Νέα Σμύρνη, 10 Μαΐου 2015. Τελευταία αγωνιστική της περασμένης σεζόν. Ο Πανιώνιος παίζει -κόντρα στον ΠΑΟΚ- την παραμονή του στη Σούπερ Λιγκ. Αν χάσει, χάνεται. Από το 68′ αγωνίζεται με παίκτη λιγότερο, λόγω αποβολής, σε μια μάχη που κράτησε 100 λεπτά μαζί με τις καθυστερήσεις. Τα υπόλοιπα ματς έχουν τελειώσει και όλοι παρακολουθούν την αγωνιώδη προσπάθεια του «Ιστορικού» να κρατηθεί στην Κατηγορία. Το τελικό σφύριγμα του διαιτητή τον βρίσκει στο 0-0. Ζωντανό. Αλλά, για πόσο ακόμη;
Νέα Σμύρνη, 3 Απριλίου 2016. Τρεις αγωνιστικές πριν από το τέλος της κανονικής περιόδου. Ο Πανιώνιος παίζει -πάλι με τον ΠΑΟΚ- τη συμμετοχή του στα play-offs. Με νίκη, εξασφαλίζει την έξοδό του στην Ευρώπη. Κερδίζει το ματς (3-1) και σκαρφαλώνει στην τέταρτη θέση της βαθμολογίας. Επειτα από 28 αγωνιστικές, έχει συγκεντρώσει τους ίδιους βαθμούς (44) με τον μεγάλο του αντίπαλο. Μια ομάδα με ετήσιο προϋπολογισμό 1,2 εκατ. ευρώ, της οποίας ο ακριβότερος παίκτης παίρνει 100.000 ευρώ, μοιράζεται το ίδιο σκαλοπάτι με εκείνη που ένα της συμβόλαιο (του Μπερμπάτοφ) κοστίζει -μικτά- 1,5 εκατ. ευρώ. Περισσότερο από όσο όλοι οι ποδοσφαιριστές του Πανιωνίου μαζί!
Ετυχε ή πέτυχε; Πέτυχε, επειδή έτυχε. Ο Πανιώνιος μπήκε στη σεζόν με περιορισμό μετεγγραφών. Για τέταρτη διαδοχική χρονιά δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την απαραίτητη άδεια. Τις δυο τελευταίες φορές, μάλιστα, δεν μπήκε καν στον κόπο να καταθέσει φάκελο. Ετσι, οι επιλογές του ήταν κουκιά μετρημένα. Μπορούσε να αποκτήσει μονάχα νεαρούς, ελεύθερους ή δανεικούς παίκτες – και έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικός στις ελάχιστες εξαιρέσεις που του επέτρεπε ο κανόνας. Αυτό έτυχε. Εκείνο που πέτυχε, είναι ότι φρόντισε να προσαρμοσθεί σε αυτό το ποδοσφαιρικό μνημόνιο και να διαχειρισθεί με εξυπνάδα και μαεστρία τη φτώχεια του. Οταν δεν έχεις πολλά, προσέχεις πολύ πού ξοδεύεις τα λίγα.
Ο Πανιώνιος έκανε το αυτονόητο. Που φαίνεται απλό, μα στην πράξη (αποδεικνύεται ότι) είναι τόσο πολύπλοκο… Γέμισε το ρόστερ του με ταλέντο, το οποίο σε άλλες ομάδες περίσσευε. Με παίκτες αξιόλογους, που δεν χώρεσαν αλλού. Που αναζητούσαν μια ευκαιρία για να δείξουν τι αξίζουν. Που διψούσαν να πετύχουν, πρώτα απ’ όλα για την πάρτη τους. Ο κόσμος είναι γεμάτος από τέτοιους – και η μαγκιά του Πανιωνίου είναι πως τους βρήκε. Ψάχνοντας παντού. Σε μεγαλύτερα κλαμπ (Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός), σε γειτονιές της Αθήνας (Φωστήρας), στην ελληνική περιφέρεια (Καλλονή), σε μικρότερες κατηγορίες (Ηρακλής Ψαχνών) ή στο εξωτερικό (Κλαμπ Μπριζ, Νότιγχαμ Φόρεστ, Οσασούνα, Βέλες Σάρσφιλντ).
Πήρε νεαρούς που τους θεωρούσαν άγουρους, πρώην τραυματίες που τους είχαν για τελειωμένους, πολλά υποσχόμενους που κανείς άλλος δεν τους έδειξε υπομονή, καλούς παίκτες που δεν ήταν ευτυχισμένοι εκεί που έπαιζαν. Ταυτοχρόνως, εξέλιξε αρκετούς απ’ αυτούς που ήδη βρίσκονταν στο ρόστερ του, αλλά ακόμη δεν είχε έρθει η ώρα να ξεπεταχτούν.
Αυτό είναι το πιο εντυπωσιακό επίτευγμα του φετινού Πανιωνίου: ότι έκανε άλματα στον τομέα της οικονομικής εξυγίανσης, δημιουργώντας παράλληλα μια εξαιρετικά αξιόμαχη ομάδα
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι ο Τάσος Μπακασέτας, ο οποίος το προσεχές καλοκαίρι θα είναι -ίσως- το πιο hot όνομα στο εγχώριο παζάρι. Αρχισε την ποδοσφαιρική του καριέρα από τα τμήματα υποδομής του Αστέρα Τρίπολης και το 2010 προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα του συλλόγου. Αφού περιπλανήθηκε ως δανεικός στον Θρασύβουλο Φυλής και στον Αρη Θεσσαλονίκης, επέστρεψε στην Τρίπολη και -τον Αύγουστο του 2014- υπέγραψε νέο συμβόλαιο, έως το καλοκαίρι του 2017. Μόλις πέντε μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2015, έμεινε ελεύθερος, για να συνεχίσει στον Πανιώνιο. Την πρώτη σεζόν, που ήταν μισή, δεν έδειξε σπουδαία πράγματα. Φέτος, όμως, «βγάζει μάτια». Είναι ο γκολτζής και ο ηγέτης της ομάδας – και η τιμή του προσεγγίζει το ένα εκατομμύριο ευρώ.
Πώς ένα τέτοιο «λαχείο» βρέθηκε στα… σκουπίδια, απ’ όπου το μάζεψε ο Πανιώνιος; Η εξήγηση δόθηκε -προ ημερών, στην «Αθλητική Κυριακή»- από τον πλέον αρμόδιο να απαντήσει: τον τότε προπονητή του Αστέρα, Στάικο Βεργέτη. Ο οποίος είπε, με αφοπλιστική ειλικρίνεια, ότι στην ομάδα του «δεν βρήκε τον χώρο και τον χρόνο που χρειαζόταν για να δείξει τις δυνατότητές του. Είχε πιεστεί και έπαιζε -κάθε φορά- σαν να δίνει εξετάσεις». Αλλά στον Πανιώνιο ο Μπακασέτας – όπως και πολλοί άλλοι – βρήκε τον ποδοσφαιρικό του παράδεισο. Του έδειξαν εμπιστοσύνη, του ξύπνησαν τη φιλοδοξία, του είπαν το «παραμύθι» που ακόμη κι ένας φτασμένος ποδοσφαιριστής έχει ανάγκη να ακούσει για να ανέβει η αυτοπεποίθησή του, του έδωσαν κίνητρο. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Ο Ανσαριφάρντ, ο ιρανός διεθνής παικταράς, βρέθηκε στον Πανιώνιο χάρη στα ρατσιστικά καψόνια που του έκανε ο προπονητής της ισπανικής Οσασούνα. Ο Μπαργκάν, επειδή στην Καλλονή δεν ήταν ευτυχισμένος. Ο εξαιρετικός τερματοφύλακας Διούδης, επειδή η Κλαμπ Μπριζ είχε (ή νόμιζε ότι είχε) καλύτερους από αυτόν. Ο Καθάριος, ο Σιώπης, ο Καραμάνος και ο Χαλκιαδάκης, επειδή ο μεγάλος ανταγωνισμός ποιοτικών παικτών στον Ολυμπιακό δεν τους χωρούσε. Ο Ρισβάνης, επειδή ο Παναθηναϊκός έψαχνε κάποιον καλύτερο σέντερ μπακ (πήρε τον Τελάντερ και… πρόκοψε). Ο Μασούρας ή ο Τασουλής, επειδή είχαν δείξει σπουδαία πράγματα στον Ηλυσιακό και στον Φωστήρα, αντίστοιχα. Αλλά οι ομάδες που διαθέτουν γερό πορτοφόλι, το θεωρούν υποτιμητικό να ψωνίζουν από εκεί… Ο Κόρμπος, επειδή μετά το δεύτερο χειρουργείο για χιαστό θεωρήθηκε ξοφλημένος. Και πάει λέγοντας.
Το αποτέλεσμα ήταν ένα μικρό ποδοσφαιρικό θαύμα. Η πιο νεανική ομάδα στη Σούπερ Λιγκ, με μέσο όρο ηλικίας τα 24 έτη. Ο πιο έμπειρος παίκτης, ο Παναγιώτης Κόρμπος (29) είναι -μαζί με τον Οικονόμου (28)- οι μόνοι που γεννήθηκαν τη δεκαετία των ’80s. Ολοι οι υπόλοιποι είναι γεννημένοι την επόμενη! Δεν υπάρχει ούτε ένας τριαντάρης. Ενα ρόστερ αποτελούμενο από 29 Ελληνες και μόλις δυο ξένους! Μια ενδεκάδα 100% ελληνική, σε πολλά από τα παιχνίδια! Ενα προσκλητήριο γυρολόγων των ελληνικών γηπέδων, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από άλλες ομάδες αλλά μεταμορφώθηκαν, όταν πάτησαν το χορτάρι της Νέας Σμύρνης. Μια φουρνιά άπειρων πιτσιρικάδων -ως επί το πλείστον- οι οποίοι τίποτε δεν έχουν να ζηλέψουν από τους ακριβοπληρωμένους συναδέλφους τους στον Παναθηναϊκό, την ΑΕΚ ή τον ΠΑΟΚ. Τίποτε, εκτός από τις αποδοχές τους.
Αλλά ποιοι τους μάζεψαν -όλους αυτούς- στην Πλατεία; Και γιατί αυτούς κι όχι κάποιους άλλους; Εδώ κρύβεται το πιο μεγάλο μυστικό. Τους επέλεξαν τέσσερις άνθρωποι που ξόδεψαν τη ζωή τους στα γήπεδα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο: Ο γνωστός αθλητίατρος Χρήστος Δάρας, ως πρόεδρος. Ο επί σειρά ετών πρόεδρος της ΕΠΟ Βασίλης Γκαγκάτσης, ως γενικός διευθυντής της ΠΑΕ. Ο πρώην ποδοσφαιριστής Μαρίνος Ουζουνίδης, ως προπονητής. Και ο επίσης παλιός παίκτης (και του Πανιωνίου) Αντώνης Μανίκας, ως επικεφαλής του τμήματος σκάουτινγκ του συλλόγου. Ούτε επιτροπές μετεγγραφών, όπου η ευθύνη χάνεται στη συλλογικότητα, ούτε τεχνικοί διευθυντές, που θέλουν να βγάλουν το «κατιτίς» τους δια των υπερκοστολογήσεων, ούτε προπονητές – απόλυτα αφεντικά, που θέλουν να βολέψουν τους δικούς τους. Τέσσερις άνθρωποι της ποδοσφαιρικής πιάτσας, γνώστες της ελληνικής αγοράς, με ξεκάθαρους ρόλους που αλληλοσυμπληρώνονται.
Ολες οι επιλογές έγιναν -και γίνονται- με πρώτο κριτήριο την υπεραξία. Για μια ΠΑΕ με τεράστιο οικονομικό πρόβλημα, στην οποία πάνε τέσσερα χρόνια που κάποιος (ο Τσακίρης) έβαλε λεφτά για τελευταία φορά, δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Σήμερα, ο Πανιώνιος βρίσκεται ένα βήμα από την εξασφάλιση της πολυπόθητης άδειας (που θα του επιτρέψει να λάβει μέρος στα play-offs και να βγει στην Ευρώπη), χάρη στους παίκτες που αποκτήθηκαν φθηνά και πουλήθηκαν πολύ ακριβότερα. Πέρυσι ήταν ο Κολοβός. Φέτος, ο νεαρός Ευαγγέλου, ο Μπουμάλ (που εντοπίστηκε να κάνει… όργια στον Ηρακλή Ψαχνών) και ο Χατζηϊσαΐας (τον οποίο είχε ανακαλύψει ο Μανίκας στα Χανιά). Αυτοί οι τρεις έφεραν στο ταμείο γύρω στο ένα εκατομμύριο ευρώ. Σχεδόν ολόκληρο το ποσό κατέληξε στην Εφορία, μηδενίζοντας το ποσό της οφειλής.
Καμιά άλλη ομάδα στην Ελλάδα δεν ανέδειξε -διαχρονικά- τόσους πολλούς, σπουδαίους παίκτες. Καμιά δεν τροφοδότησε τους πιο εύρωστους συλλόγους με περισσότερα ταλέντα
Αυτό είναι και το πιο εντυπωσιακό επίτευγμα του φετινού Πανιωνίου: ότι έκανε άλματα στον τομέα της οικονομικής εξυγίανσης, δημιουργώντας παράλληλα μια εξαιρετικά αξιόμαχη ομάδα. Μεσούσης της χρονιάς, πούλησε τον πιο ταλαντούχο μεσοεπιθετικό του, τον Ολιβιέ Μπουμάλ (στον Παναθηναϊκό), και την «κολόνα» της άμυνάς του, τον Δημήτρη Χατζηισαΐα (στον ΠΑΟΚ), αλλά οι απουσίες τους ούτε που φάνηκαν στο γήπεδο.
Ανέκαθεν ο Πανιώνιος είχε το άγγιγμα του Μίδα. Καμιά άλλη ομάδα στην Ελλάδα δεν ανέδειξε -διαχρονικά- τόσους πολλούς, σπουδαίους παίκτες. Καμιά δεν τροφοδότησε τους πιο εύρωστους συλλόγους με περισσότερα ταλέντα. Από τα πρώιμα επαγγελματικά χρόνια του ελληνικού πρωταθλήματος (Μαύρος, Αναστόπουλος, Σαραβάκος κ.ά), μέχρι προσφάτως (Τζιώλης, Μανιάτης, Σπυρόπουλος, Σάμαρης, Σιόβας). Ευλόγως θα αναρωτηθείτε: αφού εδώ και τόσα χρόνια ο Πανιώνιος διαρκώς πουλάει ποδοσφαιριστές που παράγει ή αγοράζει πολύ φθηνά, πώς γίνεται να έχει -μονίμως- οικονομικά προβλήματα;
Γίνεται, διότι λεηλατήθηκε. Πολλές φορές και από πολύ «δικούς του» ανθρώπους. Είναι μεγάλη ιστορία… Στη συνέχεια, ακριβώς επειδή είχε απόλυτη ανάγκη χρημάτων, ήταν υποχρεωμένος να πουλάει κοψοχρονιά. Ηδη, όμως, αυτό αλλάζει. Καθώς η μαύρη τρύπα της ΠΑΕ κλείνει, δεν έχει -πλέον- κανένα λόγο να «σκοτώνει» τα περιουσιακά της στοιχεία. Ο Μπακασέτας και οι υπόλοιποι, μετά απ’ αυτόν, θα παραχωρηθούν σε μια δίκαιη τιμή. Ή δεν θα παραχωρηθούν καθόλου. Αυτό είναι -πια- το σχέδιο.
Ταλέντα πρώτης διαλογής από τα σπλάχνα της δεν βγάζει -εδώ και χρόνια- η Νέα Σμύρνη. Πλέον, δεν διαθέτει τις απαραίτητες υποδομές για να το κάνει. Αλλά παραμένει ένα αξιοθαύμαστο εργαστήριο ανέλιξης νεαρών παικτών. Είναι -φαίνεται- στο DNA του συλλόγου. Αρκεί να μην εγκαταλείψει αυτή την τέχνη, τώρα που θα μπορεί να ψωνίσει χωρίς τους περιορισμούς της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News