Ενας από τους σημαντικότερους εικαστικούς του 20ου (και του 21ου) αιώνα, ένας πρωτοπόρος και αληθινά παγκόσμιος, δεν είναι πια εδώ. Ο Παναγιώτης Βασιλάκης, ο διεθνούς φήμης γλύπτης που έγινε διάσημος ως Takis, απεβίωσε σε ηλικία 93 ετών. H ειρωνεία είναι ότι αυτές τις ημέρες –και ως τον Οκτώβριο– «τρέχει» με ιδιαίτερη επιτυχία στη φημισμένη Tate Modern του Λονδίνου η τελευταία έκθεση του Takis.
Τον περασμένο Φεβρουάριο είχε αναγορευτεί σε επίτιμο διδάκτορα της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, ένα απίστευτο ακαδημαϊκό παράσημο, δεδομένου ότι ο επαναστάτης της φόρμας Takis υπήρξε και αυτοδίδακτος!
Tην είδηση του θανάτου του ανακοίνωσε το Ίδρυμα Τάκις, το οποίο στο σημείωμά του στα social media το πρωί της Παρασκευής, ανέφερε:
«Με βαθιά θλίψη το Ίδρυμα Τάκις ανακοινώνει την απώλεια του διεθνούς γλύπτη Παναγιώτη Βασιλάκη, γνωστό ως Takis
Ενας αληθινός πρωτοπόρος, επαναστάτης και θρύλος. Θα μείνει για πάντα αλησμόνητος.
Ενα παραγωγικό και δημιουργικό μυαλό, του οποίου η εφευρετικότητα, το πάθος και η φαντασία ήταν αστείρευτα, ο Τάκις διερεύνησε πολλούς καλλιτεχνικούς και επιστημονικούς ορίζοντες, όπως μεταξύ άλλων τη μουσική και το θέατρο, και επαναπροσδιόρισε τα όρια στην σύγχρονη τέχνη.
Χάρη στην πολυδιάστατη δημιουργική ιδιοφυΐα του, τη γενναιοδωρία του και την εξαιρετική του διαίσθηση, ο Τάκις ήταν μπροστά από την εποχή του, γεγονός που συνέβαλε στη διεθνή του επιτυχία. Σήμερα, χάσαμε όλοι ένα εξαιρετικό πνεύμα. Το Ίδρυμα Τάκις εκφράζει στα μέλη της οικογένειά του, στους συγγενείς και τους φίλους του τα βαθύτατα συλλυπητήριά του. Ο μεγαλύτερος φόρος τιμής που μπορούμε να αποτίσουμε σήμερα είναι να συνεχίσουμε να ακολουθούμε το οραματιστικό του μονοπάτι, όπου -παραθέτοντας τα λόγια του Τάκι- «όλα είναι μυαλό και κίνηση», έτσι ώστε να διαιωνιστεί η μοναδική του κληρονομιά.
Σας ευχαριστούμε που σέβεστε την ιδιωτικότητα που απαιτείται σε μια τέτοια στιγμή».
Εργα του Takis εκτίθενται αυτήν την περίοδο στο Tate Modern Museum που τον περιγράφει: ένας γλύπτης του μαγνητισμού, του φωτός και του ήχου, αναζητά την ουσιαστική ποίηση και την ομορφιά του ηλεκτρομαγνητικού σύμπαντος.
H έκθεση που εγκαινιάστηκε στις 3 Ιουλίου διαρκεί ως τις 27 Οκτωβρίου 2019.
Σε μήνυμά της για την απώλεια του Takis, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη ανέφερε:
«Για περισσότερα από 70 χρόνια, ο Τakis υπήρξε πρωτοπόρος, ένας καλλιτέχνης που ποτέ δεν σταμάτησε να έχει μία ακόρεστη, παιδική περιέργεια για τις δυνάμεις του σύμπαντος. Τα γλυπτά του ήταν αποτέλεσμα αδιάκοπης έρευνας της τεχνολογίας, του μαγνητισμού και του φωτός, με επιρροές από την κλασική γλυπτική και την αφαίρεση του μοντερνισμού. Ο Takis διαμόρφωσε ένα ξεκάθαρο προσωπικό στίγμα, ένα καλλιτεχνικό ιδίωμα που δεν θα μπορούσε να ανήκει σε κανέναν άλλο. Η “ζωντανή”, κινητική τέχνη του αποτελεί η ίδια ένα φαινόμενο, που εξακολουθεί να μαγεύει τους επισκέπτες των σημαντικότερων μουσείων Σύγχρονης Τέχνης του κόσμου και κάνει την Ελλάδα υπερήφανη. Ευτύχησε να μάθει τη μεγάλη επιτυχία της αναδρομικής του έκθεσης στην Tate Modern του Λονδίνου, ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της χρονιάς παγκοσμίως, σε ό,τι αφορά τις εικαστικές τέχνες. Εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στους οικείους του»,
Η βιογραφία του είναι ένα αληθινό έπος της εικαστικής τέχνης. Εισήγαγε την κινητική τέχνη και τη συνδύασε με την επιστήμη. Ηταν αυτοδίδακτος. Ηταν καινοτόμος. Ηταν ως τώρα ένας σύνδεσμός μας με μια εποχή που χάνεται, αυτή πριν από τον πόλεμο, ήταν ο τελευταίος εκπρόσωπος μιας θρυλικής γενιάς ελλήνων εικαστικών –από τον μεγάλο Νίκο Κεσανλή και τη Χρύσα, ως τον Γιάννη Κουνέλη και τον Νίκο Χατζηκυριάκο Γκίκα– που έφτασαν με τις δημιουργίες τους ως τα πέρατα του κόσμου.
Διαβάζει κανείς στη βιογραφία του, στο Takis Foundation:
Πρωτοπόρος της κινητικής τέχνης, ξεδίπλωσε το καλλιτεχνικό του ταλέντο μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και επιβλήθηκε προσφέροντας μια διαφορετική προσέγγιση της κινητικής τέχνης. Καλλιτέχνης αυτοδίδακτος εκ πεποιθήσεως, κατάφερε να δημιουργήσει μια άρρηκτη σύνδεση ανάμεσα στην τέχνη και τις επιστήμες συνδυάζοντας στοιχεία της φύσης και της φυσικής στη γλυπτική του. Ο Takis ως «ακάματος δουλευτής των μαγνητικών πεδίων …» εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να πειραματίζεται και να δημιουργεί κινητικά έργα τέχνης που έχουν εμπνεύσει ζωγράφους, γλύπτες και ποιητές της γενιάς του αλλά και συγχρόνους του.
Γεννήθηκε το 1925 στην Αθήνα. Η παιδική του ηλικία και η εφηβεία του σημαδεύονται από αλλεπάλληλους πολέμους από τους οποίους η Ελλάδα υπέφερε όπως η Γερμανική και Ιταλική κατοχή και ο Εμφύλιος πόλεμος. Η οικονομική ευμάρεια της οικογένειάς του είχε πληγεί ήδη από το 1922 , δηλαδή την περίοδο της Μικρασιατικής καταστροφής.
Ξεκινά την καλλιτεχνική του πορεία σε ηλικία περίπου 20 ετών, παρά το γεγονός ότι η οικογένειά του δεν αποδεχόταν την κλίση του προς τις καλές τέχνες, σε ένα υπόγειο εργαστήρι, όταν έρχεται σε επαφή με τα έργα του Πικάσο και του Τζιακομέτι. Το 1952 δημιουργεί το πρώτο του ατελιέ με τους παιδικούς του φίλους και καλλιτέχνες Μίνω Αργυράκη και Ραϋμόνδο στην περιοχή της Ανάκασας. Τα πρώτα έργα του Τάκι είναι προτομές από γύψο και γλυπτά από σφυρήλατο σίδηρο εμπνευσμένα και από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό αλλά και από καλλιτέχνες όπως ο Πικάσο και ο Τζιακομέτι.
Στα τέλη του 1953 αναχωρεί για το Παρίσι. Το 1954, φτάνοντας στο Παρίσι εντάσσεται για λίγους μήνες στο ατελιέ του Μπρανκουζί. Τα τρία περίπου επόμενα χρόνια ταξιδεύει και ζει ανάμεσα στο Παρίσι και στο Λονδίνο, όπου εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του κινητικά έργα. Eντυπωσιασμένος από τα ραντάρ, τις κεραίες και τα τεχνολογικά κατασκευάσματα που κοσμούν τον σιδηροδρομικό σταθμό στο Καλέ της Γαλλίας, εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του Σινιάλα, τα οποία ενώ στην αρχή είναι άκαμπτα και έχουν φωτεινά σήματα στην κορυφή τους, σταδιακά αλλάζουν μορφή. Στην κορυφή τους τοποθετούνται πυροτεχνήματα μέσω των οποίων πραγματοποιεί διάφορα street art happenings στις πλατείες του Παρισιού, αποκτούν ευελιξία, κοσμούνται με τα λεγόμενα «objets trouvés», λικνίζονται χάρη στην πνοή του ανέμου ενώ όταν κρούουν μεταξύ τους παράγουν μοναδικούς ήχους δίνοντας την αίσθηση της δόνησης των χορδών και της μελωδίας της άρπας.
Από το 1955 και μέχρι το τέλος του 1965 ο Takis, ως καλλιτεχνική διάνοια ήδη από τότε, πειραματίζεται με όλα τα στοιχεία του περιβάλλοντος και της φύσης τα οποία μας περιβάλλουν, αλλά αδυνατούμε να εντοπίσουμε με γυμνό μάτι. Αυτά τα στοιχεία θα αποτελέσουν τη βάση της καλλιτεχνικής του πορείας και εξερεύνησης καθώς χάρη σε αυτά διακρίνεται, ξεχωρίζει και καινοτομεί. Εξερευνά τις μαγνητικές δυνάμεις και την ενέργεια των μαγνητικών πεδίων τα οποία αποτελούν ένα από τα θεμέλια του έργου του στην καλλιτεχνική του έρευνα. Πειραματίζεται με τον ηλεκτρισμό, τον ήχο και το φως όπως και άλλοι καλλιτέχνες της γενιάς των Νεο-Ρεαλιστών της δεκαετίας του 1960 στο Παρίσι. Έτσι, μέσω της τέχνης του καθιστά ορατά όλα αυτά τα αόρατα στοιχεία. Επηρεασμένος από όλα όσα αναφέρθηκαν αλλά και από τις κοσμικές δυνάμεις και την επικοινωνία με το υπερπέραν δημιουργεί Τηλεγλυπτά και Τηλεπίνακες, Τηλεφώτα, Καντράν, Μουσικά. Την περίοδο εκείνη ταξιδεύει αρκετά συχνά σε όλα τα μεγάλα καλλιτεχνικά και μητροπολιτικά κέντρα του κόσμου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρώτο του ταξίδι του στις ΗΠΑ το 1961 όπου γνωρίζει τον μετέπειτα φίλο του Marcel Duchamp.
Χρονιά ορόσημο της περιόδου εκείνης αποτελεί το 1960, όταν ο Takis πραγματοποιεί την performance L’Impossible – Homme dans l’Espace (Το Αδύνατον – Ο Άνθρωπος στο Διάστημα) σε συνεργασία με το φίλο του Νοτιοαφρικανό ποιητή Sinclair Beiles. Η performance πραγματοποιήθηκε στην γκαλερί Iris Clert στο Παρίσι, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Sinclair Beiles διάβασε το περίφημο μαγνητικό του μανιφέστο: «Είμαι γλυπτό…Υπάρχουν κι άλλα γλυπτά σαν εμένα. Η κύρια διαφορά είναι ότι δε μπορούν να μιλήσουν…Θα ήθελα να δω όλες τις πυρηνικές βόμβες στη Γη να μετατρέπονται σε γλυπτά …» και «εκτοξεύεται στον αέρα» στιγμιαία αιωρούμενος από το μαγνητικό πεδίο ενός μαγνήτη που συνδέεται με τη ζώνη του.
Το 1968 μετακομίζει στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ όπου προσκαλείται με υποτροφία ως ερευνητής από το πανεπιστήμιο του ΜΙΤ και πιο συγκεκριμένα από το Κέντρο Προηγμένων Οπτικών Μελετών. Εκεί δημιουργεί μια σειρά από Ηλεκτρομαγνητικά γλυπτά. Μελετά την υδροδυναμική ενέργεια και δίνει μορφή στην επινόησή του με τίτλο Υδροδυναμική της Θαλάσσιας Ταλάντωσης, ενώ παράλληλα εμπνέεται και μια σειρά από Υδρομαγνητικά γλυπτά. Ριζοσπαστικός και ανατρεπτικός, συνιδρύει την περίοδο εκείνη την Ένωση Art Workers Coalition με σκοπό την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των καλλιτεχνών ενάντια στην εκμετάλλευσή τους από τους γκαλερίστες, τους εικαστικούς επιμελητές και τα μουσεία. Χαρακτηριστικό γεγονός αποτελεί η εφόρμισή του στο Mουσείο Μοντέρνας Τέχνης με σκοπό να αποσύρει ένα έργο του πριν προλάβει η ασφάλεια του Μουσείου να αντιδράσει. Η συμβολική του αυτή κίνηση γίνεται πρωτοσέλιδο στους New York Times.
Το 1974, έχοντας πλέον επιστρέψει και πάλι στο Παρίσι, ξεκινά να δημιουργεί τα Ερωτικά του γλυπτά. «La force d’attraction est le denominateur commun du magnétisme et de l’érotisme. En 1974, Takis en fait l’equitation dans une série de bronzes réalisés a partir de moulages» (Takis, monographies, Érotique, p.203).
Το 1986 επιστρέφοντας στην Ελλάδα ιδρύει το Κέντρο Ερευνών για την Τέχνη και τις Επιστήμες (KETE) στο Γεροβουνό Αττικής, του οποίου τα επίσημα εγκαίνια πραγματοποιούνται το 1993.
Όντας καλλιτέχνης πολυσχιδής, επιβάλλεται με την περίφημη Τέταρτη Διάσταση, μια αόρατη δύναμη που δημιουργείται από τα μαγνητικά πεδία που μας περιβάλλουν και διαχέονται στο χώρο.Παρά το γεγονός ότι είναι αναγνωρισμένος για τα κινητικά του γλυπτά, ο Takis πρωτοπορεί και στη δημιουργία σκηνικών, στη μουσική επιμέλεια θεατρικών παραστάσεων και performances. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι συνεργασίες με τον Κώστα Γαβρά για την ταινία Section Spéciale (Ειδικό Δικαστήριο) το 1975, με τον Μιχάλη Κακογιάνη για την παράσταση Ηλέκτρα του Σοφοκλή στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου το 1983 καθώς και την παράσταση Τρωάδες, με το Nam June Paik το 1979, με τη Joelle Léandre και τη χορεύτρια Μάρθα Ζιώγα για την performance με τίτλο Ligne Parallèle Erotique (Παράλληλη Ερωτική Γραμμή) το 1986 καθώς και με τη Βαρβάρα Μαυροθαλασσίτη για την performance «Isis Awakening» (Το ξύπνημα της Ίσιδος) το 1990.
Συνολικά, καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του, ο Takis συνεχίζει να διερευνά τα όρια και τα σημεία τομής της καλλιτεχνικής και επιστημονικής αντίληψης, καθώς και της μουσικής, των ήχων και ιδιαίτερα των εικόνων που βρίσκονται σε κίνηση.
Καλλιτέχνης σύγχρονος και πρωτοποριακός, ο Takis ακολουθεί μια καλλιτεχνική πορεία που εκτίθεται στις τέσσερις γωνιές του κόσμου, με ρίζες σε μια γλυπτική παράδοση η οποία κυμαίνεται από την αρχαία ελληνική γλυπτική, τον Giacometti και φθάνουν στα τεχνολογικά αντικείμενα και κατασκευάσματα της σύγχρονης εποχής. Τα έργα του κοσμούν τις μόνιμες συλλογές των σπουδαιότερων μουσείων του κόσμου όπως το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης George Pompidou στο Παρίσι, το ΜΟΜΑ και το Guggenheim Museum της Νέας Υόρκης, τη De Menil Collection στο Χιούστον, την Tate Modern του Λονδίνου, την Peggy Guggenheim Collection στη Βενετία. Στη Γαλλία, το Μουσείο του Jeu de Paume, το Palais de Tokyo και το Fondation Maeght έχουν οργανώσει μεγάλες αναδρομικές εκθέσεις αφιερωμένες στον καλλιτέχνη. Το έργο του επίσης εκτίθεται στους κήπους της UNESCO στο Παρίσι και στην περιοχή της La Défense, όπου η γαλλική κυβέρνηση του παραχωρεί τον μεγαλύτερο δημόσιο χώρο που δόθηκε ποτέ στην ιστορία του Παρισιού σε καλλιτέχνη, 3500 τμ για ένα «δάσος» από 49 Φωτεινά Σινιάλα. Έχει επίσης συμμετάσχει δύο φορές στη Documenta στο Κάσελ, μια φορά στην Biennale της Βενετίας και το 1985 στην Biennale του Παρισιού όπου τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο. Το 2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποδίδει στο Κ.Ε.Τ.Ε. τιμητική πλακέτα για την προσφορά του καλλιτέχνη στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για τα έργα του με τίτλο Ηλεκτρικά Βαρέλια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News