1077
Η μεγάλη τρύπα του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική εκθέτει ζώα και φυτά σε υψηλή υπεριώδη ακτινοβολία, με ανυπολόγιστες ακόμη συνέπειες | Emiliano Cimoli/University of Wollongong

Γιατί τα ζώα στην Ανταρκτική καίγονται από τον ήλιο;

Protagon Team Protagon Team 1 Μαΐου 2024, 11:50
Η μεγάλη τρύπα του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική εκθέτει ζώα και φυτά σε υψηλή υπεριώδη ακτινοβολία, με ανυπολόγιστες ακόμη συνέπειες
|Emiliano Cimoli/University of Wollongong

Γιατί τα ζώα στην Ανταρκτική καίγονται από τον ήλιο;

Protagon Team Protagon Team 1 Μαΐου 2024, 11:50

Μελέτη που δημοσιεύεται στο Global Change Biology διαπιστώνει ότι η τρύπα του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική όχι απλώς υπάρχει, αλλά επηρεάζει την περιοχή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε σύγκριση με το παρελθόν, με αποτέλεσμα η πανίδα αλλά και η χλωρίδα να εκτίθενται σε υψηλή ηλιακή ακτινοβολία, με ανυπολόγιστες ακόμη επιπτώσεις.

Με άλλα λόγια, πλέον τα ζώα της περιοχής κινδυνεύουν να… καούν από τον ήλιο, με τους επιστήμονες να ανησυχούν κυρίως για την όρασή τους, ενώ τα φυτά υπαναπτύσσονται στην προσπάθειά τους να προστατευτούν από την ακτινοβολία.

Μέχρι πρότινος η επίδραση της τρύπας του όζοντος κορυφωνόταν συνήθως τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, όταν τα περισσότερα χερσαία φυτά και ζώα κρύβονται κάτω το χιόνι και τα θαλάσσια ζώα προστατεύονται από τον θαλάσσιο πάγο.

Ομως η νέα μελέτη διαπιστώνει ότι η περίοδος αυτή διαρκεί τώρα μέχρι τον Δεκέμβριο – το καλοκαίρι της Ανταρκτικής. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι σε αυτό συνέβαλαν σημαντικά οι άνευ προηγουμένου πυρκαγιές στην Αυστραλία την περίοδο 2019-2020, εξαιτίας των οποίων παρήχθησαν τεράστιες ποσότητες καπνού.

«Τον Δεκέμβριο όλα στην Ανταρκτική είναι εκτεθειμένα και πιο ευάλωτα» δήλωσε στο BBC η Σάρον Ρόμπινσον, καθηγήτρια Βιολογίας με ειδίκευση στην κλιματική αλλαγή στο Πανεπιστήμιο του Γουόλονγκονγκ και επικεφαλής της μελέτης.

Η καθηγήτρια Σάρον Ρόμπινσον (αριστερά) με έναν συνεργάτη της παρατηρούν τα βρύα της Ανταρκτικής (Εmiliano Cimoli/University of Wollongong)

Τον Δεκέμβριο στο Νότιο Ημισφαίριο ο ήλιος είναι πολύ ψηλότερα στον ουρανό και η ακτινοβολία που φτάνει στη γη είναι υψηλότερη. Υπολογίζεται ότι τα ζώα και τα φυτά της Ανταρκτικής εκτίθενται σήμερα σε υπερδιπλάσια υπεριώδη ακτινοβολία από ό,τι στη δεκαετία του 1970, όταν δηλαδή δεν υπήρχε τρύπα του όζοντος…

Η αρχή του καλοκαιριού είναι η περίοδος αναπαραγωγής για πιγκουίνους και φώκιες και η ακραία έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα επιζήμια για τους νεοσσούς πιγκουίνους και τα νεογνά φώκιας.

Η αρχή του καλοκαιριού είναι η περίοδος αναπαραγωγής για πιγκουίνους και φώκιες στην Ανταρκτική και η ακραία έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία θα μπορούσε να είναι επιζήμια για τα μικρά (Emiliano Cimoli/University of Wollongong)

Η υπεριώδης ακτινοβολία του ήλιου (UV-A και κυρίως UV-B) έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος καθώς και με άλλα προβλήματα υγείας στους ανθρώπους.

Η Ρόμπινσον αναφέρει πως ακόμη δεν είναι σαφές το πώς και πόσο αυτή η ακτινοβολία επηρεάζει την υγεία των ζώων, αν και εκτιμάται ότι το δέρμα και τα φτερά ζωών όπως οι φώκιες και οι πιγκουίνοι παρέχουν προστασία. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, σύμφωνα με την καθηγήτρια, είναι τυχόν βλάβες στα μάτια των ζώων εξαιτίας της ηλιακής ακτινοβολίας.

Στη μελέτη, η Ρόμπινσον και οι συνεργάτες της ανέλυσαν όλες τις έρευνες που αφορούν την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας στα φυτά και τα ζώα της Ανταρκτικής.

Διαπίστωσαν ότι τα φυτά αναπτύσσουν μηχανισμούς αυτοπροστασίας από τον ήλιο, συνθέτοντας ειδικές χημικές ενώσεις. Αυτό όμως έχει επίπτωση στη συνολική ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό τους, υποστηρίζουν οι επιστήμονες.

Την ίδια ώρα η μελέτη εντόπισε ενδείξεις ότι η αυξημένη υπεριώδης ακτινοβολία βλάπτει το φυτοπλαγκτόν και το ζωοπλαγκτόν στη θάλασσα της Ανταρκτικής. Προκειμένου να αποφύγει την ακτινοβολία, το ζωοπλαγκτόν –που τρέφεται με φυτοπλαγκτόν και αποτελεί το θεμέλιο της τροφικής αλυσίδας στην Ανταρκτική– κινείται βαθύτερα στον ωκεανό για να αποφύγει τις ακτίνες UV, κάτι που επηρεάζει αρνητικά τη διατροφή των μεγαλύτερων ζώων.

Τα CFCs και το χρονικό της καταστροφής του όζοντος

Το όζον αποτελεί ένα από τα συστατικά της γήινης ατμόσφαιρας και παρ’ όλο που αντιπροσωπεύει μικρό µόνο ποσοστό των συστατικών της, αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την ύπαρξη ζωής πάνω στον πλανήτη. Σύμφωνα με την Greenpeace οι υψηλότερες συγκεντρώσεις όζοντος παρατηρούνται στη στρατόσφαιρα σε ύψος 20-25 χλμ. Ακόμη και εκεί όμως, µόνο 1 στα 100.000 µόρια αέρος είναι όζον. Αν όλο το όζον της ατμόσφαιρας συγκεντρώνονταν σε ένα λεπτό στρώμα γύρω από τη Γη, αυτό δεν θα ξεπερνούσε τα 3 χιλιοστά σε πάχος. Και όμως, το λεπτό αυτό στρώμα µας προστατεύει από τις επικίνδυνες υπεριώδεις ακτινοβολίες.

Το όζον στην ατμόσφαιρα διασπάται όταν απορροφήσει υπεριώδη ακτινοβολία. Αυτή η φυσική διαδικασία διαταράσσεται από την παρουσία ρύπων. Το χλώριο και το βρώμιο επιταχύνουν τη διάσπαση των µορίων όζοντος, καταστρέφοντας έτσι τη στοιβάδα του και δημιουργώντας τη λεγόμενη τρύπα του όζοντος.

Οι χλωροφθοράνθρακες (CFCs) είναι μια ομάδα ενώσεων που αποτελούνται από άτομα χλωρίου, φθορίου και άνθρακα. Είναι µη-τοξικά, δεν αντιδρούν µε το νερό, δεν είναι εύφλεκτα και δεν απαντώνται στη φύση. Πρωτοδηµιουργήθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και στη δεκαετία του 1930 άρχισαν να χρησιμοποιούνται ως ψυκτικά υγρά σε ψυγεία αντικαθιστώντας την αμμώνια, ενώ 20 χρόνια αργότερα μπήκαν στα αεροζόλ και σε μια σειρά από άλλες χρήσεις.

Το 1973 δύο επιστήμονες τάραξαν την υπερ-κερδοφόρα αγορά των CFCs, ανακοινώνοντας ότι απελευθερώνουν οξείδια του χλωρίου στη στρατόσφαιρα, καταστρέφοντας το προστατευτικό στρώμα του όζοντος.

Η τρύπα της Ανταρκτικής

Το 1982, βρετανοί επιστήμονες παρατήρησαν μειώσεις στις συγκεντρώσεις του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική. Οι δορυφόροι της NASA είχαν επίσης ανιχνεύσει το φαινόμενο, όμως τα δεδομένα απορρίπτονταν αυτόματα από τον υπολογιστή ως αβάσιμα! Επί δυο χρόνια οι επιστήμονες έκαναν επανειλημμένους ελέγχους στις μετρήσεις, για να επιβεβαιώσουν ότι η μείωση έφτανε το 30% των συνηθισμένων τιμών.

Αφού πέρασε μια 5ετια αμφισβήτησης του ρόλου των CFCs στην τρύπα του όζοντος, το 1987 η NASA έστειλε ειδικό αεροσκάφος πάνω από την Ανταρκτική το οποίο διαπίστωσε ότι η τρύπα είχε περίπου το μέγεθος των ΗΠΑ και ότι στο κέντρο της έως και 97,5% του όζοντος είχε καταστραφεί. Εντοπίστηκαν ακόμη συγκεντρώσεις μονοξειδίου του χλωρίου (ένα από τα προϊόντα διάσπασης των CFCs) σε επίπεδα 1000 φορές υψηλότερα από το φυσιολογικό.

Στο μεταξύ, 46 χώρες (οι οποίες σταδιακά αυξήθηκαν) είχαν υπογράψει το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ για τις ουσίες που καταστρέφουν το όζον, συμφωνώντας να περιορίσουν την παραγωγή και χρήση οκτώ χημικών ενώσεων (πέντε CFCs και τριών ουσιών χρησιµοποιούνται στους πυροσβεστήρες).

Ακολούθησαν πολλαπλές μελέτες για την τρύπα του όζοντος και έρευνες που βρήκαν ότι η καταστροφή απειλούσε κατοικημένες περιοχές της Ευρώπης, του Καναδά και των ΗΠΑ. Στο διάστημα 1990-1992 υπήρξαν δύο αναθεωρήσεις του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ.

Το 2000 η Ευρωπαϊκή Ενωση έθεσε σε εφαρμογή Κανονισμό (2000/2037) για τη μείωση ή και οριστική κατάργηση των ουσιών που καταστρέφουν το όζον.

Κι εκεί που όλοι νόμιζαν ότι η τρύπα του όζοντος θα «κλείσει», ήρθε η κλιματική κρίση. Οι μεγάλες καταστροφικές πυρκαγιές που γίνονται όλο και συχνότερες, η συνεχιζόμενη ανθρώπινη δραστηριότητα και οι ηφαιστειακές εκρήξεις είναι οι κύριοι παράγοντες που καθυστερούν την αποκατάσταση της στοιβάδας του όζοντος.

Το 2023 μελέτη της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών υπολόγισε ότι το όζον μπορεί ως το 2040 να επανέλθει στα επίπεδο του 1980. Ωστόσο η τρύπα της Αρκτικής δεν αναμένεται να αποκατασταθεί νωρίτερα από το 2045 και η τρύπα της Ανταρκτικής χρειάζεται δουλειά ως το 2066.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...