Ο τζιχαντιστής που αφαίρεσε την Τρίτη οκτώ ζωές στο Μανχάταν έφερε ξανά στις ΗΠΑ τον εφιάλτη της τρομοκρατίας, σε μια στιγμή που η χώρα κινείται όπως ο Τιτανικός προς το «παγόβουνο» μιας επικίνδυνης θεσμικής κρίσης, λίγα εικοσιτετράωρα μετά τις πρώτες συλλήψεις για το σκάνδαλο του Russiagate. Ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος της Corriere della Sera Μάσιμο Γκάτσι σε ανάλυσή του επιχειρεί να καταγράψει τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ΗΠΑ.
Οι πρώτες κινήσεις του Ρόμπερτ Μόλερ δείχνουν ότι ο ειδικός εισαγγελέας ενεργεί με σοβαρότητα και μεθοδικότητα. Στην περίπτωση του Μάναφορτ για παράδειγμα, επέλεξε κατηγορίες «δεμένες» από όλες τις πλευρές, αποφεύγοντας άμεσες πολιτικές αναφορές. Είναι δε βέβαιο ότι θα πάει μακριά. Η «έκπληξη» που επιφύλαξε με τον Παπαδόπουλος (συμφωνία να μιλήσει με αντάλλαγμα δικαστική επιείκεια) είναι μόνον η αρχή μιας διαδρομής που προκαλεί τεράστια ανησυχία στον Λευκό Οίκο, καθώς ο Τραμπ και οι επιτελείς του έχουν πολλούς λόγους να φοβούνται ότι η έρευνα θα καταλήξει στον γαμπρό (Τζάρεντ Κούσνερ) και τον γιο (Ντόναλντ Τραμπ τζούνιορ) του αμερικανού προέδρου. Κούσνερ και Τραμπ τζούνιορ είχαν συναντήσει απεσταλμένους της Μόσχας για να συζητήσουν πώς να πλήξουν προεκλογικά τη Χίλαρι Κλίντον.
Σύμφωνα με νομικούς της αμερικανικής πρωτεύουσας που γνωρίζουν τη λογική με την οποία κινείται ο Μόλερ και με βάση τα δικαστικά κείμενα που έχουν δημοσιοποιηθεί ως τώρα, αυτό αρκεί για να υποθέσει κανείς συμπαιγνία επιτελείου Τραμπ και Ρώσων.
Το ίδιο φαίνεται να πιστεύουν και άνθρωποι που βρέθηκαν πολύ κοντά στον Τραμπ, όπως ο Στιβ Μπάνον και ο Ρότζερ Στόουν που καλούν τον πρόεδρο να απολύσει τον ειδικό εισαγγελέα αν θέλει να σωθεί. Θα τα καταφέρει και αν ναι πώς και με ποιο τίμημα για τις ΗΠΑ; Ο Γκάτζι είναι απαισιόδοξος σχετικά με την εξέλιξη της υπόθεσης. «Θα ζήσουμε ημέρες ζοφερές» εκτιμά ο ιταλός αναλυτής. Οι δρόμοι που φαίνεται να ανοίγονται είναι περίπλοκοι και γεμάτοι κινδύνους. Το έργο δεν θα έχει τέλος εξίσου καλό με την υπόθεση Γουότεργκεϊτ. Το σκάνδαλο αυτό είναι διαφορετικό, πιο σοβαρό και ο Τραμπ δεν είναι Νίξον.
Τρεις είναι οι παράγοντες που κάνουν τις δύο υποθέσεις τόσο διαφορετικές.
Πρώτον: το Γουότεργκεϊτ ήταν μία εντελώς εσωτερική κρίση του αμερικανικού πολιτικού συστήματος.
Δεύτερον, ο Νίξον επιχείρησε μεν και εκείνος να εμποδίσει τις έρευνες, αλλά στο τέλος βλέποντας τους κινδύνους μίας μάχης που θα ήταν καταστροφική τόσο για τον ίδιο όσο και για τους αμερικανικούς θεσμούς παραιτήθηκε πριν από το impeachment και χάθηκε στη λήθη.
Και τρίτον, τότε υπήρχε ένας Τύπος δυναμικός που έχαιρε γενικού σεβασμού και τον οποίο η χώρα εμπιστευόταν.
Σήμερα όλα δείχνουν διαφορετικά. Ο Τύπος και το σύνολο του δημοσιογραφικού κόσμου μοιάζει ακόμα να μην έχει συνέλθει από τις συνέπειες της ψηφιακής επανάστασης και της απαξίωσης που προκάλεσαν τα «fake news». Υπάρχει επίσης ο δάκτυλος μιας ξένης δύναμης και τέλος ένας πρόεδρος απρόβλεπτος αλλά με μεγάλες -όπως έχει αποδεχτεί- επικοινωνιακές ικανότητες, που αν βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο δεν πρόκειται να αποχωρήσει οικειοθελώς όπως ο Νίξον.
Θα πολεμήσει μέχρι του σημείου να απολύσει τον Μόλερ ή να δώσει χάρη στους κατηγορούμενους πρώην συνεργάτες του για να εξασφαλίσει τη σιωπή τους; Εδώ το παιχνίδι γίνεται περίπλοκο και οι συνέπειες απρόβλεπτες. Ο πρόεδρος μπορεί να δώσει χάρη για ομοσπονδιακά αλλά όχι για πολιτειακά αδικήματα. Στην περίπτωση του Μάναφορτ, που κατηγορείται και στα δύο επίπεδα, η χάρη μπορεί απλώς να σημαίνει τη μεταφορά του από μία ομοσπονδιακή φυλακή σε μία πολιτειακή της Νέας Υόρκης. Σε ό,τι αφορά δε τον ειδικό εισαγγελέα Ρόμπερτ Μόλερ, ο Τραμπ έχει ήδη απειλήσει ότι μπορεί να τον απολύσει χαρακτηρίζοντας την έρευνά του «κυνήγι μαγισσών». Αλλά αν το κάνει είναι βέβαιο ότι η αντίδραση του Κογκρέσου και του πολιτικού συστήματος θα είναι οξύτατη. Οι Ρεπουμπλικανοί πιθανότατα θα διχαζόντουσαν σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Τραμπ επιχείρησε να αλλάξει την ατζέντα μιλώντας για το «σκάνδαλο του ουράνιου»: κατηγόρησε την Κλίντον ότι επέτρεψε την παράδοση αμερικανικού ουράνιου σε ρωσική εταιρεία (η κρατική ρωσική εταιρία Rosatom αγόρασε το 2013 την καναδική Uranium One, η οποία διαχειρίζεται σημαντικό τμήμα του αμερικανικού ουράνιου, την περίοδο που υπουργός εξωτερικών ήταν η Χίλαρι Κλίντον).
Πρόκειται ασφαλώς για προσπάθεια αντιπερισπασμού καθώς και μόνο η λέξη «ουράνιο» προκαλεί εντύπωση στο κοινό. Κατά τον Μάσιμο Γκάτζι ο πραγματικός στόχος δεν είναι η Κλίντον αλλά η αξιοπιστία του Μόλερ, ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν επικεφαλής του FBI, το οποίο είχε την ευθύνη να ελέγξει την αγοροπωλησία. Ισως δηλαδή ο Τραμπ προετοιμάζει το έδαφος για να τον απομακρύνει, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι ο νυν ειδικός εισαγγελέας πρέπει να τεθεί υπό έρευνα για την υπόθεση του ουρανίου.
Σε κάθε περίπτωση η σύγκρουση Λευκού Οίκου – Κογκρέσου προβλέπεται σκληρή. Μπορεί η έρευνα για το Russiagate να τραβήξει σε μάκρος παραμένοντας ένα αγκάθι για τον Τραμπ, αλλά να μην προκαλέσει την πτώση του. Δεν αποκλείεται να απαγγελθούν κάποια στιγμή κατηγορίες κατά των Τζάρεντ Κούσνερ και Ντόναλντ Τραμπ τζούνιορ. Σε αυτή την περίπτωση οι ΗΠΑ θα μπουν σε μία βαθιά πολιτική και θεσμική κρίση.
Αλλά το χειρότερο για τις ΗΠΑ καταλήγει ο Μάσιμο Γκάτσι είναι ότι μία ενδεχόμενη παραπομπή και τελικά αποπομπή του Τραμπ -αυτό δηλαδή που ελπίζουν σήμερα πολλοί Δημοκρατικοί- θα ήταν ένας θρίαμβος των Ρώσων. Διότι η Μόσχα δεν αγκάλιασε τον Τραμπ γιατί τον ερωτεύτηκε, αλλά γιατί ήθελε να προκαλέσει χάος στον ιστορικό της αντίπαλο. Και όπως φαίνεται προς το παρόν τα καταφέρνει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News