1206
Ο Τεντ Κατσίνσκι μεταφέρεται στο δικαστήριο μετά τη σύλληψή του, τον Απρίλιο του 1996 | EPA/Oakland Tribune

Πέθανε ο Unabomber, ο ερημίτης βομβιστής που τρομοκράτησε τις ΗΠΑ επί 17 χρόνια

Protagon Team Protagon Team 11 Ιουνίου 2023, 13:47
Ο Τεντ Κατσίνσκι μεταφέρεται στο δικαστήριο μετά τη σύλληψή του, τον Απρίλιο του 1996
|EPA/Oakland Tribune

Πέθανε ο Unabomber, ο ερημίτης βομβιστής που τρομοκράτησε τις ΗΠΑ επί 17 χρόνια

Protagon Team Protagon Team 11 Ιουνίου 2023, 13:47

Ο Θίοντορ «Τεντ» Κατσίνσκι, ο ιδιοφυής μαθηματικός με πτυχίο από το Χάρβαρντ που επί 17 χρόνια τρομοκράτησε τις Ηνωμένες Πολιτείες με τις βομβιστικές του επιθέσεις, πέθανε στη φυλακή το Σάββατο, σε ηλικία 81 ετών.

Το FBI είχε συλλάβει τον διαβόητο Unabomber (Γιουναμπόμπερ) σε μια σκοτεινή καλύβα στα δάση της Μοντάνα, τον Απρίλιο του 1996, αφού είχε σκοτώσει τρεις ανθρώπους και είχε τραυματίσει άλλους 23, από το 1978 έως το 1995, με βόμβες που έστελνε με το ταχυδρομείο.

Ο Κατσίνσκι πέθανε στο ιατρικό κέντρο της ομοσπονδιακής φυλακής στο Μπάντερ της Βόρειας Καρολίνας, όπως ανακοίνωσε η Κρίστι Μπρίσιαρς, εκπρόσωπος του Ομοσπονδιακού Γραφείου Φυλακών.

Βρέθηκε στο κελί του νωρίς το πρωί του Σαββάτου και ο θάνατός του ανακοινώθηκε γύρω στις 8 το πρωί. Για τα αίτια του θανάτου του θα γίνει έρευνα.

Πριν από τη μεταφορά του στην ιατρική μονάδα της φυλακής το 2021, ο Κατσίνσκι κρατείτο στην ομοσπονδιακή φυλακή Supermax στη Φλωρεντία του Κολοράντο, από τον Μάιο του 1998, όταν καταδικάστηκε σε τέσσερις ποινές ισόβιας κάθειρξης, συν 30 χρόνια γιατί είχε θέσει σε συναγερμό τα αμερικανικά πανεπιστήμια, καθώς πολλές από τις επιθέσεις του είχαν στόχο ακαδημαϊκούς.

Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι διέπραξε 16 βομβιστικές επιθέσεις από το 1978 έως το 1995, ακρωτηριάζοντας πολλά από τα θύματά του.

Χρόνια πριν από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και την «μόδα» της αποστολής άνθρακα με το ταχυδρομείο, οι θανατηφόρες αυτοσχέδιες βόμβες του Unabomber άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί ταχυδρομούσαν πακέτα και επιβιβάζονταν σε αεροπλάνα, ενώ τον Ιούλιο του 1995, σταμάτησαν εξαιτίας του οι πτήσεις στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ.

Το FBI στην καλύβα του Κατσίνσκι, στη Μοντάνα, τον Απρίλιο του 1996 – EPA

Τον Σεπτέμβριο του 1995, το FBI ζήτησε από την Washington Post και τους New York Times, να προχωρήσουν σε μία κίνηση που ήταν αντίθετη στις αρχές τους, με την ελπίδα να σταματήσουν τη δράση του, κάτι που τελικά οδήγησε στη σύλληψη του.

Οι μεγάλες εφημερίδες αποφάσισαν να δημοσιευτεί το μανιφέστο του των 35.000 λέξεων με τίτλο «Η βιομηχανική κοινωνία και το μέλλον της» στην Post, στο οποίο ισχυριζόταν ότι η σύγχρονη κοινωνία και η τεχνολογία οδηγούσαν σε μια αίσθηση αδυναμίας και αποξένωσης.

Ο Κατσίνσκι ζητούσε να δημοσιευτεί το μανιφέστο του, λέγοντας ότι έτσι θα σταματήσει τη δράση του.

Το μανιφέστο ξεκινούσε με τη φράση: «Η Βιομηχανική Επανάσταση και οι συνέπειές της ήταν μια καταστροφή για την ανθρωπότητα».

Ο περιβαλλοντικός συντάκτης των New York Times, Κερκπάτρικ Σέιλ, είχε γράψει ότι ο Unabomber «είναι ένας λογικός άνθρωπος και οι βασικές πεποιθήσεις του είναι, αν και όχι mainstream, απόλυτα λογικές».

Η δημοσίευση του μανιφέστου ήταν η αρχή του τέλους για τον Κατσίνσκι. Ο αδελφός του, Ντέιβιντ, και η σύζυγος του Ντέιβιντ, Λίντα Πάτρικ, αναγνώρισαν στο κείμενο το ύφος παλιών γραπτών του Θίοντορ Κατσίνσκι, ο οποίος είχε αποκοπεί από την οικογένεια πριν από δεκαετίες.

Οι δυο τους ενημέρωσαν το FBI, το οποίο αναζητούσε τον Unabomber επί 17 χρόνια στο μακρύτερο και πιο δαπανηρό ανθρωποκυνηγητό στην ιστορία των ΗΠΑ.

Τον Απρίλιο του 1996, το FBI τον βρήκε σε μια καλύβα από κόντρα πλακέ (3 επί 4 μέτρα) έξω από το Λίνκολν της Μοντάνα, χωρίς νερό και ρεύμα, που ήταν γεμάτη με ημερολόγια, ένα κωδικοποιημένο ημερολόγιο, εκρηκτικό εξοπλισμό και δύο ολοκληρωμένες βόμβες.

Αλλά ο Κατσίνσκι, ο οποίος αρχικά θεωρήθηκε ως ριζοσπαστικός περιβαλλοντολόγος, ήταν κυρίως φανατικός εχθρός της τεχνολογίας, την οποία μισούσε.

Οι ακαδημαϊκοί που εξέτασαν το μανιφέστο του είπαν ότι ήταν σύνθεση γραπτών του γάλλου φιλόσοφου Ζακ Ελούλ, του βρετανού ζωολόγου Ντέσμοντ Μόρις και του αμερικανού ψυχολόγου Μάρτιν Σέλιγκμαν.

Ο Κατσίνσκι δεν ήταν ένας αφοσιωμένος επαναστάτης, αλλά ένας εκδικητικός ερημίτης, όπως αναφέρει ο Guardian.

«Σίγουρα δεν ισχυρίζομαι ότι είμαι αλτρουιστής ή ότι ενεργώ για “το καλό” (ό, τι κι αν είναι αυτό) της ανθρώπινης φυλής», έγραφε στις 6 Απριλίου του 1971. «Ενεργώ απλώς από την επιθυμία για εκδίκηση».

Ο Κατσίνσκι δεν ήθελε να τον χαρακτηρίσουν ως ψυχικά άρρωστο στο δικαστήριο, όπως ήθελαν οι δικηγόροι του, και για αυτό προσπάθησε να τους απολύσει. Οταν δεν το κατάφερε, προσπάθησε να κρεμαστεί με τα εσώρουχά του.

Ο Κατσίνσκι τελικά προτίμησε να ομολογήσει την ενοχή του αντί να αφήσει τους δικηγόρους του να τον χαρακτηρίσουν σχιζοφρενή.

«Είμαι σίγουρος ότι είμαι υγιής», είχε δηλώσει στο περιοδικό Time το 1999.

Οι βομβιστικές του επιθέσεις

Ο Τεντ Κατσίνσκι γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1942, στο Σικάγο, γιος πολωνών μεταναστών δεύτερης γενιάς.

Με πολύ υψηλό δείκτη IQ, ο Κατσίνσκι είχε παραλείψει δύο χρονιές στο σχολείο και ξεκίνησε να σπουδάζει στο Χάρβαρντ σε ηλικία 16 ετών. Δημοσίευσε εργασίες του σε γνωστές μαθηματικές επιθεωρήσεις.

Τοποθετούσε τις βόμβες σε καλά σχεδιασμένα κουτιά, τα οποία φρόντιζε να μην έχουν κανένα δακτυλικό αποτύπωμα.

Το FBI τον αποκάλεσε Unabomber επειδή οι βασικοί του στόχοι ήταν πανεπιστήμια και αεροπορικές εταιρείες (universities and airlines).

To 1979, έστειλε ένα δέμα με βόμβα που είχε προγραμματίσει να εκραγεί σε υψόμετρο για να γίνει αυτό μέσα στο αεροπλάνο που θα την μετέφερε.

Πράγματι, εξερράγη σε πτήση της American Airlines, στέλνοντας στο νοσοκομείο 12 ανθρώπους.

Τα τρία του θύματα ήταν ο ιδιοκτήτης καταστήματος ενοικίασης υπολογιστών, Χιου Σκράτον, ο διευθυντής διαφημιστικής, Τόμας Μόσερ και ο λομπίστας της βιομηχανίας ξυλείας, Γκίλμπερτ Μάρεϊ.

Ενας επιστήμονας γενετιστής στην Καλιφόρνια, ο Τσαρλς Επσταϊν και ο ειδικός στην πληροφορική στο Πανεπιστήμιο Γέιλ, Ντέιβιντ Γκέλερντερ, ακρωτηριάστηκαν από βόμβες του με διαφορά δύο ημερών, τον Ιούνιο του 1993.

Ο Μόσερ σκοτώθηκε στο σπίτι του στο Βόρειο Κάλντγουελ του Νιου Τζέρσεϊ στις 10 Δεκεμβρίου 1994, την ημέρα που θα αγόραζε χριστουγεννιάτικο δέντρο με την οικογένειά του.

Η σύζυγός του, Σούζαν, τον βρήκε βαριά τραυματισμένο από τη βόμβα που περιείχε ξυράφια, σωλήνες και καρφιά.

«Τα δάχτυλα στο δεξί του χέρι κρέμονταν. Κρατούσα το αριστερό του χέρι. Του είπα ότι θα ερχόταν βοήθεια. Του είπα ότι τον αγαπώ», είπε η σύζυγός του στο δικαστήριο.

«Οταν ο Κατσίνσκι αύξησε την αποστολή εκρηκτικών μηχανισμών και τις επιστολές του σε εφημερίδες και επιστήμονες το 1995, οι ειδικοί θεώρησαν ότι είχε ζηλέψει την προσοχή που δόθηκε στον βομβιστή της Οκλαχόμα Σίτι, Τίμοθι Μακβέι, ο οποίος είχε ανατινάξει ομοσπονδιακό κτίριο με τεράστια ποσότητα εκρηκτικών, σκοτώνοντας 168 άτομα, ανάμεσά τους 19 παιδιά, και τραυματίζοντας 680.

Μια απειλή του να ανατινάξει ένα αεροπλάνο που θα απογειωνόταν από το Λος Άντζελες το Σαββατοκύριακο της 4ης Ιουλίου του 1995,  υποχρέωσε τις αρχές να σταματήσουν όλες τις πτήσεις και τις αποστολές δεμάτων. Ο Unabomber αργότερα ισχυρίστηκε ότι ήταν «φάρσα».

Πώς τον εντόπισε το FBI

Η Washington Post δημοσίευσε το μανιφέστο του Unabomber κατόπιν προτροπής των ομοσπονδιακών αρχών, αφού ο βομβιστής είπε ότι θα σταματήσει τις τρομοκρατικές ενέργειες αν μία μεγάλη εφημερίδα δημοσιεύσει την πραγματεία του.

Η Λίντα Πάτρικ υποπτευόταν τον κουνιάδο της ακόμη και πριν δει το μανιφέστο και τελικά έπεισε τον σύζυγό της να το διαβάσει.

Μετά από δύο μήνες διαφωνιών μεταξύ τους, έδειξαν μερικά από τα γράμματα του Τεντ Κατσίνσκι στην παιδική φίλη της Πάτρικ, Σούζαν Σουάνσον, ιδιωτική ντετέκτιβ στο Σικάγο.

Αυτή με τη σειρά της τα παρέδωσε στον πρώην εμπειρογνώμονα του FBI, Κλιντ Βαν Ζάντ, ο οποίος τα έδειξε σε ειδικούς αναλυτές.

Αυτοί είπαν ότι όποιος τα έγραψε, είχε επίσης γράψει το μανιφέστο του Unabomber.

«Ηταν ένας εφιάλτης», είπε αργότερα ο Ντέιβιντ Κατσίνσκι. «Ο αδελφός μου ήταν ένας κατά συρροή δολοφόνος, ο πιο καταζητούμενος άνθρωπος στην Αμερική».

Η Σουάνσον επικοινώνησε με έναν φίλο της δικηγόρο, τον Άντονι Μπισκέλι, ο οποίος επικοινώνησε με το FBI.

Ο Ντέιβιντ Κατσίνσκι ήθελε ο ρόλος του να παραμείνει εμπιστευτικός, αλλά ο ρόλος του γρήγορα διέρρευσε.

Ο αδελφός του ορκίστηκε να μην τον συγχωρήσει ποτέ.

Αγνόησε τις επιστολές του, του γύρισε την πλάτη στο δικαστήριο και τον περιέγραψε ως  «Ιούδα Ισκαριώτη που δεν έχει καν το θάρρος να κρεμαστεί».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...