To γεγονός ότι τόσο οι Financial Times όσο και το Bloomberg παρατηρούν με τρόμο την τελευταία ζαριά της ιταλικής κυβέρνησης -συμφωνία των κυβερνητικών εταίρων για δημοσιονομικό έλλειμμα στο 2,4% για τα επόμενα τρία χρόνια- σίγουρα δεν αποτελεί αυτό καθαυτό είδηση. Αλλά παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ο τρόπος με τον οποίο τα δύο (έγκριτα και ευρέως διαδεδομένα μεταξύ των επενδυτών όλου του κόσμου) Μέσα επισημαίνουν τους κινδύνους που καραδοκούν για τη Ρώμη. «Παρά τη θριαμβολογία της κυβέρνησης, το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κοινοποιήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα δεν αποτελεί αιτία για πανηγυρισμούς. Αντιθέτως, ο κυβερνών συνασπισμός του αντισυστημικού Κινήματος Πέντε Αστέρων και της ακροδεξιάς Λέγκας χαράσσει έναν πολύ επικίνδυνο δρόμο», προειδοποιεί η συντακτική ομάδα της βρετανικής εφημερίδας.
Πέρυσι η προηγούμενη κυβέρνηση της Ιταλίας δεσμεύτηκε για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 0,8% επί του ΑΕΠ την επόμενη χρονιά και τη σταδιακή μετατροπή του σε πλεόνασμα κατά την επόμενη διετία. Παρότι λίγοι ήταν εκείνοι που θεωρούσαν εφικτό τον εν λόγω στόχο, η ανακοίνωση, την προηγούμενη εβδομάδα, για έλλειμμα ύψους 2,4% ξεπερνά κατά πολύ τα νούμερα που ενδεχομένως να μπορούσαν να ανεχθούν και η ΕΕ και οι αγορές. «Πρόκειται για ένα ζήτημα που αφορά περισσότερο την πολιτική παρά τις ποσοστιαίες μονάδες», υπογραμμίζουν οι FT, καθώς η αποδοχή του ιταλικού προϋπολογισμού από τις Βρυξέλλες θα δημιουργούσε ένα εξαιρετικά κακό προηγούμενο όσον αφορά τη δημοσιονομική πειθαρχία των κρατών – μελών.
Αμφότερα, φυσικά, τα κυβερνώντα κόμματα κατάφεραν τελικά να κερδίσουν την εξουσία, δείχνοντας έτοιμα να αψηφήσουν τις όποιες επιταγές της ΕΕ προς όφελος των Ιταλών. Τουλάχιστον στη θεωρία. Γιατί πρακτικά, τόσο οι δαπάνες που θα οδηγήσουν στην αύξηση του ελλείμματος όσο και τα δέκα δισεκατομμύρια ευρώ που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση του «εισοδήματος ιθαγένειας», της κύριας προεκλογικής δέσμευσης του Κινήματος Πέντε Αστέρων, παρότι βραχυπρόθεσμα θα ανακουφίσουν παρά πολλούς Ιταλούς, μακροπρόθεσμα θα επιδεινώσουν περαιτέρω την ήδη κρίσιμη κατάσταση της ιταλικής οικονομίας.
Όσον αφορά τις αγορές, μετά τη δημοσιοποίηση του προϋπολογισμού οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων αυξήθηκαν ενώ το χρηματιστήριο του Μιλάνου σημείωσε πτώση. Ιδιαίτερα επλήγησαν οι τράπεζες που κρατούν στα χέρια τους σημαντικό μέρος του ιταλικού χρέους. Αλλά στην περίπτωση μιας τραπεζικής κρίσης η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενδεχομένως να μην μπορέσει να συνδράμει στη διάσωσή τους εάν η Ιταλία έχει παραβιάσει σκανδαλωδώς τους δημοσιονομικούς κανόνες. Επί του παρόντος, «το ενδεχόμενο μιας αντιπαράθεσης με τις ευρωπαϊκές Αρχές θα επιφέρει περισσότερη νευρικότητα στις αγορές».
Τα κόμματα της ιταλικής κυβέρνησης επιμένουν ότι δεν πρόκειται να υποκύψουν σε εξωτερικές πιέσεις. Ταυτόχρονα, ωστόσο, θέλουν να παραμείνουν στην εξουσία και να επηρεάσουν τις ευρωεκλογές του 2019. Η σύγκρουση με την ΕΕ είναι πιθανό να γυρίσει μπούμερανγκ και για τις δύο πλευρές. «Οι Βρυξέλλες το γνωρίζουν αυτό. Ήρθε η ώρα να το αντιληφθούν και οι πολιτικοί στη Ρώμη», καταλήγουν οι Financial Times.
Περισσότερο ανήσυχος εμφανίζεται ο Φερντινάντο Τζουλιάνο, εξηγώντας σε άρθρο του στο Bloomberg γιατί το προσχέδιο του ιταλικού προϋπολογισμού αποτελεί «μια αξιοσημείωτη πράξη οικονομικού αυτοτραυματισμού». Σύμφωνα με τον ιταλό οικονομικό αναλυτή τα νούμερα που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, πέρα από το ότι θα συμβάλουν ελάχιστα στη βελτίωση της ιταλικής ανταγωνιστικότητας και θα επιδεινώσουν τα δομικά προβλήματα της ιταλικής οικονομίας, «δείχνουν στους επενδυτές ότι οι λαϊκιστές είναι αυτοί που έχουν το πάνω χέρι στην κυβέρνηση. Η αξιοπιστία της Ιταλίας τώρα είναι ανάλογη με την αξιοπιστία των κομμάτων που την κυβερνούν», και αυτό είναι το χειρότερο, υποστηρίζει ο Τζουλιάνο. Παρότι τα κυβερνώντα κόμματα εγκατέλειψαν κάποιες από τις κύριες προεκλογικές εξαγγελίες τους όπως η δραστική περικοπή του φόρου εισοδήματος, «τις τελευταίες εβδομάδες έδειξαν ιδιαίτερη αποφασιστικότητα στον παραγκωνισμό του Τζιοβάνι Τρία που είχε καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών».
Μετά την απόρριψή της πρότασής του για έλλειμμα 1,6%, ο τεχνοκράτης υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας επέλεξε, ακολουθώντας την προτροπή του ιταλού προέδρου Σέρτζιο Ματαρέλα, να μην παραιτηθεί. Τουλάχιστον προς το παρόν. Οι Financial Times θεωρούν πως μια παραίτηση του Τζιοβάνι Τρία θα καταστήσει «εκρηκτική την ήδη εύφλεκτη κατάσταση». Ο αρθρογράφος του Bloomberg, ωστόσο, δεν συμμερίζεται την ίδια άποψη. Και αυτό αποτελεί το μοναδικό σημείο διαφοράς μεταξύ των δύο δυσοίωνων αναλύσεων για το μέλλον της ιταλικής οικονομίας.
«Ακόμα και να παραμείνει στη θέση του, δείχνει να να έχει απολέσει τις δυνάμεις του. Οι γραμμές που χάραξε στην άμμο παραβιάστηκαν κατ’ επανάληψη από τον Λουίτζι Ντι Μάιο και τον Ματέο Σαλβίνι. Αυτοί, όχι εκείνος, θα καθορίσουν την οικονομική πολιτική της Ιταλίας». Έχουν, φυσικά, εκλεγεί μέσω δημοκρατικών διαδικασιών, λαμβάνοντας εντολή από την πλειοψηφία των Ιταλών να κυβερνήσουν. Αλλά αυτό ελάχιστα απασχολεί τους επενδυτές οι οποίοι «πρέπει να αποφασίσουν εάν θα δώσουν τα χρήματά τους σε μια χώρα όπου αυτοί που πραγματικά κυβερνούν είναι ο Ντι Μάιο και ο Σαλβίνι. Δεν πρόκειται για μια συναρπαστική προοπτική».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News