Σύμφωνα με τον Ρομπέρτο Σαβιάνο, η βράβευση της ταινίας του Νοτιοκορεάτη Μπονγκ Τζουν-χο αποδεικνύει ότι δεν είναι πλέον απαραίτητο να μιλά κάποιος αγγλικά για να κατακτήσει το συλλογικό φαντασιακό.
Οταν ο «δάσκαλος» Ενιο Μορικόνε ανέβηκε το 2007 στη σκηνή για να παραλάβει το τιμητικό Οσκαρ για το σύνολο της προσφοράς του στην 7η τέχνη, είχε τον γιο του στο πλευρό του να εκτελεί χρέη μεταφραστή. Επρόκειτο, όμως, για μια παραχώρηση σε μια «ιδιοφυΐα», για την ειδική μεταχείριση του μοναδικού ανθρώπου που είχε το δικαίωμα να μη μιλάει την αγγλική, «τη γλώσσα του επίγειου κόσμου», μόνο και μόνο επειδή με τη μουσική του είχε αποδείξει με το παραπάνω ότι γνώριζε «την αιώνια γλώσσα των θεών».
Καθώς, όμως, δεν είμαστε όλοι ιδιοφυΐες, για λόγους αμεσότητας και πρακτικότητας, η αγγλική γλώσσα κατέστη παγκόσμια. Ωστόσο η απονομή, την περασμένη Κυριακή, του Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας στα «Παράσιτα» αλλάζει τα πάντα. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει ο Ρομπέρτο Σαβιάνο.
Ο διάσημος συγγραφέας, δημοσιογράφος και σεναριογράφος από την Ιταλία αναγνωρίζει πως ο ισχυρισμός του ενδεχομένως να ακούγεται υπερβολικός. Αλλά μας ζητά να τον πιστέψουμε και να αποδεχτούμε ότι η βράβευση της νοτιοκορεατικής ταινίας αλλάζει άρδην τα δεδομένα. Γιατί «ποτέ ξανά δεν είχε αναδειχθεί καλύτερη ταινία μια μη αμερικανική ταινία, ενός μη αμερικανού σκηνοθέτη, που δεν εκτυλίσσεται στην Αμερική και, το κυριότερο, δεν γυρίστηκε στα αγγλικά» – αναφέρει σε εκτενές κείμενό του στην La Repubblica o Σαβιάνο – γιατί ποτέ ξανά δεν είχε τιμηθεί στη σκηνή των Οσκαρ ένας σκηνοθέτης όπως ο Μπονγκ Τζουν Χο, ο οποίος «δεν ήθελε ή δεν γνώριζε πώς να μιλήσει στα αγγλικά».
Το Διαδίκτυο κατέστησε ακόμη πιο παγκόσμια την αγγλική γλώσσα και όποιος δεν την ομιλεί, υπολείπεται αναμφίβολα του κόσμου που τον περιβάλλει. Ενα βιβλίο που δεν είναι γραμμένο στα αγγλικά, μια τηλεοπτική σειρά, μια ταινία ή ένα ντοκιμαντέρ που δεν είναι στα αγγλικά αυξάνουν το κόστος και περιορίζουν τις πωλήσεις.
«Εάν ένα προϊόν δεν είναι στα αγγλικά, τότε δεν είναι, ή δεν είναι αρκετά, σημαντικό», σημειώνει ο Σαβιάνο, υπενθυμίζοντας πως σήμερα τα αγγλικά δεν είναι απλώς η λίνγκουα φράνκα του σύγχρονου κόσμου, αλλά κατέληξαν να αποτελούν «υποχρέωση», δεδομένου ότι είναι η γλώσσα που έχει επιβληθεί στην τέχνη, τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία, ακόμα και στον πολιτικό στοχασμό. Αυτό, ωστόσο, δεν αλλάζει το γεγονός ότι μια τέχνη που μιλάει μόνον αγγλικά συνιστά «μια ανωμαλία, γιατί περιορίζει τη σκέψη σε μία μόνο γλώσσα που πηγάζει από μία μόνον κουλτούρα η οποία, ανεξάρτητα από το πόσο πλούσια και θαυμάσια είναι, παραμένει σε κάθε περίπτωση μία».
Με λίγα λόγια, ο Σαβιάνο δεν αρνείται ότι είναι χρήσιμο και βολικό να μιλάμε όλοι αγγλικά. Επιδιώκει, όμως, να υπογραμμίσει πως αυτό είναι συγχρόνως περιοριστικό όσον αφορά τη σκέψη, την ανάπτυξη και την παρουσίαση της σκέψης (και του ψυχισμού) ανθρώπων που η μητρική τους γλώσσα δεν είναι τα αγγλικά, ανθρώπων που, μιλώντας αγγλικά, θυσιάζουν την πολυπλοκότητά τους στο όνομα της κατανόησης.
«Θα με καταλάβουν όλοι, αλλά ποιος ξέρει πραγματικά εάν αυτό που θα έχω να πω θα εξακολουθεί να είναι ακόμα ενδιαφέρον», γράφει ο Σαβιάνο για να υποστηρίξει πως «το Οσκαρ που απονεμήθηκε στα “Παράσιτα” ίσως να αποδεικνύει πως η Αμερική δεν είναι πια αρκετή για την Αμερική, πως η Αμερική δεν επαρκεί πια».
Βραβεύοντας τα «Παράσιτα» οι ΗΠΑ της εποχής του Τραμπ «ανακαλύπτουν πως δεν αρκεί πια να περιμένουν στις όχθες του Μανχάταν (ή στις ακτές του Μαλιμπού) την άφιξη προϊόντων από το εξωτερικό από τα οποία θα αντλήσουν έμπνευση για να κάνουν remake, πως δεν αρκεί να παρατηρούν τον κόσμο για να τον αμερικανοποιήσουν». Το απέδειξαν βραβεύοντας μια νοτιοκορεατική ταινία που γυρίστηκε στη Νότια Κορέα με νοτιοκορεάτες ηθοποιούς που μιλάνε και σκέφτονται όπως τους δίδαξε η γλώσσα τους και ο πολιτισμός τους.
Και σύμφωνα με τον Σαβιάνο, η βράβευση μιας μη αμερικανικής ταινίας κατέστη δυνατή κυρίως χάρη στο Netflix και τις λοιπές πλατφόρμες streaming, οι οποίες έφεραν σε επαφή το ευρύτερο αμερικανικό κοινό και την αγορά της Αμερικής με τις διεθνείς παραγωγές, προκαλώντας, έτσι, μια βαθιά ρωγμή στον αμερικανικό επαρχιωτισμό.
«Τίποτα δεν είναι πιο κλειστό από τις ΗΠΑ. Είμαστε εμείς που καθιστούμε διεθνή την Αμερική, γιατί ό,τι είναι γαλλικό είναι γαλλικό και ό,τι είναι γερμανικό είναι γερμανικό, αλλά ό,τι είναι αμερικανικό είναι παγκόσμιο. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η Αμερική ενδιαφέρεται για την Αμερική, μόνον για την Αμερική. Η Αμερική μιλά για την Αμερική, μιλά μόνον αμερικανικά, ακούει αμερικανική μουσική, καταναλώνει αμερικανικά και επιθυμεί αμερικανικά».
Την περασμένη Κυριακή, ωστόσο, όλα άλλαξαν. Χάρη στα «Παράσιτα» η βράβευση των οποίων –στην Αμερική από την Αμερική– σημαίνει πως επιτέλους «η Αμερική των Οσκαρ αντιλήφθηκε ότι δεν είναι τα πάντα “Αμερική”, ότι ο κόσμος μπορεί να μη μιλά αγγλικά, μπορεί να μη μιλά για τη Νέα Υόρκη και να συνεχίζει να υπάρχει». Και να μεγαλουργεί.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News