Το 2011 στην Κύπρο (αλλά και στην Ελλάδα) φούσκωναν οι προσδοκίες για τον πλούτο των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, που βρίσκονταν στον υποθαλάσσιο χώρο της Κύπρου. Πολύ γρήγορα, οι εκτιμήσεις, οι ελπίδες, τα δεδομένα ανακατεύτηκαν σε μια μαζική φαντασίωση. Πολιτικοί, επιστήμονες και αναλυτές προέβλεπαν ότι οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας θα καλυφθούν «για 150 χρόνια», ότι «8 τρισ. κυβικά πόδια» φυσικού αερίου βρίσκονταν «μόνο» στο οικόπεδο 12 «αξίας 450 δισ. δολαρίων», ότι θα κατασκευαστεί τερματικός, ότι η εξόρυξη του φυσικού αερίου «θα μπορούσε να γίνει σε πέντε χρόνια», ότι η χώρα θα μπορούσε «να προπωλήσει» ποσότητες φυσικού αερίου, ότι η Κύπρος μπαίνει στον «ενεργειακό χάρτη» και άρα, πέρα από την οικονομική ισχύ που θα αποκτούσε η χώρα και τις χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, οι θησαυροί του υπεδάφους θα λειτουργούσαν ενισχυτικά της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιτρέποντας την οικοδόμηση εκείνων των συμμαχιών που θα περιθωριοποιούσαν τον ρόλο της Τουρκίας.
Αυτές ήταν οι (θεμιτές) προσδοκίες, που όμως -δυστυχώς- τα νέα που ήρθαν, δεν τις επιβεβαίωσαν. Δύο χρόνια αργότερα, το 2013, οι ποσότητες του φυσικού αερίου στο «οικόπεδο 12» υπολογίσθηκαν στα 4.1 τρισ. κυβ. πόδια (Καθημερινή 1/12/2013). Ένα χρόνο μετά, η Noble Energy ακύρωσε δύο γεωτρήσεις, ενώ ο γενικός διευθυντής της συνηγόρησε στην εκτίμηση πως δεν είναι νοητή η κατασκευή τερματικού υγροποίησης στην Κύπρο – «πρόκειται για μια δαπανηρή επιλογή, που απαιτεί την ανακάλυψη μεγάλων ποσοτήτων φυσικού αερίου», είχε πει (5/11/2014).
Την ίδια εποχή, η Κοινοπραξία ENI/KOGAS ανακοίνωσε πως ήταν άκαρπη η έρευνά της στο κοίτασμα «Ονασαγόρας» του οικοπέδου 9 και θα προχωρούσε τις έρευνες στο κοίτασμα «Αμαθούσα».
Στις αρχές του 2015, ήταν η σειρά της Τotal να δηλώσει πως δεν βρήκε αξιόλογες ποσότητες στα οικόπεδα 10 και 11 και να εκδηλώσει πρόθεση αποχώρησης. Στη Λευκωσία σήμανε συναγερμός, άρχισε μια συστηματική προσπάθεια από την κυπριακή κυβέρνηση προς τη γαλλική κυβέρνηση και την Total, να παραμείνει η εταιρεία στην κυπριακή ΑΟΖ και να μην αποχωρήσει. Στα τέλη Ιανουαρίου 2015, ο αρμόδιος υπουργός δήλωνε πως «αυτά συμβαίνουν. Αποτυχημένες γεωτρήσεις ή μη εξεύρεση υδρογονανθράκων είναι ο κανόνας» και πρόσθετε πως «το θέμα που δημιουργήθηκε με την Total είναι γεωλογικό και οικονομικό, όχι γεωπολιτικό» υπογραμμίζοντας τη συνάρτησή του με την πτώση των τιμών στη διεθνή αγορά πετρελαίων. «Η εταιρεία επιλέγει να χάσει τα 70 εκ. ευρώ δικαιωμάτων κι εγγυητικών που έδωσε ως τώρα, παρά να επενδύσει επιπλέον 250 εκ. ευρω για γεωτρήσεις» είχε εξάλλου εκτιμηθεί («Φιλελεύθερος» 20/12/2014).
Μια βδομάδα αργότερα, έγινε γνωστό ότι η Total θα παραμείνει – σε μια ετήσια παράταση της σύμβασής της, το περιεχόμενο της οποίας τροποποιήθηκε και εγκρίθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και το υπουργικό συμβούλιο. Με άλλα λόγια, η παραμονή της Total κόστισε ακριβά στην Κύπρο, όμως προφανώς εκτιμήθηκε ότι μπορεί να αποδώσει κάτι η περαιτέρω ερευνητική της δραστηριότητα, κυρίως όμως κρίθηκε απαραίτητη η παρουσία της, καθώς αποτελεί το «φύλλο συκής» της μεγαλεπήβολης ενεργειακής στρατηγικής.
Το επιμύθιο αυτής της ιστορίας είναι πολλαπλά διδακτικό. Τα έως τώρα πενιχρά αποτελέσματα έδειξαν ότι οι σχετικές διαδικασίες είναι ιδιαιτέρως περίπλοκες, χρονοβόρες κι έχουν μια δομική δυσκολία εκτίμησης – υφίστανται τα σκαμπανεβάσματα της διεθνούς αγοράς πετρελαίου, από την οποία εξαρτώνται σε τελευταίο λόγο. Με άλλα λόγια, οι όποιες εκτιμήσεις -αν δεν συνυπολογίσουν μεγάλο ποσοστό αβεβαιότητας- είναι παραπλανητικές. Οι καφενοβιακές συζητήσεις εξάλλου, που λαθροχειρούσαν εκλαμβάνοντας ως δεδομένα τα ζητούμενα, προέβλεπαν γεωπολιτικές ανατροπές φωταγωγώντας τη μισή εικόνα. Διότι ακόμη κι αν ήταν καλύτερα τα έως τώρα αποτελέσματα, η Κύπρος δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί «σημαντικός ενεργειακός παίκτης» στην περιοχή, όταν (πέραν των κοιτασμάτων του Ιράκ και του Ιράν) η Αίγυπτος διαθέτει 77 τρισ. κυβ. πόδια φυσικού αερίου και το Ισραήλ 35 τρισ…
Η γεωπολιτική έμφαση που αποδόθηκε άλλωστε, κρίνοντας από το σκέλος αναγνώρισης της κυπριακής ΑΟΖ, είχε αμφίσημα αποτελέσματα. Η διεθνής κοινότητα φυσικά σεβάστηκε τη διεθνή νομιμότητα ως προς την Κυπριακή ΑΟΖ, πλην όμως δεν αποδοκίμασε και τα κατεχόμενα – που οριοθέτησαν μερικά ερευνητικά τεμάχια επικαλύπτοντας μάλιστα ορισμένα οικόπεδα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όταν, δε, η Τουρκία έστειλε τον στόλο της (Σεπτέμβριος 2011) συνοδεύοντας το Πίρι Ρέις (που είχε δηλώσει ερευνητικές δραστηριότητες), ούτε ο ΟΗΕ, ούτε η ΕΕ, ούτε η Ρωσία αποδοκίμασαν την Άγκυρα. Αρκέστηκαν να επαναλάβουν την ευχή, οι έρευνες της Κύπρου να αποδώσουν ένα αποτέλεσμα «προς όφελος όλων των Κυπρίων»…
Τέλος, η συγκεκριμένη ιστορία άφησε έκθετη την κυπριακή πολιτική ηγεσία – από την εποχή του Τάσσου Παπαδόπουλου ως σήμερα. Αλλεπάλληλες κυβερνήσεις επένδυσαν στο φυσικό αέριο – πολιτικά, αναγορεύοντάς το ως τον «καταλύτη» στην ανατροπή των συσχετισμών στην περιοχή, και οικονομικά, ταυτίζοντάς το με το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας. Αυτές οι προσδοκίες σήμερα μαράθηκαν – αύριο, αν η αγορά του πετρελαίου ανέβει και αν βρεθούν κάποια εμπορεύσιμα κοιτάσματα, η εικόνα μπορεί να αλλάξει. Όμως, μια χώρα -που φέρει ήδη ένα βαρύ εθνικό φορτίο- δεν μπορεί να βασίζει τον προσανατολισμό της στον τζόγο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News