Δύο τα «πολιτικά» δεδομένα στις ΗΠΑ, πολύ εξωτικά για μη Αμερικανούς. Πρώτον, ότι οι επιχειρήσεις έχουν συμφέροντα όπως τα φυσικά πρόσωπα και, συνεπώς, το δικαίωμα να τα υποστηρίζουν χρηματοδοτώντας το πολιτικό προσωπικό που αυτές θεωρούν κατάλληλο να αναπτύξει περαιτέρω τον αμερικανικό καπιταλισμό. Δεύτερον, ότι ο προεκλογικός πόλεμος μέχρι τις κάλπες του Νοεμβρίου θα διεξαχθεί με πυρομαχικά αυτά ακριβώς τα δολάρια, εταιρικά κεφάλαια ιλιγγιώδη, τα οποία «επενδύονται» στα δύο κόμματα εξουσίας.
Φυσικά, τόσο στο «γαϊδούρι» όσο και στον «ελέφαντα» δίνουν μικροποσά και χιλιάδες απλοί Αμερικανοί, φυσικά πρόσωπα μη συγκρίσιμα κατά πάσα έννοια με τους μπίζνεσμαν Κροίσους (στην Ευρώπη θα τους αποκαλούσαμε μεσαία ή και εργατική τάξη χωρίς ταξική συνείδηση). Η Repubblica ασχολήθηκε με το θέμα και μας κατατόπισε ποιος δίνει σε ποιον και πόσα.
Το ρεπορτάζ της άρχισε με την πολιτογραφημένη αμερικανίδα Ισραηλινή Μύριαμ Φάρμπσταϊν-Αντελσον, χήρα του Κροίσου Σέλντον Αντελσον, η οποία για λόγους που σχετίζονται με την εθνική ταυτότητά της και με το πώς αντιλαμβάνεται την κρίση στην Παλαιστίνη (περίπου όπως ο Νετανιάχου) «επενδύει εκατομμύρια δολάρια στον Ντόναλντ Τραμπ, από την περιουσία της που εκτιμάται στα 29 δισ. δολάρια». Για τη χήρα Αντελσον κρίνονται πολλά στις εφετινές κάλπες: «Είναι σίγουρη ότι οι εκλογές του 2024 για τον Λευκό Οίκο είναι η τελευταία πράξη του πολέμου ταυτότητας που άνοιξε το 1933 στην Ευρώπη».
Η Repubblica έγραψε ότι και άλλοι σκέφτονται αναλόγως, όπως ο Στέφεν Σβάρτσμαν, διαχειριστής της Blackstone, ο οποίος ενισχύει τώρα τον Τραμπ, «αν και είχε χαρακτηρίσει τα γεγονότα του Καπιτωλίου, το 2021, εξέγερση». Παλαιότερα ο ίδιος είχε συγκρίνει τα δημοσιονομικά μέτρα του Μπαράκ Ομπάμα με την… εισβολή του Χίτλερ στην Πολωνία.
Το φαινόμενο της σπατάλης δισεκατομμυρίων στην προεκλογική αρένα βαίνει διογκούμενο. Το 2020, στη διαμάχη Μπάιντεν-Τραμπ, τα δύο κόμματα ξόδεψαν πάνω από 14 δισ. δολάρια, ποσό διπλάσιο από εκείνο της προεκλογικής περιόδου του 2016, όταν για την προεδρία αναμετρήθηκαν ο Τραμπ με τη Χίλαρι Κλίντον. «Αυτά τα ποσά αντιστοιχούν στο ΑΕΠ του Νίγηρα και είναι υψηλότερα από το ΑΕΠ της Σομαλίας» σχολίασε το ιταλικό ρεπορτάζ. Τώρα, μέσα σε 24 ώρες από την αποχώρηση του Μπάιντεν, η Κάμαλα Χάρις, σίγουρη ότι θα πάρει το χρίσμα των Δημοκρατικών, συγκέντρωσε 81 εκατ. δολάρια.
Οι πληροφορίες από τα media των ΗΠΑ επιμένουν, πάντως, ότι «μεγάλο μέρος αυτού του ποσού προέρχεται από δωρεές απλών ψηφοφόρων και όχι από Κροίσους». Τα ίδια λένε και στο στρατόπεδο του Τραμπ βέβαια, ότι οι δωρεές προς τους Ρεπουμπλικανούς αυξήθηκαν μετά την απόπειρα δολοφονίας στο Μπάτλερ, με τις περισσότερες να έχουν γίνει «από μη ευπόρους». Η Repubblica υπενθύμισε ότι το 2016 οι Ρεπουμπλικανοί «κέρδισαν τους Δημοκρατικούς και στις δωρεές κάτω των 200 δολαρίων».
Στο πλευρό του Τραμπ στέκεται ο Μπιλ Ακμαν, του Pershing Square Capital, αξίας 10 δισ. δολαρίων. Ο Ντέιβιτ Σαξ και ο Κλάμαθ Παλιχαπιτίγια, επενδυτές στη Σίλικον Βάλεϊ, ανέλαβαν δράση μετά την καταδίκη του Τραμπ από το δικαστήριο του Μανχάταν, οργανώνοντας δείπνα αλληλεγγύης με εισιτήριο εισόδου αξίας 300.000 δολαρίων. Μαζί τους συμπαρατάχθηκαν υπέρ του Τραμπ ο Πίτερ Τιλ, με περιουσιακά στοιχεία αξίας 11 δισ. δολαρίων, και ο Ελον Μασκ, των 250 δισ. δολαρίων, για τον οποίο εγράφη ότι δίνει κάθε μήνα στον Τραμπ 45 εκατ. δολάρια (ο Μασκ διέψευσε αυτό το νούμερο, λέγοντας ότι τα λεφτά είναι οπωσδήποτε λιγότερα).
Υπέρ της Χάρις κινητοποιούνται ως μεγάλοι δωρητές ο Ρέιντ Χόφμαν και ο Αλεξ Σόρος. Ο Χόφμαν είναι συνιδρυτής του Linkedin και ένας από τους μεγιστάνες της ψηφιακής οικονομίας. Εχει ήδη δωρίσει εκατομμύρια στον Μπάιντεν και θα πράξει αναλόγως και με τη Χάρις. Σημειωτόν ότι στήριξε και την εσωκομματική αντίπαλο του Τραμπ, τη Νίκι Χέιλι, η οποία όμως ηττήθηκε στις προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικανών. Ο Σόρος υιός, κληρονόμος της οικογενειακής περιουσίας των 25 δισ. δολαρίων, δηλώνει ότι «ενωμένοι με την Κάμαλα θα νικήσουμε τον Τραμπ» και ζητωκραυγάζει υπέρ του αμερικανικού ονείρου.
Δίπλα στους μπίζνεσμαν Κροίσους και οι χολιγουντιανοί. «Η δισέγγονη του Ντίσνεϊ, Αμπιγκέιλ Ντίσνεϊ, δήλωσε ότι φοβήθηκε την ήττα με υποψήφιο τον Μπάιντεν, όμως πλέον αισιοδοξεί ότι η Χάρις θα νικήσει. Ο Τζορτζ Κλούνεϊ, απογοητευμένος από την πορεία του Μπάιντεν, επέστρεψε δριμύτερος». Και κατέληξαν οι Ιταλοί: «Για τους Κροίσους θα είναι ένας αγώνας για το ποιος θα υπογράψει τις περισσότερες εξαψήφιες επιταγές. Ομως για τους εργαζομένους και τον υπόλοιπο απλό λαό οι δωρεές τους σημαίνουν την απώλεια ενός ημερομισθίου».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News