Μπορείς να χαρτογραφήσεις το άγνωστο; Η πανδημία ανέτρεψε κάθε είδους πεπατημένη στον τουριστικό οδηγό. Σε ένα καλοκαίρι ανέδειξε νέες ανάγκες, διαφοροποίησε τις προτεραιότητες, διέκοψε τις συνήθειες, επιτάχυνε τις αλλαγές. «Το πιο βασικό συμπέρασμα από το φετινό καλοκαίρι είναι ότι τίποτα δεν είναι σταθερό. Οποιονδήποτε προγραμματισμό και να κάνουμε θα πρέπει να είμαστε ευέλικτοι για να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που έρχονται. Και η ευελιξία πρέπει να είναι τόσο στον τρόπο διαχείρισης του προϊόντος μας – όποιο είναι αυτό – όσο και στον τρόπο αντιμετώπισης των προκλήσεων. Πρέπει ανά πάσα στιγμή να μπορούμε να αλλάξουμε στρατηγική και πολιτική, για να μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί στην αγορά», λέει η Βαρβάρα Αυδή ιδρύτρια και διευθύνουσα σύμβουλος των Ελληνικών Ιστορικών Ξενοδοχείων «Υάδες» και αντιπρόεδρος των Historic Hotels of Europe, με έδρα το Δουβλίνο.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, «αυτό που μας διδάσκει το φετινό καλοκαίρι, είναι ότι πρέπει να αρχίσουμε να βλέπουμε την Ευρώπη ως προορισμό και την Ελλάδα ως μέρος αυτής της οικογένειας. Το staycation που είδαμε σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα, πρέπει να απλωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και νομίζω ότι η τάση για τα δύο – τρία επόμενα χρόνια, μέχρι να επανέλθουν οι μεγάλες αγορές της Αμερικής και της Ασίας στα επίπεδα του 2019, θα είναι περισσότερο «μένουμε στην Ευρώπη». Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε μέρος αυτής της οικογένειας και όχι απλά ένας προορισμός για τους Ευρωπαίους», τονίζει.
Ομως «για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε το σημείο καμπής που βρισκόμαστε τώρα και να φθάσουμε στο αύριο, το βασικό ζητούμενο είναι η ευελιξία, στο πώς θα αναδιαμορφώσουμε και επανασχεδιάσουμε το τουριστικό μας μοντέλο. Κάθε μία επιχείρηση, κάθε προορισμός και η χώρα σαν σύνολο, προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες του επισκέπτη του αύριο. Και εδώ, η όποια κρατική ενίσχυση δοθεί σαν ανακούφιση σε όλες τις επιχειρήσεις που έχουν πληγεί αναμφίβολα αυτό το διάστημα, δεν πρέπει να είναι μόνο για να μπορούμε να βάλουμε πάλι το κλειδί στην πόρτα τον Μάρτιο. Θα πρέπει να αποτελέσει και κίνηση ενίσχυσης, για να μπορέσουν να γίνουν πιο ευέλικτες και ανταγωνιστικές, αυτές οι επιχειρήσεις που θα επιλέξουν να βάλουν το κλειδί στην πόρτα. Η ανακούφιση και μόνο δεν αρκεί. Εδώ χρειαζόμαστε επανασχεδιασμό. Η ανακούφιση δε αυτή θα πρέπει να συνδυαστεί είτε με εκπαίδευση, είτε με νέες και βέλτιστες πρακτικές, για να πάμε στην επόμενη μέρα και στην αλλαγή του τουριστικού μοντέλου», υπογραμμίζει η κυρία Αυδή.
Τι από αυτά που ζήσαμε πρόκειται να μείνει στην τουριστική αγορά; «Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα πάντα αλλάζουν. Υπάρχει μία νέα κανονικότητα. Ο κόσμος είναι πλέον εξοικειωμένος με τα νέα υγειονομικά μέτρα, με τη μάσκα, το θέμα της ασφαλιστικής κάλυψης και της ασφάλειας είναι ζητούμενο και ο πελάτης είναι πολύ πιο υποψιασμένος σε ό,τι έχει να κάνει με τις προκαταβολές και τις επιστροφές χρημάτων για τα ταξίδια του. Ενώ η ασφάλεια και η βιωσιμότητα δεν είναι πια ζητούμενα. Είναι προαπαιτούμενα, για να προχωρήσει κανείς στις διακοπές του».
Μετακινήσεις, προσβασιμότητα, ασφάλεια, αποκτούν άλλη βαρύτητα, δημιουργώντας νέες τάσεις. «Ακριβώς επειδή η μετακίνηση είναι στο τραπέζι, θα δούμε μεγαλύτερης διάρκειας διακοπές σε ένα προορισμό. Αντί να έχει ο μέσος Ευρωπαίος τρία – τέσσερα διαλείμματα μέσα στον χρόνο, θα επιλέγει τα μισά, αλλά με μεγαλύτερη διάρκεια. Και αυτό θεωρώ ότι θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στο city break. Θα πρέπει να το επαναπροσδιορίσουμε. Πρώτον, γιατί οι πόλεις – και οι ευρωπαϊκές – είναι υγειονομικά επιβαρυμένες και δεύτερον γιατί ο επισκέπτης δύσκολα θα διαλέξει έναν προορισμό μόνο για τρεις ή τέσσερις ημέρες».
Διαφοροποιούνται και οι συνήθειες των ταξιδιωτών. «Αυτό που σίγουρα αλλάζει, είναι ότι ο κόσμος κατά τη διάρκεια του lockdown βρήκε νέες συνήθειες. Ξεσκόνισε τα ποδήλατα του ανέβηκε πάνω σε sup, περπάτησε περισσότερο, θυμήθηκε ξεχασμένα χόμπι, όπως η φωτογραφία και η μαγειρική, δουλεύει από το σπίτι. Ολα αυτά πλέον, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι μέρος της καθημερινότητάς μας και αυτού του κόσμου. Δεν θα αλλάξει η επιθυμία του κόσμου για ταξίδι, για εμπειρία, για ανακάλυψη. Αυτό που θα αλλάξει είναι ο τρόπος που το κάνει».
Οι νέες συνήθειες περιστρέφονται γύρω από τη φύση. «Ο δυτικός κόσμος κατά τη διάρκεια του lockdown μπήκε σε μία διαδικασία ενδοσκόπησης και αναζήτησε τι καλύτερο μπορεί να κάνει για την ψυχική και σωματική του υγεία. Αυτά είναι πλέον δεδομένα και ζητούμενα. Ο ταξιδιώτης θα θέλει να συνεχίσει τον νέο τρόπο ζωής που έμαθε και στις διακοπές του (στην Ελλάδα). Δεν θα ικανοποιηθεί μόνο με τον ήλιο και την ξαπλώστρα. Το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι ότι το έχει όλο αυτό. Αρκεί να το βάλουμε σε ένα καλούπι και να το προβάλουμε σωστά», σημειώνει. Τα Ιστορικά Ξενοδοχεία της Ευρώπης ήταν «από τους τυχερούς φέτος, γιατί ο κόσμος ήθελε να επισκεφθεί το πιο απομακρυσμένο, το πιο εξειδικευμένο και τα ξενοδοχεία αυτά είναι πιο κοντά στη φύση». Αυτό όμως δεν αρκεί. «Αυτό που είδαμε φέτος και η προετοιμασία που κάνουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τα επόμενα χρόνια, είναι να βλέπουμε πλέον την Ευρώπη σαν ένα. Αρα θέλουμε τον ευρωπαίο ταξιδιώτη με μεγαλύτερη διαμονή. Και αυτή τη στιγμή όλη μας η στρατηγική στρέφεται στο πώς θα μπορέσουμε να επεκτείνουμε τη διαμονή στα ξενοδοχεία, είτε προτείνοντας τους χώρους μας σαν χώρους δουλειάς (workstations), είτε ξανασχεδιάζοντας κάποια από τα μοντέλα μας και ξενοδοχεία, για να ανταποκριθούν στις ανάγκες του πελάτη του σήμερα και του αύριο».
Για να συμπληρώσει: «Ημουν πεπεισμένη ότι η σεζόν φέτος θα μπορούσε να κρατήσει και τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο. Γιατί οι Ευρωπαίοι μετά από ένα τόσο άσχημο lockdown θα ήθελαν να βρουν την διέξοδο, να έρθουν στην Ελλάδα. Λυπάμαι πολύ που αυτό δεν εξελίσσεται τόσο δυναμικά. Ισως εμείς να μη διαχειριστήκαμε τους προορισμούς μας τόσο καλά όσο το κάναμε κατά τη διάρκεια του lockdown».
Τι έφταιξε; Η διαταραχή στην υγειονομική κατάσταση ή το πώς αντιλαμβανόμαστε τους προορισμούς μας μετά τους μήνες του καλοκαιριού; «Είναι συνδυασμός και των δύο. Και αυτό γιατί εμείς πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ο τουρισμός δεν είναι μόνο αναψυχής. Εχουμε συνηθίσει να μιλάμε για τουρισμό και εναλλακτικές μορφές. Ο τουρισμός είναι ένας. Είναι ένα σύμπλεγμα διαφόρων μορφών που ο επισκέπτης επιθυμεί ανάλογα με τον προορισμό που επισκέπτεται. Και κάθε ο προορισμός έχει τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα. Αλλο η Στερεά Ελλάδα, άλλο τα νησιά. Δεν μπορούμε να πούμε όμως ότι η Στερεά Ελλάδα είναι η εναλλακτική μορφή και τα νησιά η κυρία μορφή τουρισμού. Αν αυτό το είχαμε δουλέψει σωστά σαν χώρα σήμερα δεν θα είχε κλείσει αυτή η σεζόν».
Αρα το ζήτημα είναι στην εικόνα και στο τουριστικό μοντέλο. «Με βάση το τουριστικό μοντέλο, δημιουργούμε την εικόνα. Δεν ξεκινάμε από την εικόνα. Δημιουργούμε το τουριστικό μοντέλο και πάμε προς την εικόνα. Ισως εκεί πρέπει να τοποθετηθεί η παρέμβαση που χρειάζεται από το κράτος και τους φορείς. Αναφέρομαι σε παρέμβαση γιατί το κράτος και οι φορείς θα πρέπει να είναι ο απαραίτητος καταλύτης, ώστε οι τουριστικοί επιχειρηματίες και οι προορισμοί να αναπτύξουν σωστά το μοντέλο που ανταποκρίνεται στον πελάτη του αύριο. Οχι του χθες», τονίζει η αντιπρόεδρος των Ιστορικών Ξενοδοχείων της Ευρώπης. Για να επικαλεστεί τα παραδείγματα χωρών όπως ο Καναδάς και η Ελβετία, όπου τομείς της οικονομίας επιλέγονται στρατηγικά για να αναπτυχθούν (π.χ. αγροδιατροφή, τεχνολογία) και αναζητείται ο τρόπος που θα δεθούν με τον τουρισμό.
«Ετσι αναπτύσσεται σε όλα επίπεδα το τουριστικό μοντέλο. Με βάση τους πυλώνες, τη φιλοσοφία και τις αξίες που έχει θέσει μία χώρα. Εδώ στην Ελλάδα θεωρούμε ότι τουρισμός είναι κατεξοχήν η αναψυχή». Μέχρι σήμερα η βάση του ελληνικού τουριστικού μοντέλου «είναι ο τουρισμός αναψυχής. Αυτή είναι η εικόνα που βγάζουμε προς τα έξω. Οτιδήποτε άλλο, το θεωρούμε εναλλακτική μορφή τουρισμού, άρα ήσσονος σημασίας. Θα πρέπει να ξαναδούμε από την αρχή όλο το μοντέλο, να εξετάσουμε ποια είναι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα ανά προορισμό, πώς όλα αυτά δένουν σε μία δωδεκάμηνη βάση και πώς προβάλλουμε την Ελλάδα σαν «όλο» και όχι μόνο για αναψυχή», εξηγεί.
Παράλληλα πρέπει να καλλιεργηθεί η τουριστική κουλτούρα στο εσωτερικό. «Υπάρχει ένα κενό στην καθοδήγηση. Και αυτό βγήκε φέτος πολύ πιο έντονα από κάθε άλλη χρονιά. Γιατί ο τουρισμός φέτος δεν ήταν στον αυτόματο και είχε πιο πολύ από ποτέ ανάγκη την ενημέρωση και την καθοδήγηση. Οσοι είμαστε μέσα στον τουρισμό, το είδαμε. Είχαμε κλήσεις από μικρομεσαίους ξενοδόχους, σε διάφορες περιφέρειες της Ελλάδας, που ρωτούσαν: «κι εγώ τώρα τι θα κάνω;». Η ενημέρωση είναι χρέος του κράτους και των φορέων προς τις επιχειρήσεις. Δεν είναι τόσο αυτονόητη για όλους», τονίζει. Οι φορείς «οφείλουν να ενημερώνουν τον τουριστικό κόσμο για τις τάσεις στην αγορά, ώστε ο κάθε επιχειρηματίας να μπορεί να αφουγκραστεί τις πληροφορίες, για το τι είναι αυτό που έρχεται. Ειδικά οι πιο μικρές και απομονωμένες επιχειρήσεις δεν ξέρουν τι τους περιμένει. Οχι την επόμενη πενταετία – που θα έχει αλλάξει το τουριστικό μοντέλο – αλλά ακόμα και τον Μάρτιο του ‘21. Από την άλλη, για να μπορέσουν οι κρατικοί φορείς και οι φορείς του τουρισμού να δουν και ποιες είναι οι τάσεις, πρέπει να υπάρχει συνεργασία και σύμπλευση με τις επιχειρήσεις. Γιατί οι επιχειρήσεις αναπτύσσουν τα μοντέλα. Ωστε να μπορέσουμε να χαράξουμε αυτή τη στρατηγική, για την οποία συζητάμε τόσα χρόνια. Η στρατηγική όμως είναι αποτέλεσμα μιας διεργασίας που προκύπτει από την επικοινωνία, την ενημέρωση και τη συνεργασία».
Εξάλλου, το τουριστικό μοντέλο είναι δυναμικό και εξελίσσεται. «Τάσεις που βλέπαμε να έρχονται όπως ο υπερτουρισμός, η βιωσιμότητα, η τεχνολογία και το πάντρεμά της με τον τουρισμό, δεν τα είχαμε αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα, ίσως και γιατί είχαμε την «καλή τύχη» ο τουρισμός στην Ελλάδα να βρίσκεται στον αυτόματο πιλότο. Αυτά ξεκινώντας από την κατάρρευση της Thomas Cook πριν από ένα χρόνο και με την πανδημία όχι απλά ήρθαν, έχουν γίνει προαπαιτούμενα και ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε άμεσα». Για να προσθέσει: «Από το μοντέλο του υπερτουρισμού, πού θα πάμε; Αυτή είναι η στρατηγική που θα έπρεπε να συζητάμε». Με τον συνωστισμό να αποφεύγεται «πώς θα διασφαλίσουμε στον επισκέπτη του 2021 ότι βάζουμε κανόνες και θέτουμε το πλαίσιο, ώστε να μπορεί να επισκεφθεί τους χώρους και προορισμούς με υγειονομική ασφάλεια;»
Οι αλλαγές είναι εμφανείς και στα κανάλια πωλήσεων. «Το Tour operating από την κατάρρευση της Thomas Cook ήδη, ήταν ένα κανάλι πωλήσεων που είδαμε ότι αρχίζει να φθίνει ως προς τη δυναμική του και τις ικανότητες να στηρίξει σε τόσο μεγάλο βαθμό τον ελληνικό τουρισμό. Φέτος το καλοκαίρι είδαμε ότι Online Travel Agents (OTA) πήγαν πολύ καλύτερα, από άλλες χρονιές. Η τεχνολογία είναι εδώ. Το δεδομένο είναι ότι τα κανάλια αλλάζουν. Αυτό σημαίνει ότι ένα μικρό ξενοδοχείο δεν πρέπει να αναλώνεται κάθε χρονιά στο με ποιον θα κάνει συμβόλαιο, αλλά να βάλει την διάσταση του μάρκετινγκ και της προβολής μέσα στην καθημερινότητά του. Αυτό μπορεί να γίνει με τη βοήθεια του προορισμού. Και εκεί έρχονται οι περιφέρειες και οι προορισμοί να στηρίξουν».
Αυτό συνεπάγεται και αλλαγή στους στόχους. Από την ποσότητα, στην ποιότητα, σε προϊόν, υπηρεσίες και επισκέπτες. Ομως «ποιοτικός και υψηλού επιπέδου τουρίστας δεν είναι απαραίτητα αυτός που θα ξοδέψει περισσότερα στη χώρα. Είναι ο συνειδητοποιημένος τουρίστας. Αυτός που επιλέγει το προϊόν συνειδητά και θέλει να το επισκεφθεί και να το βιώσει. Εκεί πρέπει να επενδύσει η Ελλάδα και όλοι οι προορισμοί». Πώς θα γίνει αυτό; «Με την καλύτερη ενημέρωση» για το προϊόν μας στις αγορές.
Γιατί εν τέλει, αυτό «που πρέπει να μετράμε είναι τι αποτύπωμα αφήνει στην τοπική κοινωνία, στην τοπική οικονομία» ο τουρισμός και «πώς βοηθάμε τις τοπικές κοινωνίες να αναπτυχθούν». Το αποτύπωμα στην οικονομία «είναι αυτό που θα δώσει το έναυσμα στις τοπικές κοινωνίες να συνδεθούν περισσότερο με τον τουρισμό και να γίνουν πιο συνειδητοί οικοδεσπότες. Αυτό δημιουργεί ένα νέο σύμφωνο μεταξύ τουρίστα και τοπικής κοινωνίας», καταλήγει η κυρία Αυδή.
Ενός συνειδητοποιημένου τουρίστα και ενός συνειδητού οικοδεσπότη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News