτούμενο της γειτονιάς: τον λωλό και τον ψωριάρη, την γκαστρωμένη κι αστεφάνωτη. (Μόνο που τώρα η «πομπή» βγαίνει απ’ τα περιορισμένα όρια της γειτονιάς και γίνεται βούκινο απ’ τις τηλεοράσεις).
Ελπίζω όμως, στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, να ξεκολλήσουμε ως λαός από την αδηφάγα περιέργεια της περίκλειστης εκείνης γειτονιάς και τη λογική της κλειδαρότρυπας, με την οποία γαλουχήθηκαν γενιές και γενιές.
Όχι λοιπόν, δεν θέλω να μου πουν το όνομα. Γιατί φοβάμαι τον νωθρό και εύπιστο εαυτό μου, με την έως τώρα χειραγωγημένη κρίση μου και τις ισχνές μου αντιστάσεις. Αυτόν τον εαυτό που θα εφησυχάσει με την αποκάλυψη, για να οδηγηθεί ξανά ως αμνός στις Ειδούς του Απριλίου : σε άλλη μία υποβάθμιση της ζωής του -της ζωής όλων μας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News