Δεν χρειαζόταν να προκηρυχθεί δημοψήφισμα για να γίνουμε μαλλιά-κουβάρια με το άλλο μου μισό. Η κατάσταση μεταξύ μας ήταν ήδη τραγική. Όταν γράφω «το άλλο μου μισό», δεν εννοώ τον σύντροφό μου. Κυριολεκτώ. Εννοώ το άλλο μισό του εαυτού μου.
Χρόνια τώρα, κουβαλάω εντός μου το διχαστικό μαρτύριο… Δεν αναφέρομαι στο γελοίο ψηφοδέλτιο της Κυριακής, που θα καταγραφεί ως το πιο κακόγουστο ανέκδοτο στη νεότερη ιστορία της Δημοκρατίας. Αυτές οι ακαταλαβίστικες ελληνοαγγλικούρες, αυτό το κουτοπόνηρο έκτρωμα που σιχαίνομαι και να το διαβάσω, όχι να το νομιμοποιήσω στήνοντας το σαρκίο μου στην ουρά της κάλπης.
Το μυαλό μου συμβουλεύει «ναι» στο ασφαλές ευρωπαϊκό λιμάνι, την ίδια ώρα που τα άντερά μου ουρλιάζουν «όχι» στο καθεστώς του εξευτελισμού και της υποτέλειας. Όλες οι πληροφορίες που συγκεντρώνω, από το 2010, οδηγούν στο συμπέρασμα: Μια άτακτη έξοδος από την κοινή ευρωπαϊκή πορεία είναι το εθνικό ισοδύναμο της ανακούφισης, όταν αφήνεσαι να κοιμηθείς στο χιόνι. Ο πιο γλυκός ύπνος είναι. Κι ο πιο σίγουρος θάνατος.
Την ίδια στιγμή τα σωθικά μου ανακατεύονται από αηδία και αγανάκτηση. Φουντώνουν τα σπλάχνα μου με προσάναμμα την αγανάκτηση των τωρινών εμπειριών, με βραδύκαυστο καύσιμο την οδύνη της κυτταρικής μνήμης. Γιατί επιτρέπεται να αποκαλούνται οι Έλληνες ιστορικά ανεύθυνοι, φυγόπονοι, ζήτουλες και κουτοπόνηροι, ενώ είναι αγένεια άμα τολμήσεις και θυμήσεις το πρόσφατο παρελθόν στις χώρες του Άξονα; Copy-paste της ίδιας σιδερόφραχτης σιγουριάς που επιδεικνύουν την τελευταία δεκαετία, ήταν αυτή με την οποία σήκωσαν το βήμα της χήνας πριν εβδομήντα χρόνια. Διάβασα τις δηλώσεις Σόιμπλε. Αποκάλεσε την Ελλάδα «ασθένεια από την οποία προσπαθούμε να μην μολυνθεί η υπόλοιπη Ευρώπη». (Η πρώτη μου σκέψη ήταν «θα μας κλάσετε μια μάντρα αρχίδια. Σκατοφάρα».) Μιλάμε για τέτοιο επίπεδο πολιτισμού -εντός μου. Κρίμα τα λεφτά του μπαμπά για γαλλικά και πιάνο και σορμπόν ντε, αλλά μέχρι εκεί σε φτάνουν τα ρομποτικά σιχάματα, ποιαν εμένα, μια απόφοιτο καλογραιών, ευχαριστώ.
Δεν χρειαζόμουν το δημοψήφισμα. Τα δύο μου μισά βρίσκονται σε εμφύλιο, εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, επτά μέρες την εβδομάδα, τσακώνονται από το πρωί ως το άλλο πρωί, βγάζουν τ' άπλυτά τους σα γειτόνισσες στη ρούγα. Ρυθμιστικός καταλύτης για να οδηγήσει στη σύνθεσή τους, μια ικανή εθνική ηγεσία. Απουσιάζει. Ή είναι νοθευμένος. Ή, επιεικώς, οι δόσεις του είναι ανεπαρκείς.
Δεν θα την έβγαζα καθαρή αν δεν διάβαζα τα φάρμακά μου, τακτικά και ανά δίωρο: Θουκυδίδης, Σολωμός, Ρήγας, Καβάφης, Σοφοκλής. Σε οξεία φάση, υπογλώσσια Ελύτη, υποδόριο Κάλβο… Α, και τη «Λιτανεία του Φόβου» από το Dune: Αυτή την τελευταία την έχω για φάσεις που είμαι πραγματικά άρρωστη, τύπου εντατικές, χειρουργεία και λοιπές βαρετές μαλακίες. Αλλά στα τελευταία μεγάλα ελληνοζόρια τη χρησιμοποιώ και κατά βούληση.
Το μόνο καλό που μπορώ να βρω σ΄ αυτό το εξαντλητικό εσωτερικό πηγαινέλα, είναι ότι το θεωρώ απανθρωπιά να το εφαρμόσω και στην κοινωνική μου συμπεριφορά. Θα πέθαινα από ντροπή, αν υποδείκνυα σε έναν άνθρωπο που έζησε την υλική και ψυχική εξαθλίωση των τελευταίων ετών να το «ξανασκεφτεί», αν θέλει να ζήσει εντός ή εκτός της ζώνης του Ευρώ. Ό,τι γουστάρει θα σκεφτεί και μαγκιά του.
Επίσης, τον ελάχιστο αυτοσεβασμό που μου έχει απομείνει, δεν θα τον κουρελιάσω κράζοντας χυδαία τους συμπολίτες μου, που τοποθετούνται ξεκάθαρα υπέρ της ευρωπαϊκής συμπόρευσης. Όχι πως είμαι πολύ κυρία και δεν είναι το επίπεδό μου τα καλιαρντά. Πάω και πολύ πιο κάτω (όπως διαβάσετε πιο πάνω). Τέτοιες ώρες, όμως, το μεγαλύτερο έγκλημα πιστεύω πως είναι το ξεκατίνιασμα μεταξύ Ελλήνων, μπροστά στην κοινή μας μοίρα.
Τα δύο μου μισά φρικουλιάζουν παρέα, όταν άνθρωποι που θαυμάζω κράζουν τους αντίθετους, με επιχειρήματα την ηλικία τους, το ύψος ή το βάθος των καταθέσεών τους, το επάγγελμά τους, ή τη γειτονιά στην οποία κατοικούν. Λες και το Αιγάλεω και το Ψυχικό αναπνέουν άλλο αέρα, έχουν άλλον θεό, άλλη πατρίδα, άλλο ζώδιο, ή γεννάνε διαφορετικά παιδιά. Η ανιστόρητη και ημιμαθής προσέγγιση του -σαφώς υπαρκτού και σαφώς άδικου-ταξικού χάσματος, σηκώνει τοξικό νέφος και μολύνει το περιβάλλον που προσπαθεί να καθαρίσει.
Επίσης, όσο και να τα έχω πάρει, δεν θα υποτιμήσω την όποια νοημοσύνη μου, λιντσάροντας τζαμπαμαγκέν και επί πληκτρολογίου τον Αλέξη Τσίπρα. Δεν λέω: Απειρος και επιπόλαιος ο καπετάνιος, το πλήρωμα ό,τι να ΄ναι, αλλά και το βαπόρι; Έτσι όπως το παρέλαβε, δεν το λες και ακριβώς τζιτζί… Έμπαζε από παντού, αστοχίες επί αστοχιών του υλικού, μην ξεχνιόμαστε…
Όχι, δεν χρειαζόμουν το δημοψήφισμα. Είμαι ήδη εξαντλημένη από τη φαρμακερή διχόνοια του εαυτού μου με τον εαυτό του… Δεν μου περισσεύει δηλητήριο για τους υπόλοιπους πατριώτες μου.
Δηλώνω με θάρρος ότι αν υπάρξει σαφής και μαζική λαϊκή ετυμηγορία, προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, αυτή ή όποια Κυριακή, θα βγάλω τον κακό σκασμό και θα τη σεβαστώ.
Υ.Γ.: Αν πρέπει με το στανιό να δηλώσω κάτι δημοσίως για την πρόθεση ψήφου μου, δεν χρειάζεται να το γράψω: Το ζωγράφισε το πενάκι του Αρκά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News