Η χειμερινή μεταγραφική περίοδος είχε, μόλις, ολοκληρωθεί, όταν ο Χαβιέ Τέμπας, ισπανός δικηγόρος και πρόεδρος της Liga Nacional de Fútbol Profesional, διοργανώτριας Αρχής των δύο επαγγελματικών πρωταθλημάτων ποδοσφαίρου της Ισπανίας, ξεσπάθωσε στο Twitter: «Διαβάζουμε για τη δύναμη της Πρέμιερ Λιγκ, όμως η αλήθεια είναι διαφορετική. Τα έσοδά της δεν είναι αρκετά (ώστε να δικαιολογούν τόσο μεγάλες δαπάνες). Οι περισσότεροι από τους συλλόγους της ντοπάρονται οικονομικά».
Δεν ήταν η πρώτη φορά, που ο επικεφαλής της Λα Λίγκα κατηγόρησε τους Αγγλους ότι παρακάμπτουν τους κανόνες του Financial Fair Play. Αλλά, πλέον, οι Ισπανοί δεν είναι οι μόνοι που διαμαρτύρονται. Το ποσό – ρεκόρ των 922 εκατ. ευρώ, που διέθεσαν οι ομάδες του Νησιού τον Ιανουάριο για την αγωνιστική τους ενίσχυση, έχει προκαλέσει «σοκ» σε ολόκληρη την ποδοσφαιρική Ευρώπη. Η συμμετοχή της Πρέμιερ Λιγκ στις συνολικές μεταγραφικές δαπάνες των Big-5, δηλαδή των πέντε μεγαλύτερων πρωταθλημάτων, ανήλθε στο 79%. Οι 31 από τις 35 πιο ακριβές μεταγραφές έγιναν από αγγλικά κλαμπ.
Ολα τα δάκτυλα δείχνουν την Τσέλσι. Για να αποκτήσει οκτώ νέους παίκτες, ξόδεψε, συνολικά, 340 εκατομμύρια ευρώ. Περισσότερα από όσα, όλοι οι σύλλογοι της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Γερμανίας και της Γαλλίας, μαζί. Αν προσθέσουμε και τις (άλλες οκτώ) προσθήκες του περασμένου καλοκαιριού, το άθροισμα μας δίνει, σχεδόν, 650 εκατομμύρια ευρώ.
Η ομάδα που είναι 10η στη βαθμολογική κατάταξη της Πρέμιερ Λιγκ, σκορπάει ποσά αδιανόητα, ακόμη και για τους κορυφαίους συλλόγους της Ευρώπης: τη Ρεάλ Μαδρίτης, την Μπαρτσελόνα, την Παρί Σεν Ζερμέν, την Μπάγερν Μονάχου. Και δεν είναι μόνον η Τσέλσι. Η νεοφώτιστη στην Α’ Κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου, Νότιγχαμ Φόρεστ, του Βαγγέλη Μαρινάκη, από το περασμένο καλοκαίρι έχει διαθέσει για μεταγραφές 185 εκατ. ευρώ.
«Η ξεδιάντροπη αλαζονεία της Τσέλσι», ήταν ο τίτλος της Suddeutsche Zeitung στο ρεπορτάζ που κατηγορούσε τον Τοντ Μπόελι, τον νέο ιδιοκτήτη των «Μπλε», ότι… ντριμπλάρει το FFP, χωρίς κανένας να προσπαθεί να τον σταματήσει. «Οι κανόνες της UEFA δεν αξίζουν, πια, ούτε το χαρτί πάνω στο οποίο γράφτηκαν», σχολίασε η Westdeutsche Allgemeine Zeitung. Το Kicker, το μεγαλύτερο αθλητικό περιοδικό της Γερμανίας, είχε βασικό θέμα στην ηλεκτρονική του έκδοση, το πρωί της Τετάρτης, ερωτήσεις και απαντήσεις, που εξηγούσαν πώς η Τσέλσι είναι σε θέση να ξοδεύει τόσα πολλά χρήματα, δελεάζοντας τους μεταγραφικούς της στόχους με πλουσιοπάροχα συμβόλαια μακράς διαρκείας. Το αποτέλεσμα είναι, παίκτες όπως ο Εντσο Φερνάντες (η ακριβότερη μεταγραφή στα χρονικά της Πρέμιερ Λιγκ) να απορρίπτουν τις προτάσεις συλλόγων που συμμετέχουν στο Τσάμπιονς Λιγκ, και να προτιμούν να αγωνιστούν σε μια ομάδα που, πιθανότατα, θα απουσιάσει από τη διοργάνωση την επόμενη σεζόν.
Αργά το βράδυ της περασμένης Τρίτης, αμέσως μετά την εκπνοή της χειμερινής μεταγραφικής περιόδου, το πρώτο θέμα στις αθλητικές εκπομπές της πορτογαλικής τηλεόρασης δεν ήταν ο Φερνάντες, που έφυγε από την Μπενφίκα για να πάει στην Τσέλσι, αλλά ο Βιτίνια, το μεγάλο ταλέντο της Μπράγκα. Ενώ είχε προτάσεις από την Μπράιτον, την Κρίσταλ Πάλας και τη Σαουθάμπτον, επέλεξε τη Μαρσέιγ για να συνεχίσει την καριέρα του. «Πώς… τόλμησε να απαρνηθεί την Πρέμιερ Λιγκ;», ήταν το ερώτημα. Στο οποίο οι ποδοσφαιρικοί αναλυτές απάντησαν, ότι ο 22χρονος επιθετικός είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Ολα τα wonder kids της χώρας δεν βλέπουν την ώρα να παίξουν στο αγγλικό πρωτάθλημα. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Πορτογαλία. Τρόπος να τους κρατήσουν οι ομάδες τους κοντά τους, δεν υπάρχει. Οσο υψηλές και αν είναι οι ρήτρες αποχώρησης που προβλέπονται στα συμβόλαιά τους, αυτή την εποχή οι σύλλογοι της Πρέμιερ Λιγκ είναι σε θέση να τις πληρώσουν, με το χαμόγελο στα χείλη, και να αποκτήσουν τους παίκτες που επιθυμούν.
Εχει δίκιο η Telegraph, που γράφει ότι, πλέον, οι οπαδοί δεν πρέπει να δένονται συναισθηματικά με τους αγαπημένους τους παίκτες. Το παράδειγμα του Φερνάντες, του πρωταγωνιστή αυτής της μεταγραφικής περιόδου, είναι, ίσως, το πιο χαρακτηριστικό. Αναχωρώντας από το Μπουένος Αϊρες για τη Λισαβόνα, τον περασμένο Ιούλιο, ήταν κυνικά ειλικρινής. Είχε δηλώσει στα media της χώρας του ότι η Μπενφίκα θα ήταν για εκείνον το τραμπολίνο, που θα του έδινε ώθηση να παίξει σε ένα μεγαλύτερο club. Μόλις έμαθε για το ενδιαφέρον της Τσέλσι, ο αργεντινός μέσος έκανε ό,τι μπορούσε για να μετακομίσει στην Αγγλία. Στην Πορτογαλία έμεινε έξι μήνες, όλους κι όλους. Οπως απέδειξε το αποχαιρετιστήριο μήνυμά του στα social media, έφυγε προτού προλάβει να μάθει πώς γράφεται σωστά το όνομα του προπονητή του, Ρόγκε Σμιντ.
Την ώρα που οι αγγλικοί σύλλογοι ξοδεύουν κατά βούληση, τονίζει η Telegraph, το δεύτερο πλουσιότερο πρωτάθλημα της Ευρώπης, η Λα Λίγκα, προσπαθεί να επιβιώσει, πουλώντας -με έκπτωση- σε ιδιωτικά κεφάλαια, μελλοντικά της τηλεοπτικά και εμπορικά δικαιώματα. Με αυτόν τον τρόπο έχει εξασφαλίσει, ήδη, περί τα 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Με την ίδια μέθοδο η Μπαρτσελόνα (μαζί με τη Ρεάλ και άλλα τρία ισπανικά club δεν συμμετέχει στην κεντρική διαχείριση), μόνο κατά τους 12 τελευταίους μήνες έχει βάλει στο ταμείο της 700 εκατομμύρια ευρώ.
Αραγε, έχουν δίκιο όσοι διαμαρτύρονται ότι οι σύλλογοι της Πρέμιερ Λιγκ παραβιάζουν τους κανόνες του FFP; Η αλήθεια είναι ότι οι ενέσεις ρευστότητας από τους πάμπλουτους ιδιοκτήτες τους, δεν λείπουν. Αλλά η οικονομική τους ευρωστία οφείλεται, κυρίως, στα τρομακτικά τους έσοδα. Την περασμένη σεζόν ξεπέρασαν τα 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ενα είναι βέβαιο: ότι το χάσμα που εδώ και μερικά χρόνια χωρίζει το αγγλικό πρωτάθλημα από όλα τα υπόλοιπα, είναι μεγαλύτερο από ποτέ, καθιστώντας τον ανταγωνισμό, σχεδόν, αδύνατο. Τα κορυφαία club της ηπειρωτικής Ευρώπης αναζητούν, απεγνωσμένα, τρόπους για να αυξήσουν τα έσοδά τους. Είχαν σκεφτεί, μαζί με τους Αγγλους, τη δημιουργία της European Super League, όμως τώρα δεν μπορούν να τους υπολογίζουν για συνέταιρους. Την ESL την έφτιαξαν μόνοι τους οι Αγγλοι, και τη λένε Πρέμιερ Λιγκ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News