Πενήντα πέντε χρόνια ζωής μετράνε αισίως οι Who, ένας εκ των παλαιοτέρων και πλέον σεβαστών μουσικών «οργανισμών» του Πλανήτη Ροκ.
Ξεκίνησαν την διετία 1963-64, παρέα με τους έτερους «επιζήσαντες», τους Rolling Stones και μέχρι να φτάσουν στο σήμερα πέρασαν από χίλια μύρια κύματα, καθώς έχασαν τα δυο ιδρυτικά τους μέλη, τον ντράμερ Κιθ Μουν που πέθανε το 1978 και τον μπασίστα Τζον Ενγουίσλ ο οποίος επίσης «έφυγε» το 2002.
Ωστόσο, οι εναπομείναντες Πιτ Τάουνσεντ (κιθάρα) και Ρότζερ Ντάλτρεϊ (φωνητικά) είναι ακόμη εδώ και ακόμη «μάχιμοι», καθώς στις 22 Νοεμβρίου κυκλοφορούν το νέο τους άλμπουμ (το πρώτο της μπάντας μετά από 13 χρόνια) και μιλάνε για αυτό καθώς και για πολλά ακόμη στους βρετανικούς Times.
«Αναρωτιέμαι: εμείς, ως ηλικιωμένοι πλέον, επιτρέπεται να παίζουμε ακόμη ροκ μουσική;», λέει ο 74χρονος Τάουνσεντ, «μπορούμε ακόμα να είμαστε θυμωμένοι με όσα συμβαίνουν γύρω μας; Μπορούμε να είμαστε ενεργό μέρος του ακτιβισμού εκεί έξω, στους δρόμους και να σχολιάζουμε πολιτικά θέματα;».
Η απάντηση είναι μάλλον καταφατική, καθώς το νέο αλμπουμ, με τον σπαρτιάτικο τίτλο «Who», αγγίζει με περίσσεια τόλμη θέματα όπως το Brexit, το περιβάλλον, μέχρι και την προ ετών καταστροφική πυρκαγιά στο κτίριο Γκρένφελ Τάουερ, που κόστισε την ζωή σε δεκάδες άτομα που έμεναν μέσα σε αυτό.
«Η συνύπαρξή μας με τον Ρότζερ υπήρξε ανέκαθεν αντιφατική και ταραχώδης: εγώ υποστηρίζω την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ, εκείνος είναι ένας φανατικός Brexiteer. Εγώ πιστεύω στον Θεό, εκείνος είναι άθεος. Κάποιος [σ.σ: ο ίδιος ο Τάουνσεντ] προέρχεται από την μεσαία τάξη, ενώ ο άλλος από την εργατική, εγώ δεν πίνω καθόλου αλκοόλ, εκείνος που και που πίνει λίγο», τονιζει ο κιθαρίστας.
«Μάλλον γι’ αυτό το λόγο οι συνεντεύξεις τους γίνονται πάντα ξεχωριστά», σημειώνει με νόημα ο αρθρογράφος, που στη συνέχεια πήγε να συναντήσει και τον 75χρονο Ντάλτρεϊ, το «λαρύγγι» της μπάντας.
«Στην αρχή, δίστασα να συμμετέχω στο άλμπουμ γιατί νόμιζα πως είχα να κάνω με μια ακόμη συλλογή τραγουδιών του Πιτ σχετικά με το θάνατο, τη μετενσάρκωση, τα βασανιστήρια και τα δικαιώματα των γυναικών», επισημαίνει, «ωστόσο, το έκανα γιατί κατάλαβα ότι αυτό που δημιουργούμε μαζί είναι πολύ καλύτερο και σημαντικότερο από αυτό που δημιουργούμε ξεχωριστά».
Οι δυο τους κάνουν και μια αναδρομή στο παρελθόν της μπάντας.
Ο Τάουνσεντ παραδέχεται πως «εγώ φταίω που διαλύθηκε το συγκρότημα [την δεκαετία του ’80]. Ο Κιθ Μουν πέθανε και αμέσως σκέφτηκα: “Πρέπει να συνεχίσουμε άραγε;” Κάναμε μερικά άλμπουμ που δεν ήταν επιτυχημένα, έτσι το 1982 έφυγα από το συγκρότημα. Εκείνη την περίοδο δεν είχα πίστη ούτε σε εμάς ως συγκρότημα, ούτε στον εαυτό μου».
«Όχι, δεν έφταιγε ο Πιτ», υποστηρίζει ο Ρότζερ, «απλώς σοκαριστήκαμε όλοι μας όταν πέθανε ο Kιθ και προσπαθήσαμε να συνεχίσουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Θα έπρεπε να πειραματιστούμε περισσότερο, να δοκιμάσουμε πολλούς διαφορετικούς ντράμερ, αλλά αντ ‘αυτού πήραμε τον πρώην ντράμερ των Faces, τον Κένι Τζόουνς – και ήταν μια λάθος επιλογή. Και όπως αποδείχτηκε, από το 1982 έως το 1989 η μπάντα εκτροχιάστηκε εντελώς».
Τέλος και όσον αφορά στο πώς νιώθει σήμερα για το συγκρότημα που ο ίδιος ίδρυσε πριν 55 χρόνια, ο τραγουδιστής υποστηρίζει πως «δεν αισθάνομαι τίποτα. Είναι μέρος της ζωής μου, δεν μπορεί ποτέ να φύγει από μέσα μου και θα συνεχίσουμε, όσο μπορούμε, να βγαίνουμε στη σκηνή και να παίζουμε».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News