Ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, με μακροσκελή τοποθέτησή του, δίνει τη δική του εκδοχή για τα μνημόνια και θεωρεί ότι η έξοδος από το τρίτο θα είναι μετέωρο βήμα αν δεν γίνουν βαθιές προοδευτικές μεταρρυθμίσεις.
Ο κ. Παπανδρέου ασκεί δριμεία κριτική στη ΝΔ για τις ευθύνες της επί κυβέρνησης Καραμανλή και για διόγκωση των ελλειμμάτων. Επικρίνει όμως και τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα (και τον ΣΥΡΙΖΑ) για καλλιέργεια διχαστικού κλίματος και πειραματισμούς στην πλάτη του ελληνικού λαού.
Ο κ. Παπανδρέου παραδέχεται λάθη της κυβέρνησής του τα οποία όμως αποδίδει στο ότι δεν στηρίχθηκαν οι μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν από ορισμένους μέσα στο ΠΑΣΟΚ, ενώ επισημαίνει τον κίνδυνο, την επόμενη μεταμνημονιακή ημέρα, να κυριαρχήσει ο διχασμός «ενώ είναι η ώρα για προοδευτική αλλαγή».
Ορισμένα σημεία της τοποθέτησης του κ. Παπανδρέου:
Είναι ώρα να αναγνωρίσουμε πρωτίστως τις μεγάλες θυσίες του ελληνικού λαού, που συνέβαλε καθοριστικά να μη χρεοκοπήσει η χώρα και να βρεθούμε στην πόρτα της εξόδου από το ευρώ.
Δεν είναι αφορμή για πανηγυρισμούς.
Ισως να βγαίνουμε από την «εντατική», αλλά τώρα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να κοιτάξουμε χωρίς φόβο τις αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση.
Η ρίζα του ελληνικού προβλήματος, παραμένει ενεργή.
Η πορεία απέδειξε ότι οι συντηρητικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, συνεπικουρούμενες από άλλες, ακροδεξιές, ακόμη και νεοναζιστικές δυνάμεις, αλλά δυστυχώς και από δήθεν αριστερές, έδωσαν μάχες οπισθοφυλακής, προκειμένου να μην θιγούν οι στρεβλές δομές που υπηρετούσαν, και σε μεγάλο βαθμό ακόμη συνεχίζουν να υπηρετούν, συγκεκριμένα συμφέροντα και κατεστημένα – που με τη σειρά τους, επανατροφοδοτούν το φαύλο κύκλο ενός παρεοκρατικού, πελατειακού πολιτικοοικονομικού συστήματος.
Οι θυσίες και οι κόποι του ελληνικού λαού, επί εννέα συνεχή χρόνια, συνεχίζουν να τίθενται υπό διαρκή αίρεση, και τα αποτελέσματά τους να παραμένουν ευάλωτα σε μια νέα κρίση.
Η έξοδος από το μνημόνιο μόνον ως αφορμή για μια ουσιαστική αποτίμηση των αιτιών, της διαχείρισης και των συνεπειών της κρίσης προσφέρεται
Με ένα νέο, δικό μας όραμα, με ένα δικό μας σχέδιο, αποτέλεσμα μιας συμφωνίας πολιτικών δυνάμεων και κοινωνικών εταίρων, ιδιοκτησία, κτήμα του κάθε έλληνα πολίτη, που με τη συμμετοχή του στην κοινή προσπάθεια, θα εγγυάται τη βήμα βήμα απελευθέρωσή του από κάθε είδους δεσμά. Εγχώρια ή ξένα.
Για την ελληνική κοινωνία, δυστυχώς, το τέλος των μνημονίων δεν ταυτίζεται με την έξοδο από την κρίση.
Η Ελλάδα, είναι η πρώτη χώρα που μπήκε σε πρόγραμμα προσαρμογής, όταν η διεθνής οικονομική κρίση του 2008-9 χτύπησε την Ευρώπη. Ημασταν ο αδύναμος κρίκος, λόγω της διόγκωσης των δίδυμων ελλειμμάτων από την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή.
Γνωρίζαμε το δομικό πρόβλημα της χώρας. Τον πελατειασμό, το έλλειμμα Δημοκρατίας. Γι’ αυτό και είχαμε πει: η αλλάζουμε ή βουλιάζουμε. Τι δεν γνωρίζαμε; Τη θηριώδη έκταση του δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Αυτό το μάθαμε – και στη συνέχεια ο Ελληνικός λαός, πολύ αργότερα. Γιατί; Γιατί τα «συρτάρια», έκρυβαν πολλές δυσάρεστες εκπλήξεις.
Ευτυχώς, για τη χώρα, δώσαμε, με τις θυσίες του Ελληνικού λαού, μάχη και αποφύγαμε τη χρεοκοπία.
Η Ελλάδα, είναι η τελευταία χώρα που βγαίνει από το πρόγραμμα, μετά την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο. Γιατί;
– Γιατί τη στιγμή της κρίσης, αντί να υπάρξει κλίμα συναίνεσης και να ενώσουμε όλοι τις δυνάμεις μας σε αυτήν την εθνική δοκιμασία, τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, επέλεξαν τη διαίρεση και την άγονη αντιπολίτευση, που οδήγησαν στο διχασμό και το μίσος, με τα γνωστά επακόλουθα το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2011.
– Γιατί η Νέα Δημοκρατία, που με την τότε ηγεσία της διαλαλούσε πως δεν θα συναινούσε στο λάθος, ενώ ακολούθησε τις ίδιες βασικές επιλογές της κυβέρνησής μας, αλλά έχοντας στο μεταξύ προκαλέσει μεγάλα πλήγματα με τη στάση της στην εθνική προσπάθεια, όπως και καθυστερήσεις, ειδικά με τις διπλές εκλογές του 2012, έφερε πολύ πιο επώδυνα μέτρα, και το χειρότερο, ρυθμίσεις ψηφισμένες – ή όχι, από τη Βουλή, που ευνοούσαν συμφέροντα και κατεστημένα. Παράλληλα μάλιστα, αποδόμησε σειρά μεταρρυθμίσεων της περιόδου 2009-11.
– Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ, αντίστοιχα, όταν κέρδισε την εξουσία πέρασε ένα εξάμηνο πειραματιζόμενος στην πλάτη του Ελληνικού λαού, νομίζοντας πως θα εκβιάσει τους Ευρωπαίους, λες και οι προεκλογικές του εξαγγελίες είχαν βάση. Μετά, βεβαίως, όλες αυτές οι υποσχέσεις, αναιρέθηκαν. Αποτέλεσμα, να χαθούν πολλές από τις θυσίες του Ελληνικού λαού, με μια πολιτική που οδήγησε στα capital controls και ένα δημοψήφισμα – δυσφήμιση ενός δημοκρατικού θεσμού. Χάθηκαν εκατοντάδες δισ. Ευρώ, πολύτιμος χρόνος, επλήγη περαιτέρω η αξιοπιστία της χώρας και συνεχίστηκε η καταστροφική για τον τόπο αντίληψη των εύκολων λύσεων.
Η υποστήριξη της λιτότητας από την ΕΕ σε βάρος των μεταρρυθμίσεων, είχε μεγάλο κοινωνικό κόστος για τις χώρες που μπήκαν σε μηχανισμό στήριξης.
Κρίσιμο ζήτημα επίσης, είναι ότι, η απουσία ενός ελληνικού μεταρρυθμιστικού σχεδίου που να στηρίζεται από τις πολιτικές δυνάμεις και τους κοινωνικούς εταίρους, έδωσε τη δυνατότητα στους Ευρωπαίους εταίρους μας, να επιβάλλουν μεταρρυθμίσεις, που σε πολλές περιπτώσεις δεν ανταποκρίνονταν στις δικές μας πραγματικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες.
Αυτό, είχε και μια αρνητική επίπτωση, που προκάλεσε δευτερογενείς αντιδράσεις. Σήμερα, οι πολίτες ακούνε για μεταρρυθμίσεις και το πρώτο που έρχεται στο μυαλό τους, είναι νέα μέτρα και νέα βάρη.
Και όμως, η χώρα έχει ανάγκη από μεταρρυθμίσεις, που να εμπεδώνουν το αυτονόητο. Δηλαδή, μια Δημοκρατία λειτουργική και ουσιαστική. Και αυτό, δεν έχει κόστος. Όπως δεν είχε κόστος, αλλά αντιθέτως οφέλη για το δημόσιο ταμείο και για τον πολίτη, η Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση, η Διαύγεια, το Παρατηρητήριο Φαρμάκων, η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση, το Opengov στις επιλογές ανώτατων στελεχών στη δημόσια διοίκηση κ.λπ.
«Εχουμε μια ευκαιρία»
Εχουμε πάλι μια ευκαιρία να αλλάξουμε τη χώρα, για εμάς και τα παιδιά μας. Να την οικοδομήσουμε σε γερά θεμέλια. Με νέα υλικά και νέες αντιλήψεις, νοοτροπίες, συμπεριφορές.
Βρισκόμαστε σε ένα οριακό σημείο, όπου οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν αδήριτη ανάγκη.
Αν δεν αλλάξουμε εκ βάθρων το κράτος, συνεχίζοντας τις σοβαρές προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, όπως την ηλεκτρονική διακυβέρνηση παντού, αν δεν αλλάξουμε την τοπική αυτοδιοίκηση, το παραγωγικό μοντέλο, και βεβαίως, το πολιτικό σύστημα, αν δεν αλλάξουμε την παιδεία αντί να αποδομούμε εκσυγχρονιστικές αλλαγές, την υγεία φέρνοντας μεγαλύτερη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα, αν δεν διαμορφώσουμε ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος, αν δεν εμπεδωθεί κράτος δικαίου και κοινωνική δικαιοσύνη, θα ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος να βουλιάξουμε και οι κρίσεις να επανέρχονται ως συστημικό φαινόμενο.
Το ότι σήμερα βγαίνουμε από το πρόγραμμα προσαρμογής, είναι ένα βήμα. Βήμα μετέωρο, που μπορεί να αποδειχθεί άλμα στο κενό ή πορεία στο άγνωστο με βάρκα μια φρούδα ελπίδα.
Οπως είχα πει στο Καστελόριζο, τελικός μας στόχος πρέπει να είναι να απελευθερώσουμε τον Ελληνισμό από επιτηρήσεις και κηδεμονίες.
Αυτό το βήμα, δεν θα έχει συνέχεια, αν δεν υπάρξει αλλαγή πορείας.
«Τι πρέπει να κάνουμε»
Αυτήν την ώρα, πρωτεύει, λαμβάνοντας υπόψη τα σκληρά μαθήματα από αυτήν την εθνική δοκιμασία,
– Να προχωρήσουμε σε μια εθνική συνεννόηση, σε συγκεκριμένα βασικά ζητήματα, που θα μας επιτρέψουν να πορευτούμε με ασφάλεια στην επόμενη κρίσιμη φάση. Οι αγορές, που παραμένουν αρρύθμιστες, είναι αμείλικτες, δεν επιτρέπουν εξυπνακισμούς και πειραματισμούς.
– Να προωθήσουμε άμεσα τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, που απαιτούνται.
– Να αγωνιστούμε ενωμένοι για τη μείωση των αδικιών που δημιουργεί η υπερφορολόγηση.
– Να αξιολογήσουμε σωστά τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις, ώστε να ενδυναμώσουμε τη θέση μας στην Ευρώπη και τον κόσμο.
– Να διαμορφώσουμε κλίμα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης για τους επενδυτές.
– Μέλημά μας πρέπει να είναι, η δημιουργία κλίματος εγρήγορσης και συλλογικής δράσης για τη δημιουργία μιας νέας Ελλάδας.
Ενός νέου πατριωτισμού, εξωστρεφούς και παρεμβατικού, στραμμένου προς το μέλλον, όχι φοβικού και με το βλέμμα στο παρελθόν. Όλα αυτά, θα μας επιτρέψουν να επαναδιαπραγματευτούμε με τους εταίρους μας, από καλύτερη θέση και με πολύ καλύτερες προϋποθέσεις. Με ισχυρότερο οπλοστάσιο, αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα.
«Τα λάθη της παράταξής μας»
Βέβαια, θα αναρωτηθεί καλόπιστα κανείς, η δική σας παράταξη, δεν έκανε λάθη; Προφανώς και έκανε. Κατά τη γνώμη μου, το σημαντικότερο είναι, ότι και πριν και μετά τη διακυβέρνηση Καραμανλή, ένα σημαντικό μέρος της Παράταξής μας, δεν στήριξε ίσως και δεν πίστεψε όσο θα έπρεπε στις αλλαγές που είχε ανάγκη η χώρα. Και ακόμη, ότι έτσι παρείχε άλλοθι στις άλλες πολιτικές δυνάμεις, που και πραγματική ευθύνη έχουν και στάθηκαν πάντα απέναντι σε κάθε προσπάθεια αντιμετώπισης των χρόνιων παθογενειών.
Είναι μύθος ότι ο Ελληνικός λαός δεν θέλει ριζικές τομές και ότι ικανοποιείται από το πελατειακό σύστημα
Η αλήθεια είναι ότι, για την ένταξη μας σε μνημόνιο, η ευθύνη ανήκει στη Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή. Για την παράταση της παραμονής μας επί οκτώ χρόνια, η ευθύνη ανήκει στη Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά και στους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ των Αλέξη Τσίπρα και Πάνου Καμμένου.
Αν είχαν επιδείξει κατανόηση ή έστω ανοχή την πρώτη περίοδο της κρίσης, αντί να δηλητηριάζουν την Ελληνική κοινωνία με κηρύγματα μίσους, θα είχαμε προ πολλού βγει από το μνημόνιο, με πολύ πιο ήπια προσαρμογή, πιο μικρό κόστος και κυρίως, με μια άλλη Ελλάδα, ικανή να σταθεί στα δικά της πόδια, στις δικές της δυνάμεις.
Ισως ακόμα πιο σημαντικό, να είχαμε αποφύγει μια κουλτούρα μίσους και πόλωσης που αναπτύχθηκε μεταξύ των Ελλήνων.
Γι’ αυτό και θεωρώ καθήκον μου να επιμείνω: Η χώρα πρέπει να συνεχίσει τις αλλαγές για να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες των καιρών και τις σύγχρονες προκλήσεις. Η δημοσιονομική προσαρμογή και τα πλεονάσματα, στηρίζονται σε πήλινα πόδια. Στην υπερφορολόγηση και σε ένα παραγωγικό μοντέλο που δεν ανταποκρίνεται όπως απαιτείται στις ανάγκες του παρόντος και του μέλλοντος, επηρεασμένο και αυτό από τις πελατειακές αντιλήψεις και πρακτικές, όπως οι θεσμοί και οι δομές.
Χρειάζεται άμεσα, παραγωγή νέου υγιούς πλούτου, που θα προσφέρει βιώσιμες θέσεις εργασίας. Οι χώρες που θα αντέξουν και θα προχωρήσουν μπροστά με αξιώσεις, είναι εκείνες που έχουν λειτουργικούς δημοκρατικούς θεσμούς, ανταγωνιστική οικονομία και εμπεδωμένη κοινωνική συνοχή. Δεν είναι η ώρα για μικροπολιτικές σκοπιμότητες.
Το διακύβευμα είναι εθνικής σημασίας και η πορεία δημοκρατικής ανασύνταξης της χώρας, είναι μακρά και επίπονη. Με πείσμα και αποφασιστικότητα πρέπει να συνεχίσουμε. Είναι η ώρα της προοδευτικής Αλλαγής. Για να διαψεύσουμε το μύθο, να σπάσουμε τον αέναο κύκλο του Σίσυφου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News