Παρά την αναδίπλωση της βρετανικής κυβέρνησης, η οποία πήρε άρον άρον πίσω τις φοροαπαλλαγές που είχε ανακοινώσει στο πλαίσιο ενός προγράμματος στήριξης των νοικοκυριών απέναντι στην ενεργειακή κρίση, οι διεθνείς οίκοι συνεχίζουν να σφυροκοπούν το Λονδίνο. Την Τετάρτη ο οίκος αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας Fitch υποβάθμισε και αυτός την προοπτική του αξιόχρεου του Ηνωμένου Βασιλείου από «σταθερή» σε «αρνητική», μερικές ημέρες μετά την παρόμοια κίνηση του S&P, ακριβώς εξαιτίας του πακέτου επιδότησης της ενέργειας για τα νοικοκυριά και μείωσης φόρων που ανακοίνωσε η βρετανική κυβέρνηση την 23η Σεπτεμβρίου.
Τα μέτρα της κυβέρνησης των Συντηρητικών υπό τη Λιζ Τρας για να μην τρωθεί η ανάπτυξη «μπορεί να οδηγήσουν σε μεγάλη αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων μεσοπρόθεσμα», εξήγησε σε ανακοίνωσή του ο Fitch.
Ο αμερικανικός οίκος τοποθετεί το αξιόχρεο του δημοσίου της Βρετανίας στη βαθμίδα ΑΑ-, ένα επίπεδο πιο κάτω απ’ ό,τι ο S&P. Η υποβάθμιση της προοπτικής του βρετανικού αξιόχρεου σημαίνει πως υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να αναθεωρηθεί επί τα χείρω στο προσεχές μέλλον, εάν εκτιμηθεί πως η κατάσταση βελτιώνεται τους επόμενους μήνες.
Το δημοσιονομικό πακέτο που ανακοινώθηκε, χωρίς να προβλέπεται «χρηματοδότηση» ούτε «ανεξάρτητη κοστολόγηση του δημοσιονομικού αντίκτυπού του», κατά την άποψη του Φιτς θα έχει «αρνητικές συνέπειες στην εμπιστοσύνη των χρηματαγορών και στη φερεγγυότητα του πολιτικού πλαισίου», συνόψισε ο οίκος.
Η Λιζ Τρας, που έγινε η ένοικος του No 10 της Ντάουνινγκ Στριτ στις αρχές Σεπτεμβρίου, κι ο νέος υπουργός Οικονομικών Κουάζι Κουάρτενγκ ανακοίνωσαν την 23η Σεπτεμβρίου σχέδιο στήριξης των νοικοκυριών ως προς το κόστος της ενέργειας και μεγάλες μειώσεις φόρων. Το φορολογικό πακέτο προβλεπόταν να κοστίσει περί τα 45 δισεκατομμύρια λίρες. Όμως, το γεγονός πως το κυβερνητικό σχέδιο για γιγάντιες δαπάνες δεν συνοδεύτηκε από περικοπές άλλων εξόδων, ούτε από κάποιο πρόγραμμα έκδοσης ομολόγων, την ώρα που ο πληθωρισμός καταγράφει ιστορικά υψηλά και τα επιτόκια ανεβαίνουν, έβαλε απρόσμενα στο Λονδίνο στο στόχαστρο των αγορών την περασμένη εβδομάδα: η στερλίνα υποχώρησε την 26η Σεπτεμβρίου σε ιστορικό χαμηλό.
Τη Δευτέρα, η πρωθυπουργός και ο υπουργός της, που αρχικά υπερασπίστηκαν το σχέδιο, εντέλει πήραν πίσω κάποια από τα πιο αμφιλεγόμενα μέτρα, ιδιαίτερα τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τους υπόχρεους με τα υψηλότερα εισοδήματα.
Το κόστος μακροπρόθεσμου δανεισμού του βρετανικού δημοσίου έχει αυξηθεί πολύ, κάτι που περιπλέκει την αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, την ώρα που ο πληθωρισμός ίπταται περί το 10% —είναι ο υψηλότερος στην G7— και το Λονδίνο προεξοφλείται πως θα επιδιώξει περαιτέρω κρατικό δανεισμό.
Ορισμένοι οικονομολόγοι θεωρούν πως τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση της κυρίας Τρας στην πραγματικότητα θα κοστίσουν στο δημόσιο από 100 ως 200 δισεκ. λίρες.
Την Παρασκευή ο S&P υποβάθμισε την προοπτική του αξιόχρεου του βρετανικού δημοσίου, ενώ ο τρίτος από τους λεγόμενους μεγάλους οίκους αξιολόγησης, ο Moody’s, προειδοποίησε πως η δημοσιονομική προσέγγιση του κ. Κουάρτενγκ εγείρει κίνδυνο να τρωθεί ακόμη και «μόνιμα» η δυνατότητα του Λονδίνου να «δανείζεται με προσιτό κόστος». Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρενέβη —γεγονός αν μη τι άλλο ασυνήθιστο—, παροτρύνοντας τη Ντάουνινγκ Στριτ να διορθώσει την πορεία της.
Κατά υπολογισμούς του Φιτς, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της Βρετανίας θα φθάσει το 7,8% του ΑΕΠ φέτος και το 8,8% το 2023, ενώ το χρέος θα αυξηθεί στο 109% του ΑΕΠ ως το 2024.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News