Η κυρία Κωνσταντοπούλου, κάλεσε τον κ. Τσίπρα σε ντιμπέιτ! Δεν μου κάνει καμία εντύπωση. Θα μπορούσε να τον καλέσει και σε μονομαχία κάτω από τον ήλιο, σε μπρα ντε φερ, σε αγώνες σκοποβολής, σε οτιδήποτε. Η κυρία Κωνσταντοπούλου, είναι μια βουλευτής σαν δεκάδες άλλες/ους και λογικά δεν νοείται ένας/μια βουλευτής (έστω και αν διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής) να ζητάει ντιμπέιτ μ’ έναν πολιτικό αρχηγό. Αλλά αυτό δεν ισχύει με τη συγκεκριμένη κυρία η οποία -ας μην ξεχνάμε- εκλέχτηκε πρόεδρος με μια πρωτοφανή πλειοψηφία (δεν ήξεραν, δεν ρώταγαν;)
Η κυρία Κωνσταντοπούλου, αποτελεί μια ιδιόμορφη περίπτωση και έχουμε συνηθίσει να την ακούμε να λέει ό,τι νομίζει. Ακόμα και αν πιστεύει ότι είναι η Μαρία Αντουανέτα ή κάποια άλλη ιστορική φυσιογνωμία, δεν νομίζω πως κάνει πια σε πολλούς εντύπωση. Το έχουμε συνηθίσει. Η συμπεριφορά της, η πολιτική της στάση, η άρνησή της να σταθεί πίσω από ένα κοινό μέτωπο κατά των Χρυσαυγιτών, οι μακρόσυρτοι και χωρίς ουσία λόγοι που έβγαζε ως πρόεδρος της Βουλής, η πολιτική της αυταρέσκεια, γενικά όλα όσα αρχικά ακούγαμε και μας ξένιζαν στην διάρκεια του χρόνου, έγιναν κάτι περίπου συνηθισμένο για την πολιτική ζωή. Η παρουσία της και όσα αυτή σηματοδοτούσε, μετατράπηκαν σε μια πραγματικότητα. Και για να συμβεί αυτό, για να μετατραπεί η ιδιόμορφη αυτή συμπεριφορά ως μια «αξιοσημείωτη» πολιτική παρουσία, κυρίαρχο και καθοριστικό ρόλο έπαιξε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και ιδιαίτερα ο πρωθυπουργός αυτής της κυβέρνησης.
Με άλλα λόγια, ο κ. Τσίπρας νομιμοποίησε παρουσίες και πολιτικές συμπεριφορές σαν και αυτήν της κυρίας Κωνσταντοπούλου. Όχι μόνο επειδή την τοποθέτησε σ’ ένα κρίσιμο για την λειτουργία της αστικής μας δημοκρατίας πόστο, όχι μόνο επειδή συμμετείχε ο ίδιος και άρα έμμεσα ενέκρινε πρωτοβουλίες της (όπως η περίφημη επιτροπή για το χρέος), αλλά και επειδή σχεδόν ποτέ δεν εναντιώθηκε έμμεσα ή άμεσα σε δηλώσεις ή ενέργειές της οι οποίες προκαλούσαν μια μικρή ανατριχίλα. Και δεν αναφέρομαι μόνο στον τρόπο με τον οποίο ασκούσε τον ρόλο της σε διαδικασίες της Βουλής ή στην στάση της απέναντι σε εργαζόμενους (που έμειναν χωρίς συμβάσεις και χωρίς χρήματα), αλλά σε ιδιαίτερης σημασίας και συμβολισμού πράξεις της με κορυφαίο όσα έκανε γύρω από το νεοναζιστικό μόρφωμα και τους τότε προφυλακισμένους βουλευτές του.
Όταν η κυρία Κωνσταντοπούλου, έδειχνε τα δόντια της και προκαλούσε αρνητική έκπληξη σε πάρα πολλούς, ο τότε πρωθυπουργός σφύριζε αδιάφορα. Και έχω την εντύπωση πως του προκαλούσαν και ικανοποίηση τα καμώματά της, αφού κερδίζοντας δημοσιότητα με αυτά, η κοινωνία αποπροσανατολιζόταν από τα ουσιαστικά που ήταν κυρίως οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Και η ικανοποίηση, ενδεχομένως να είχε μια επιπλέον αιτία. Δεν χρειαζόταν ο ίδιος να πηγαίνει στη Βουλή και να απαντά στην αντιπολίτευση. «Καθάριζε» η κυρία Κωνσταντοπούλου γι’ αυτόν με την συμπεριφορά της όχι ως εκπρόσωπος ενός θεσμού, αλλά ως μια περίπου αναπληρώτρια πρωθυπουργός.
Υπάρχει ωστόσο αυτή η λαϊκή παροιμία που λέει πως όλα εδώ πληρώνονται. Και τώρα, αυτό ακριβώς συμβαίνει. Ο κ. Τσίπρας, εισπράττει μια συμπεριφορά από την Κωνσταντοπούλου, η οποία δεν διαφέρει από εκείνη που έδειχνε η πρόεδρος της Βουλής στην αντιπολίτευση και ο τότε πρωθυπουργός έμμεσα επιδοκίμαζε. Όσα τώρα αυτή λέει κατά του πρώην αρχηγού της, δεν αποτελούν παρά μια συνέχεια της ίδιας πολιτικής της στάσης. Εκείνης που όταν κρατούσε απέναντι στους πολιτικούς τους αντιπάλους, προκαλούσε τα χαμόγελα Τσίπρα. Δεν έχει τώρα λοιπόν, παρά να εισπράξει και ο ίδιος, όσα επέτρεπε να γίνονται για έξι μήνες. Ακόμα και για το γεγονός ότι κάποιοι εκμεταλλεύονται την παρουσία Κωνσταντοπούλου για να πλήξουν τον κ. Τσίπρα, ο τελευταίος, έχει την πολιτική ευθύνη. Δεν έχει παρά να την υποστεί. Και αυτήν και όσους έχουν συνταχθεί μαζί της, επειδή πιστεύουν ότι μια τέτοια παρουσία έχει σχέση με την αριστερά ή με μια σοβαρή πολιτική πρόταση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News