Στα φαρμακεία της Θεσσαλονίκης και των περιχώρων της, τα κολάρα έχουν εξαφανιστεί. Τα αγόρασαν όλα φίλοι του ΠΑΟΚ. Μην πάει ο νους σας σε επιδημία αυχενικού συνδρόμου. Θα τα φορούν στο κυριακάτικο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό για να τρολάρουν τον περυσινό τραυματισμό(;) του -τότε- προπονητή των «ερυθρολεύκων», Οσκαρ Γκαρθία, που ματαίωσε το ματς. Και μαζί με αυτό, τις προσδοκίες τους για έναν τίτλο που θεωρούσαν ως δεδομένο.
Ωραία «πλάκα». Βγαλμένη από τα χρόνια της ποδοσφαιρικής μας αθωότητας, τότε που οι οπαδοί έβρισκαν διάφορους ευφάνταστους τρόπους για να «πικάρουν» τους αντιπάλους, όμως δεν είχαν διαβεί -ακόμα- την κόκκινη γραμμή της βίας. Εχει και τη σημειολογία της. Ο ΠΑΟΚ θέλει να το ξαναπιάσει ακριβώς από εκεί που το άφησε πριν από 350 μέρες. Ενα «καρέ» πίσω από τη στιγμή που ένας ηλίθιος πέταξε εκείνο το καταραμένο ρολό ταμειακής μηχανής και υποχρέωσε την ομάδα του να περιμένει άλλον ένα χρόνο για να πανηγυρίσει το πρώτο της Πρωτάθλημα μετά το 1985.
Οποιος καεί με το χυλό, φυσά και το γιαούρτι. Αυτή τη φορά όλοι οι θεατές, ανεξαιρέτως, θα παρακολουθήσουν το «Ματς της Χρονιάς» πίσω από ένα ψηλό προστατευτικό δίχτυ, το οποίο διακόπτεται μόνο στη Θύρα 7, μπροστά από την «οικογενειακή κερκίδα». Για να έχει πρόσβαση το ασθενοφόρο, το οποίο σταθμεύει στο γήπεδο της Τούμπας σε κάθε ματς. Τριτοκοσμικό μέτρο η περίφραξη, αλλά αναγκαίο. Για να μη ζήσουμε, πάλι, τριτοκοσμικές καταστάσεις.
Στις εξέδρες δεν θα πέφτει καρφίτσα. Τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν μέσα σε ελάχιστες ώρες. Σπανίως, άλλωστε, αυτό το ντέρμπι δεν ήταν sold-out, είτε η Τούμπα χωρούσε 20.000 κόσμο (το 1962-1963), είτε 45.000 (στα μέσα των ’70s). Το συγκεκριμένο παιχνίδι προκαλεί φρενίτιδα στους ΠΑΟΚτζήδες. Πόσω μάλλον εφέτος, που είναι πολύ πιθανό να κρίνει οριστικά τη μάχη του πρωταθλήματος. Με νίκη ή ισοπαλία ο ΠΑΟΚ θα έχει πλεονέκτημα και στην ισοβαθμία με τον Ολυμπιακό, καθώς τον έχει κερδίσει (1-0) στο Φάληρο. Θα ξεφύγει, στην ουσία, δέκα ή επτά βαθμούς από τον αντίπαλό του. Ακόμη και ο Βαγγέλης Μαρινάκης δεν θα έχει αντίρρηση, το τρόπαιο να του απονεμηθεί από το βράδυ της Κυριακής.
Εάν ο «Δικέφαλος του Βορρά» ηττηθεί, το πράγμα περιπλέκεται. Εφόσον ο Ολυμπιακός νικήσει με δυο γκολ διαφορά (και πάνω), αποκτά εκείνος το αβαντάζ σε περίπτωση ισοβαθμίας. Οπότε, θα πλησιάσει τον ΠΑΟΚ, ουσιαστικά, στους δυο βαθμούς. Εάν νικήσει με ένα γκολ (0-1, 1-2, 2-3, δεν έχει σημασία), το κριτήριο που θα ληφθεί υπόψη στην ισοβαθμία των δυο ομάδων (ίδιοι βαθμοί και ίδια διαφορά γκολ στους μεταξύ τους αγώνες) είναι η συνολική διαφορά τερμάτων. Και η διαφορά αυτή θα είναι ένα γκολ: +28 ο ΠΑΟΚ, +27 ο Ολυμπιακός. Στις επόμενες δέκα αγωνιστικές θα «καίγονται» και για το σκορ, όχι μόνο για τη νίκη.
Πέρα από τη βαθμολογική του σημασία, το ντέρμπι ΠΑΟΚ – Ολυμπιακού έχει πολλές ιστορίες να διηγηθεί. Παιχνίδια που δεν τελείωσαν και παιχνίδια που δεν άρχισαν, καν. Κάποια άλλα που κακώς τελείωσαν και κακώς άρχισαν, την εποχή που οι κανονισμοί ήταν, ακόμη, πολύ χαλαροί – πλαστελίνη στα χέρια των διαιτητών και των παρατηρητών.
Στο «Βασίλειο του Εωσφόρου», όπως έχουν χαρακτηρίσει την Τούμπα οι Γάλλοι, με αφορμή μια επίσκεψη της Γκινγκάμπ τον Σεπτέμβριο του 2014, καμία ομάδα δεν έχει υποφέρει όσο ο Ολυμπιακός. Η έδρα του ΠΑΟΚ υπήρξε, κατά διαστήματα, απόρθητο κάστρο για όλους τους ελληνικούς συλλόγους (με αποκορύφωμα ένα σερί 27 νικηφόρων αγώνων του «Δικέφαλου», από τις 8 Νοεμβρίου 1978 έως τις 24 Φεβρουαρίου 1980). Για τον Ολυμπιακό, όμως, η αρνητική παράδοση κράτησε πάνω από δύο δεκαετίες.
Από το 1970 έως το 1991, σε 21 διαδοχικούς αγώνες, οι Πειραιώτες μέτρησαν 19 ήττες και μόλις δύο ισοπαλίες (το 0-0 του 1971 και το 1-1 του 1983). Ακόμη και στη «χρυσή» εποχή του Γουλανδρή, που κατέκτησαν τρία Πρωταθλήματα στη σειρά (1973, 1974, 1975) σχεδόν αήττητοι, στην Τούμπα έχαναν. Η «κατάρα» λύθηκε στις 24 Μαΐου 1992, όταν ο Ολυμπιακός του Ολεγκ Μπλαχίν νίκησε (2-1) με γκολ του Ηλία Σαββίδη και του Γιώργου Βαΐτση. Και πάλι, η επόμενη νίκη των φιλοξενούμενων άργησε να έρθει (1998-1999). Το τέλος της κυριαρχίας του ΠΑΟΚ στα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό συνέπεσε με την ανατολή της «ερυθρόλευκης αυτοκρατορίας» του Σωκράτη Κόκκαλη (1998).
Ο Ολυμπιακός είναι «κόκκινο πανί» για την Τούμπα από το μακρινό 1963. Τότε που ένας βούλγαρος διαιτητής τα είχε κάνει μαντάρα σε ντέρμπι Ολυμπιακού – ΠΑΟΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια. Υστερα ήρθε η απόπειρα αρπαγής του Γιώργου Κούδα, να φουντώσει τη «βεντέτα». Στα χρόνια του Κόκκαλη και του Μαρινάκη, όμως, αυτή η έχθρα απέκτησε ακόμη μια αιτία: οι «ερυθρόλευκοι», που επί 20 χρόνια σάρωναν τους τίτλους, αντιπροσώπευαν το καθεστώς στο ελληνικό ποδόσφαιρο, που ο ΠΑΟΚ όφειλε να ανατρέψει προκειμένου να επιστρέψει στην κορυφή. Παρότι το περυσινό Πρωτάθλημα το πήρε η ΑΕΚ, αυτό δεν άλλαξε. Ο ΠΑΟΚ θέλει τη νίκη την Κυριακή, όχι μόνο για την Κούπα που επί 34 χρόνια στερήθηκε, αλλά και για να στείλει το μήνυμα πως η δυναστεία του Ολυμπιακού τελείωσε οριστικά. Πως ανατέλλει η δική του. Η δυναστεία του «αδικημένου».
Ο ΠΑΟΚ είναι αήττητος εφέτος, με 17 νίκες και δυο ισοπαλίες σε 19 ματς, βελτιώνοντας το ρεκόρ της ομάδας του Λες Σάνον (1972-1973). Του -κατά πολλούς- καλύτερου ΠΑΟΚ όλων των εποχών. Εχει σοβαρευτεί, έχει ωριμάσει, έχει μάθει να κερδίζει ακόμη κι όταν δεν παίζει πολύ καλά. Ο Ολυμπιακός δεν έχει καταφέρει να νικήσει σε ντέρμπι από τον Οκτώβριο του 2017 (1-0 τον ΠΑΟΚ). Μετρά τέσσερις ήττες και τέσσερις ισοπαλίες. Εδώ και μερικές εβδομάδες, όμως, δείχνει σε εξαιρετική κατάσταση. Η λογική λέει πως θα παρακολουθήσουμε ένα απολαυστικό παιχνίδι. «Ανοιχτό» και από τις δυο ομάδες, αφού η ισοπαλία δεν εξυπηρετεί τους φιλοξενούμενους, που στην Τούμπα παίζουν το τελευταίο τους χαρτί. Ενας επιπλέον λόγος για να προσδοκούμε ένα ντέρμπι υψηλής ποιότητας, είναι ο διαιτητής.
Δεν είναι από το… πανέρι, όπως οι προηγούμενοι ξένοι που ήρθαν για να διευθύνουν τα ελληνικά ντέρμπι. Ο 35χρονος Ισπανός, Χεσούς Χιλ Μανθάνο, ανήκει στην elite κατηγορία της UEFA. Βρίσκεται δυο κατηγορίες πάνω από τον Δανό Τίγκααρντ, ο οποίος προκάλεσε πολλά παράπονα με τις αποφάσεις του στο πρόσφατο ντέρμπι ΑΕΚ – ΠΑΟΚ. Ο… ταυρομάχος της Τούμπας, λοιπόν, έχει διαιτητεύσει 129 παιχνίδια στην Primera Division (πέρυσι πήρε το βραβείο του κορυφαίου διαιτητή στην Ισπανία) και 46 ευρωπαϊκά. Εχει σπουδάσει περιβαλλοντικές επιστήμες και κατέχει master στη διαχείριση φυσικών πόρων. Δηλώνει οπαδός της Ρεάλ Μαδρίτης και «φαν» του Ράφαελ Ναδάλ.
Πριν από μερικούς μήνες στενοχώρησε κοτζάμ Μέσι, ο οποίος στο τέλος του αγώνα αρνήθηκε να του δώσει το χέρι. Δεν τον πείραξε. Οπως είπε ο ίδιος (ο Μανθάνο) σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό της Marca, λίγα 24ωρα πριν από τον ορισμό του στην Τούμπα, «ο διαιτητής δεν πρέπει να αλλάζει συμπεριφορά, ακόμη κι αν το παιχνίδι είναι ντέρμπι, οι παίκτες πολύ σημαντικοί και τα media εστιάζουν υπερβολικά σε αυτό. Ο διαιτητής οφείλει να απλοποιεί τα πράγματα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News