Οι δεσμοί μεταξύ της Γένοβας του 17ου αιώνα και του Μιζούρι του 20ού αιώνα είναι σχεδόν ανύπαρκτοι. Λαμπρή εξαίρεση… ο φλαμανδός ζωγράφος σερ Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς. Οι Times του Λονδίνου μεταφέρουν την απίθανη ιστορία.
Ενας πίνακας του μεγάλου δασκάλου ανακαλύφθηκε ξανά, αφού είχαν χαθεί τα ίχνη του για 300 χρόνια. Εμφανίστηκε αρχικά πριν από 60 χρόνια στο Μιζούρι, αλλά δεν θεωρήθηκε έργο του Ρούμπενς: πουλήθηκε ακόμη και με ως δημιουργία κάποιου Λοράν ντε λα Χάιαρ πριν από 15 χρόνια, χωρίς ιδιαίτερες φανφάρες.
Τον επόμενο μήνα θα δημοπρατηθεί ως… αυτό που πραγματικά είναι, με την αξία του να υπολογίζεται σε έως και 7 εκατ. ευρώ. «Αυτός ο όμορφα διατηρημένος πίνακας, πλημμυρισμένος από την ιταλική εμπειρία του Ρούμπενς, είναι απόδειξη ότι ακόμη και τα ονόματα μεγάλων καλλιτεχνών μπορούν να χαθούν στην ιστορία» δηλώνει ο Τζορτζ Γκόρντον, πρόεδρος του οίκου δημοπρασιών Sotheby’s.
Ο πίνακας έχει επιβεβαιωθεί ως Ρούμπενς με τη χρήση ακτίνων Χ και μέσω αρχειακής έρευνας του Sotheby’s. Εχει συνδυαστεί με έναν καμβά που ανήκε στους γενοβέζους πάτρωνες του Ρούμπενς, την οικογένεια Σπινόλα. Αναγράφεται στα αρχεία τους, αλλά τα ίχνη της προέλευσης χάνονται στη δεκαετία του 1730.
Δεν πρόκειται μόνο για μια εξαιρετικά απίθανη ανακάλυψη, αλλά και για πολύ σημαντική. Το κομμάτι έχει αντιστοιχισθεί με έναν άλλο Αγιο Σεβαστιανό που ζωγράφισε ο Ρούμπενς για την οικογένεια Κορσίνι, αλλά η εκτεταμένη δουλειά στο νεοανακαλυφθέν έργο επιβεβαίωσε ότι ο πίνακας αποτελεί την κεντρική εκδοχή του.
Οι ακτίνες Χ αποκάλυψαν ότι το τελειωμένο έργο ήταν ζωγραφισμένο επάνω από προηγούμενες εκδοχές, και οι ειδικοί μπορούν να «δουν» τον σπουδαίο καλλιτέχνη να επεξεργάζεται τον τρόπο με τον οποίο θα συνέθετε το έργο τέχνης. Ως εκ τούτου, δίνει μια εικόνα για τη διαδικασία που ακολουθούσε ο Ρούμπενς κατά τα κρίσιμα πρώτα βήματά του στην Ιταλία.
Δεν είναι σαφές πώς ακριβώς ο πίνακας έπεσε στην αφάνεια. Η πρώτη καταγραφή του έγινε το 1655 – 15 χρόνια μετά τον θάνατο του ζωγράφου. Κληροδοτήθηκε από διαδοχικές γενιές της οικογένειας Σπινιόλα και η τελευταία αναφορά του σημειώθηκε σε κληρονομιά μιας κόρης της οικογένειας, το 1731.
Στη συνέχεια τα ίχνη του χάθηκαν. Ισως, μέσω γάμου, ο πίνακας να ξέφυγε από την οικογενειακή γραμμή, και εξέπεσε από τα αρχεία. Το πώς έφτασε από την Ευρώπη του 18ου αιώνα στο Μιζούρι των ΗΠΑ αποτελεί αντικείμενο εικασίας. Εμφανίστηκε, πάντως, εκεί σε μια συλλογή του 1963.
Η πώλησή του το 2008 στον σημερινό ιδιοκτήτη του, ο οποίος δεν κατονομάζεται από τον οίκο Sotheby’s, φαίνεται ότι πυροδότησε μια έκρηξη των εικασιών σχετικά με την πραγματική ταυτότητα του πίνακα. Εμφανίστηκε σε πολυάριθμες εκθέσεις και πριν από μια δεκαετία βρέθηκε στο Μουσείο Rubenshuis (Οίκος του Ρούμπενς), στο Βέλγιο, όπου εκτιμήθηκε ως πιθανός Ρούμπενς – καθεστώς που ίσχυε μέχρι πρόσφατα.
Πραγματικός καταλύτης υπήρξε η επιστροφή του, πέρυσι, στη Γένοβα, για μια έκθεση αφιερωμένη στον ζωγράφο. Ο Γκόρντον, διεθνής ειδικός σε παλιούς δασκάλους της Τέχνης, τον είδε εκεί και πείστηκε πως ήταν γνήσιος. Λίγο αργότερα έτυχε να πέσει πάνω σε έναν γνωστό του, που είχε επίσης επισκεφθεί την έκθεση. Ο Γκόρντον του είπε ότι αυτός ο πίνακας ήταν ο αγαπημένος του από την έκθεση, κάτι που εξέπληξε τον συνομιλητή του.
«Ηταν πολύ περίεργο» θυμάται ο Γκόρντον. «Ο γνωστός μου έμοιαζε μάλλον σοκαρισμένος και άρχισε να φωνάζει “αυτός είναι ο πίνακάς μου”. Δεν είχα ιδέα ότι ήταν ο κάτοχός του. Ετσι άρχισε να κυλάει η υπόθεση». Ο οίκος Sotheby’s εξακολούθησε να ηγείται της έρευνας, ενώ η δημοπρασία θα διεξαχθεί στις 5 του προσεχούς Ιουλίου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News