Ούτε ο Σόιμπλε ούτε η Μέρκελ είναι οι καθαροί και «ενάρετοι» ηγέτες που φαίνονται σε πολλούς Ευρωπαίους. Ούτε φυσικά τα γερμανικά δίκτυα. Οπωσδήποτε, και στο δικό τους πολιτικό, μιντιακό και οικονομικό σύστημα, λειτουργεί ο νόμος των «συγκοινωνούντων δοχείων», ώστε να εξασφαλιστεί η ισορροπία των εξουσιών.
Η διαφορά τους, όμως, από τη δική μας «μικροκαπιταλιστική συντεχνία» είναι οι κανόνες που διέπουν τη διαχείριση της διοίκησης και φυσικά τον δημόσιο λόγο. Η στήριξη δηλαδή που δίνει ο Σόιμπλε στους βιομήχανους του Αμβούργου δεν μεταφράζεται σε κρατικοδίαιτο μαύρο χρήμα, χωρίς ανταποδοτικά οφέλη για τη γερμανική κοινωνία. Ανταλλάσουν μεταξύ τους αμοιβαίες «διευκολύνσεις» αλλά ταυτόχρονα απασχολούν και εκατομμύρια εργαζόμενους που δεν επιβαρύνουν τα κρατικά ταμεία.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα μίντια. Στηρίζουν κόμματα και πολιτικούς, προκαλούν με εντυπωσιακές τοποθετήσεις αλλά δεν μπορούν να υπερβούν κάποια επικοινωνιακά όρια. Κι αυτό γιατί σπανίως -ακόμα και σε προεκλογικές περιόδους- η κατάσταση ξεπερνά τις συνηθισμένες συγκρούσεις.
Ποιες είναι ασφαλιστικές δικλείδες που προστατεύουν το πολιτικό σύστημα από τον εξευτελισμό; Η ίδια η κοινωνία ή σύμφωνα με άλλους ο λαός. Γιατί δεν μπορούν εύκολα να τον κοροϊδέψουν. Μπορεί να αρέσκεται στα πρωτοσέλιδα της Bild αλλά ποτέ δεν θα ανεχόταν τις εκατέρωθεν επιθέσεις που αναμεταδίδουν ή υποδαυλίζουν τα δικά μας ΜΜΕ.
Έτσι, λοιπόν, αυτές τις μέρες που χτυπούν τα «τύμπανα του πολέμου» μεταξύ Σόιμπλε και Βαρουφάκη, άρχισε να δημιουργείται μια ασυνήθιστη επικοινωνιακή ατμόσφαιρα στον δημόσιο λόγο. Από τη μια τα γερμανικά δίκτυα κατάλαβαν ότι μπορούν να «πουλήσουν» περισσότερα «στιγμιότυπα» στο σκηνικό ρήξης, και από την άλλη κάποιοι άρχισαν να αντιλαμβάνονται πως τα πράγματα ξεφεύγουν. Ήδη, τρεις δημοσιογράφοι του Spiegel προτείνουν εκατέρωθεν ανακωχή και εγκράτεια στο περιβάλλον του Σόιμπλε. Αλλά και η κοινή γνώμη παρουσιάζει, πλέον, σημάδια κόπωσης από τις συνεχείς αναμεταδόσεις «πολεμικών ανακοινωθέντων».
Το συμπέρασμα είναι ότι έως τώρα, η ρητορική Σόιμπλε και κάποιων άλλων συντηρητικών κύκλων του Μονάχου, εξυπηρετούν το παιχνίδι του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα, τα πολιτικά κέρδη του CDU είναι δυσανάλογα μικρά για μια γερμανική κοινή γνώμη που δεν έχει μάθει να ανταποκρίνεται σε τέτοιες αντιπαραθέσεις. Αντίθετα, στο εσωτερικό της δικής μας πολιτικής πραγματικότητας, σε κάθε δήλωση της «επαναστατικής» κυβέρνησης, δημιουργούνται «ρίγη ενθουσιασμού» και «εθνικής νίκης». Και όσο η «αγέρωχη» πολεμική ρητορική αναπτύσσεται σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον, χωρίς καταστροφικές συνέπειες, τόσο εντείνεται η διάθεση για μεγαλύτερη δαιμονοποίηση των Γερμανών. Έτσι κι αλλιώς, κάθε πυροτέχνημα που εκτοξεύεται από την Αθήνα, προς στιγμήν σβήνει μέσα στο προστατευτικό δίχτυ των Βρυξελλών. Τουλάχιστον για την ώρα…
Άρα, λοιπόν, αν ήμουν στη θέση του Σόιμπλε θα μιλούσα πολύ λιγότερο για τον ΣΥΡΙΖΑ και θα ήμουν πιο εγκρατής στις διατυπώσεις για το ελληνικό ζήτημα. Θα ήταν πολύ σοφότερο για μια γερμανική διοίκηση που θέλει να παίζει καθοριστικό ρόλο στην ΕΕ να μην συμμετέχει αφελώς σε στρατηγικές και τακτικισμούς. Η ζημιά γίνεται και στις δύο κοινωνίες και περισσότερο στην πιο αδύναμη. Εν προκειμένω, στη δική μας που υφίσταται τις «πολεμοχαρείς» διαθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News